Η διαδρομή των 20 λεπτών με τα πόδια από το χωριό του Μαουτχάουζεν στο λόφο που βρίσκεται το ομώνυμο ναζιστικό στρατόπεδο είναι ονειρική. Ηλιοφάνεια που θυμίζει Ελλάδα, ανθισμένοι κήποι, γραφικά Αυστριακά σπίτια… Καμία σχέση δηλαδή με όσα βίωναν οι κρατούμενοι στο φοβερό αυτό χώρο πριν από 80 χρόνια όταν ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο με εμάς εξαντλημένοι από την κούραση, την έλλειψη φαγητού, τα χτυπήματα των σαδιστών βασανιστών τους. Οι “διαδρομές” επισκέφθηκαν πριν λίγες ημέρες το περιβόητο στρατόπεδο και επιχειρούν να δώσουν μια εικόνα του χθες και σήμερα.
Γνωρίζοντας το στρατόπεδο – επιχείρηση
Η θέα του σκοτεινού όγκου των τοίχων του στρατοπέδου τρομάζει τον επισκέπτη παρότι πλέον λειτουργεί ως μνημείο – μουσείο των εγκλημάτων του ναζισμού. Κάνουμε μια στάση στο χώρο υποδοχής. Υπάρχει πολύ πληροφοριακό υλικό για τον χώρο, βιβλία, κόμικ, διάφορες εκδόσεις σε πολλές γλώσσες όχι όμως στα Ελληνικά. Για τους επισκέπτες είναι διαθέσιμο ένα ηχητικό σύστημα ξενάγησης και στις 2 το μεσημέρι ξεκινάει περιήγηση στο στρατόπεδο από επαγγελματία ξεναγό. Περνάμε την πρώτη πύλη και βλέπουμε μπροστά μας τον χώρο της διοίκησης, των γραφείων και δεξιά μας τα γκαράζ των SS που υπό τη διοίκηση τους ήταν το στρατόπεδο.
Ακολουθεί η δεύτερη πύλη, για το κυρίως στρατόπεδο. Αναζητούμε το σημείο όπου τραβήχτηκε η κλασσική φωτογραφία την ημέρα της απελευθέρωσης με τα αμερικανικά θωρακισμένα να μπαίνουν στον χώρο και τους κρατούμενους να πανηγυρίζουν. Μπροστά μας η αυλή του στρατοπέδου και αριστερά – δεξιά οι “κοιτώνες” των κρατουμένων. Ξύλινα – κουτιά στα οποία στοιβάζονταν 250 και 300 άνθρωποι κάτω από απίστευτες συνθήκες. Αρχικά πολιτικοί κρατούμενοι (κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες, έπειτα Εβραίοι, Ρομά, άνθρωποι από όλη την Ευρώπη για τους οποίους υπήρχε η υποψία ότι είχαν φιλικές σχέσεις με την αντίσταση) εργάζονταν κάτω από άθλιες συνθήκες στο λατομείο (Wiener Graben) δίπλα στο Μαουτχάουζεν και πολύ γρήγορα στα πάνω από 50 υποστρατόπεδα σε όλη την Αυστρία σε εργοστάσια για την παραγωγή κινητήρων αεροσκαφών, μπαταριών για τα υποβρύχια, επεξεργασία χάλυβα για τα θωρακισμένα, κάθε είδους όπλα και πυρομαχικά και φάρμακα.
Οι μεγαλύτερες Γερμανικές εταιρείες χρησιμοποιούσαν τους κρατούμενους-εργάτες για την παραγωγή τους με τη θνησιμότητα για τους τελευταίους να φτάνει σε απίστευτα μεγέθη.
Μέσα στους κοιτώνες ο επισκέπτης μπορεί να δει πώς ήταν οι θάλαμοι, να διαβάσει συγκλονιστικές μαρτυρίες επιζώντων, να δει τα μπάνια και τις τουαλέτες. Ακόμα και το μπάνιο ή η επίσκεψη στην τουαλέτα ήταν ένα βασανιστήριο για τους κρατουμένους καθώς ήταν υποχρεωμένοι να το κάνουν κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο, χωρίς καμία ιδιωτικότητα, με το νερό πάντα κρύο και το βούρδουλα των βασανιστών πάνω στη ράχη τους… Ακολουθεί η επίσκεψη στον χώρο που χρησιμοποιούνταν ως καραντίνα – για τους νεοεισερχόμενους. Τα κτήρια αυτά δεν υπάρχουν και στις θέσεις τους βλέπουμε πολλούς από τους τάφους που έγιναν μετά την απελευθέρωση.
Ενθυμήματα κρατουμένων
«Το Μαουτχάουζεν είχε χιλιάδες κρατούμενους όπως και τα άλλα στρατόπεδα. Φαντάζεστε πως το κρατούσαν τα SS; Με την αξιοποίηση ποινικών κυρίως ως βοηθητικών…» μας λέει η ξεναγός καθώς μπαίνουμε στον χώρο του Μουσείου του στρατοπέδου. Οι γνωστοί Kapo ποινικοί κρατούμενοι αλλά και άλλοι που τους αξιοποιούσαν τα SS για να επιτηρούν τους υπόλοιπους. Έδειχναν πολλές φορές μεγαλύτερη σκληρότητα και από τα SS για να μπορέσουν να διατηρούν τα προνόμια της θέσης τους. Μπαίνουμε στον μουσειακό χώρο. Με εικόνες και κείμενα περιγράφεται η πορεία της δημιουργίας και της εξέλιξης του συστήματος στρατοπέδων του Μαουτχάουζεν, παράλληλα σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες εκτίθενται φωτογραφίες, αντικείμενα των κρατουμένων, ενώ προβάλλονται σε βίντεο (με μετάφραση στα Αγγλικά) μαρτυρίες επιζώντων.
Φωτογραφίες των παιδιών που χάθηκαν στο στρατόπεδο, ενθυμήματα οικογενειών που εξαφανίσθηκαν, το βιολί της ορχήστρας του στρατοπέδου, τα αυτοσχέδια κουτάλια που έφτιαχναν οι κρατούμενοι για να φάνε τη σούπα από νερό και λάχανο που τους δίνονταν σχεδόν αποκλειστικά για τη διατροφή τους. Ελλείψει μεγάλου αριθμού φωτογραφιών (οι ναζί είχαν φροντίσει να καταστρέψουν το μεγάλο όγκο του υλικού που υπήρχε για τα στρατόπεδα) εκτίθενται δεκάδες σκίτσα κρατουμένων που περιέγραφαν μετά την απελευθέρωση τις συνθήκες που βίωναν στο Μαουτχάουζεν.
Η σκηνή των εγκλημάτων
Στα υπόγεια του Μουσείου βρίσκεται η σκηνή των εγκλημάτων. Μέσα από κείμενα, φωτογραφικό υλικό και βίντεο παρουσιάζεται ο μηχανισμός εξόντωσης των κρατουμένων. Η καθημερινή βία και το ξύλο, οι εκτελέσεις με κρέμασμα ή πυροβολισμούς (διατηρείται ο χώρος της κρεμάλας και το σημείο όπου εκτελούνταν με βολή στον αυχένα), αναλύεται πως ήταν οργανωμένη η περίμετρος του στρατοπέδου ώστε κανείς να μην μπορεί να ξεφύγει και να εκτελείται σε κάθε προσπάθειά του, γίνεται λόγος για τους θανάτους στο λατομείο στη μεταφορά της πέτρας, για τη λειτουργία των θαλάμων αερίων όπου δηλητηριάζονταν κατά δεκάδες «όσοι δεν μπορούσαν να εργαστούν», τα ιατρικά πειράματα που πραγματοποιούνταν ενώ διατηρούνται ατόφια 4 από τα κρεματόρια όπου οι σοροί παραδίδονταν στην πυρά. Η επίσκεψη στους χώρους αυτούς συγκλονίζει και τον πιο “αδιάφορο” επισκέπτη με τη σκέψη ότι εκεί δολοφονήθηκαν πάνω από 100.000 άνθρωποι με τον πιο “βιομηχανικό” και σχεδιασμένο τρόπο που έχει ποτέ σκεφτεί ανθρώπινος νους! Οι χώροι αυτοί κατακλύζονται από φωτογραφίες, αναμνηστικά, λουλούδια, σημειώματα συγγενών των δολοφονημένων. Κυριαρχούν αυτά των Ισπανών (οι ναζί συνέλαβαν όλους τους Ισπανούς πολιτικούς πρόσφυγες που βρίσκονταν στη Γαλλία μετά τον εμφύλιο πόλεμο στη πατρίδα τους και τους έστειλαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης), αλλά και Γιουγκοσλάβων, Σοβιετικών, Γάλλων, Ιταλών.
Τελευταίο κομμάτι του υπογείου “Το δωμάτιο με τα ονόματα”. Εκεί καταγράφονται 81.000 ονόματα ανθρώπων που διαπιστωμένα πέθαναν στο στρατόπεδο καθώς ήταν πολλοί εκείνοι τα στοιχεία των οποίων δεν βρέθηκαν ποτέ…
Δεξιά της κεντρικής εισόδου βρίσκεται ένα δωμάτιο με τις σημαίες των χωρών από όπου ήταν οι περισσότεροι κρατούμενοι και στο τοίχο υπάρχουν επιγραφές και αναμνηστικές πλάκες από τις αρχές των χωρών αυτών. Στο μουσείο είναι ενταγμένος και ένας νέος χώρος όπου εκτίθενται γκράφιτι και μηνύματα ανθρώπων που επισκέφθηκαν το στρατόπεδο πρόσφατα.
Στο Wiener Graben το βαθύ
Αριστερά από την κεντρική είσοδο του στρατοπέδου βλέπουμε τα μνημεία που έστησε η κάθε χώρα. Άλλα λιτά και μικρά, τα περισσότερα πιο μεγάλα, πολλά από αυτά πραγματικά έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν από καλλιτέχνες όπως αυτό των Σοβιετικών, των Ολλανδών, των Γάλλων κ.α. Το ελληνικό μνημείο αποτελείται από μια μαρμάρινη στήλη και δεν είναι στην καλύτερη κατάσταση. Χόρτα πάνω στην πλάκα και η στήλη έχει μαυρίσει. «ΕΛΛΑΣ. Εμάς που θανατωθήκαμε εδώ μην μας ξεχνάς. Γιατί η λήθη του Κακού είναι άδεια για την επανάληψη του» αναγράφεται…
Δυστυχώς η επίσκεψη στο Wiener Graben δεν μπορεί να γίνει από κοντά καθώς για λόγους ασφαλείας (γλυστερό έδαφος) δεν επιτρέπεται η είσοδος σε αυτό. Εκεί βρίσκεται το περίφημο λατομείο των θρήνων και η “σκάλα των δακρύων”. Οι κρατούμενοι καλούνταν να μεταφέρουν στις πλάτες του τεράστιες πέτρες για οικοδομικά έργα, ανεβαίνοντας μια πέτρινη σκάλα με 186 σκαλοπάτια. Εκεί πολλοί έπεφταν και κατέληγαν από τη σφαίρα ή των βούρδουλα των δήμιων τους. Ο Ι. Καμπανέλης το περιγράφει γλαφυρά στο βιβλίο του “Μαουτχάουζεν” και στον “Αντώνη” που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Xανιώτες και Κρητικοί
«Στις 2 Μαΐου 1944, έφτασε στο Μαουτχάουζεν μια αποστολή πολιτικών κρατουμένων από την Ελλάδα. Από τους 443 άνδρες της αποστολής, οι 242 ήταν Κρητικοί από όλους τους νομούς του νησιού, οι περισσότεροι από τον Νομό Χανίων, κυρίως αντάρτες και αντιστασιακοί που είχαν πιαστεί στο χτένισμα της 10ης Φεβρουαρίου 1944 που σάρωσε τα χωριά της επαρχίας Κυδωνίας (Μεσκλά, Λάκκοι, Ζούρβα, Θέρισο, Πρινές κ.ά.) που θεωρούνταν -δικαιολογημένα- ορμητήρια της Αντίστασης και κέντρα εφοδιασμού των Βρετανών αξιωματικών στη Δυτική Κρήτη. Στο στρατόπεδο είχαν προηγηθεί την προηγούμενη χρονιά 157 συμπατριώτες τους, συγκεκριμένα οι συλληφθέντες από το “μεγάλο μπλόκο της Κρήτης” (15 Ιουνίου 1943) που είχαν περάσει τις πύλες του στρατοπέδου στις 4 Νοεμβρίου 1943. Τα 2/3 των περίπου 400 Κρητικών που κλείστηκαν στο Μαουτχάουζεν δεν επέζησαν. Χωρίς εξαίρεση, όλοι εντάσσονταν μετά από ένα μικρό διάστημα καραντίνας ως καταναγκαστικοί εργάτες σε όλα τα υποστρατόπεδα που φιλοξενούσαν πολεμικά εργοστάσια (Μελκ, Γκούζεν Ι και Γκούζεν ΙΙ, Στάγιερ, Έμπενζεε και πολλά ακόμα), υπό συνθήκες απερίγραπτα εξοντωτικές», γράφει ο ιστορικός Ι. Χανδρινός. Μέσα στο Μουσείο βλέπουμε βίντεο με μαρτυρίες από Κρητικούς, φωτογραφίες από το μνημείο στο Σέλινο, ονόματα ανθρώπων που χάθηκαν και άλλων που επέζησαν.
Σε ένα μεγάλο αφιέρωμα των “Χ.ν.” με συνεντεύξεις επιζώντων το 2011 ο Σταύρος Παπουτσάκης μας είχε πει. «Όταν απελευθερώθηκα είχα απομείνει 25 κιλά! Κρέας πάνω μου δεν είχα, έβλεπες τα άντερα πάνω από την πέτσα. Για τέτοια πείνα μιλάμε», ενώ ο αείμνηστος επίσης Θοδωρής Γεωργιακάκης μας είχε αναφέρει «οι κρατούμενοι στρέφονταν ο ένας απέναντι στον άλλο προκειμένου να επιβιώσουν. Λειτουργούσε το ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Τρεις φορές μου έκλεψαν τη φέτα του ψωμιού μέσα από τα χέρια άλλοι κρατούμενοι». Ο Γιώργος Σταματάκης από τα Μεσκλά είχε θυμηθεί ένα άλλο περιστατικό: «Ήταν μαζί μας πολλοί Ρώσοι αιχμάλωτοι, πολύ καλά παιδιά όλοι μεγαλόσωμοι. Δύο από αυτούς μια μέρα δραπέτευσαν, λύσσαξαν οι Ναζί και μας σάπισαν όλους τους υπόλοιπους στο ξύλο. Mετά από δύο μέρες έφεραν τους δραπέτες δεμένους και άσχημα δαρμένους. Μας μάζεψαν όλους στην πλατεία και διέταξαν τους υπόλοιπους Ρώσους να σκοτώσουν τους δύο συμπατριώτες τους. Βγήκαν δύο από τις γραμμές, τους έδωσαν δύο
ξύλα που έβαζαν σφήνα ως σφήνες στα αυτοκίνητα, τα έβαλαν στο λαιμό αυτών που είχαν δραπετεύσει και ήταν γονατιστοί και… καταλαβαίνετε τι έγινε. Το βλέπω ακόμα στο ύπνο μου και ξυπνάω» (από τους 4.000 Σοβιετικούς κρατούμενους που βρέθηκαν στο στρατόπεδο μόλις 136 επιβίωσαν). Ο Χαράλαμπος Βιδάκης που έφυγε πριν από ένα χρόνο μας είχε μιλήσει και για το καθημερινό φαγητό: «Το πρωί μας έδιναν κάτι, τσάι το έλεγαν αλλά σαν σκέτο νερό ήταν, το μεσημέρι μια κουτάλα με κάτι σαν σούπα με ελάχιστα κολοκύθια, αγγούρια και το βράδυ μια φέτα ψωμί 80 γρ. με λίγη μαργαρίνη. Είχα μείνει πετσί και κόκκαλο. Εξαιτίας αυτής της… “δίαιτας” είχα σοβαρό πρόβλημα με το στομάχι για χρόνια».
Πώς θα πάτε;
Αν βρίσκεστε στην πρωτεύουσα της Αυστρίας την Βιέννη (πτήσεις γίνονται και από το αεροδρόμιο Χανίων καθ’ όλη τη διάρκεια του Καλοκαιριού και καθημερνά από την Αθήνα) και μια επίσκεψη στο Μαουτχάουζεν αξίζει τον κόπο. Απέχει 170 χλμ. και μπορείτε να νοικιάσετε αυτοκίνητο (οι τιμές δεν είναι πολύ ακριβές) ενώ η βενζίνη είναι 50 λεπτά φτηνότερη από την Ελλάδα. Υπάρχουν και γραφεία που διοργανώνουν εκδρομή με φαγητό, ποτό εκεί όμως το κόστος φτάνει και τα 300 ευρώ το άτομο. Μπορείτε πάλι να επιλέξετε το τρένο από το σταθμό Ηauptbahnhof για το Λιντς (κόστος 50 ευρώ το άτομο). Από τον σταθμό του τρένου του Λιντς φεύγουν δύο λεωφορεία ένα προς το χωριό του Μαουτχάουζεν όπου για να πάτε στο στρατόπεδο θα πρέπει να περπατήσετε 20 λεπτά (κόστος 6 ευρώ) ή να περιμένετε το λεωφορείο που οδηγεί στην είσοδο του στρατοπέδου. Για την είσοδο στο στρατόπεδο δεν υπάρχει αντίτιμο.