Η προστασία και ανάδειξη της εξαιρετικής ποιότητας του κρητικού θυμαρίσιου μελιού, αποτελεί στόχο της συνεργασίας των Μελισσοκόμων Κρήτης με το Πολυτεχνείο στα Χανιά. Στo πλαίσιo αυτό, υπογράφηκε προγραμματική σύμβασης της Περιφέρειας Κρήτης με το Πολυτεχνείο με τίτλο «ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΜΕΛΙΟΥ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΧΑΝΙΩΝ».
Η σύμβαση αφορά στο Εργαστήριο Υδατικής Χημείας της Σχολής Χημικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος (ΧΗΜΗΠΕΡ) στο οποίο επικεφαλής είναι η καθ. Έλια Ψυλλάκη.
ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ
Όπως ανακοινώθηκε χθες από τη Σχολή ΧΗΜΗΠΕΡ, με τη στήριξη του Μελισσοκομικού Συλλόγου Χανίων θα συλλεχθούν περίπου 100 δείγματα μονοποικιλιακού θυμαρίσιου μελιού από την Κρήτη. Τα δείγματα αυτά θα αναλυθούν από το Πολυτεχνείο Κρήτης με σκοπό την καταγραφή του αρωματικού προφίλ τους. Τα συστατικά που υπάρχουν στο μέλι περιλαμβάνουν ουσίες που συνεισφέρουν στο άρωμα του μελιού (άρα και στην προτίμηση των καταναλωτών) και που σύμφωνα με τη βιβλιογραφία αναμένεται να διαφοροποιούνται ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή άρα και να αποδώσουν το αποτύπωμα βοτανικής και γεωγραφικής προέλευσης.
Ο προσδιορισμός του αρωματικού αποτυπώματος των δειγμάτων μελιού θα γίνει με τη χρήση ενόργανης ανάλυσης και πιο συγκεκριμένα με Αέρια Χρωματογραφία συζευγμένη με Φασματομετρία Μάζας, ενώ η απομόνωσή των ουσιών που συνεισφέρουν στην αποτύπωση θα γίνει με την τεχνική της Μικροεκχύλισης Στερεάς Φάσης υπό συνθήκες κενού. Παράλληλα θα γίνουν αναλύσεις σε περίπου 40 δείγματα μελιού από μελισσοκόμους άλλων περιοχών της Ελλάδας αλλά και περίπου 20 δειγμάτων ευρέως διαθέσιμων αντίστοιχων εμπορικών προϊόντων. Ο στόχος αυτών των συγκριτικών αναλύσεων είναι να προσδιοριστεί η διακύμανση του αρωματικού αποτυπώματος ανάλογα με τη γεωμορφολογία των διαφορετικών περιοχών της Ελλάδας, τη χλωρίδα τους και τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν. Παράλληλα θα δημιουργηθεί για πρώτη φορά μια βάση δεδομένων («χημική τράπεζα»), η οποία θα περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό́ αποτυπωμάτων αυθεντικών δειγμάτων θυμαρίσιου μελιού́ διαφορετικής προέλευσης, η οποία θα ενημερώνεται διαρκώς.
ΤΑ ΟΦΕΛΗ
Τα αποτελέσματα της νέας αυτής συνεργασίας αυτής θα στοιχειοθετήσουν τη γεωγραφική προέλευση του κρητικού θυμαρίσιου μελιού και θα αποτελέσουν έμπρακτη απόδειξη για την τεκμηρίωση της ποιότητάς του, για την ανάδειξη των ιδιαίτερων τοπικών χαρακτηριστικών αλλά και για την προστασία του καταναλωτή και του μελισσοκόμου. Η μελισσοκομία αποτελεί ένα δυναμικό κλάδο της ελληνικής αγροτικής παραγωγής που συμβάλλει στην ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών, και η νέα αυτή συνεργασία αναμένεται όχι μόνο να στηρίξει τις προσπάθειες των μελισσοκόμων της Κρήτης αλλά και να αναδείξει την εξαιρετική ποιότητα του παραδοσιακού αυτού κρητικού προϊόντος. Στο μέλλον, τα αποτελέσματα αυτά θα είναι η βάση για να ενισχυθούν οι προσπάθειες αντιμετώπισης προβλημάτων όπως είναι η νοθεία, η αναληθής επισήμανση προέλευσης, καθώς και η «εγκληματική» ανάμειξη με φθηνότερης ποιότητας συστατικά.
ΣΥΣΚΕΨΗ ΧΘΕΣ ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Εν τω μεταξύ, τα προεδρεία των μελισσοκομικών συλλόγων Κρήτης, και η ερευνήτρια-εκπρόσωπος του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ Σοφία Γούναρη, επισκέφθηκαν χθες τον Περιφερειάρχη Σταύρο Αρναουτάκη. Στη συνάντηση, παρουσία της Αντιπεριφερειάρχη Πρωτογενή Τομέα Ειρήνης Χουδετσανάκη, και του Εντεταλμένου Περιφερειακού Συμβούλου Γιάννη Λεονταράκη, συζητήθηκε το οξυμένο πρόβλημα που έχει παρουσιαστεί με τη μειωμένη παραγωγή πευκόμελου. Όπως αναφέρθηκε στα πευκοδάση έχει μειωθεί η «μελιτοέκκριση» με αποτέλεσμα τη μη επαρκή παραγωγή πευκόμελου. Μετά την σχετική ενημέρωση του Περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρου Αρναουτάκη, αποφασίστηκε να υπογραφεί προγραμματική σύμβαση μεταξύ Περιφέρειας Κρήτης και ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ (τίτλος έργου: Δίκτυο παρακολούθησης και ενημέρωσης των μελισσοκόμων για τις μελιτοεκκρίσεις του πεύκου της Κρήτης) προκειμένου να αναζητηθεί επιστημονικά που οφείλεται το πρόβλημα και πως μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά στα πευκοδάση του νησιού. Σημειώνεται ότι η παραγωγή πευκόμελου στη Κρήτη υπερβαίνει το 60% της συνολικής παραγωγής μελιού στο νησί, ωστόσο φέτος λόγω του προβλήματος με την μειωμένη «μελιτοέκκριση» στα πεύκα, η παραγωγή του προϊόντος έχει μειωθεί δραματικά.
Στην Κρήτη σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, υπάρχουν 1.243 εκμεταλλεύσεις από τις συνολικά 8.704 στην επικράτεια και διαχειρίζονται 180.000 μελίσσια από τα 952.063 μελίσσια που υπάρχουν στην Ελλάδα.