Ο διάσημος Γάλλος διανοούμενος, μυθιστοριογράφος, ποιητής και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, ο Pierre Henri Simon, έγραψε σ’ ένα άρθρο του με τίτλο “Εσπερινός Στοχασμός” και τα παρακάτω: «Πρέπει να ξέρουμε να διαβαίνουμε κ’ έπειτα να πεθαίνουμε. Είθε, Θεέ μου, αυτό να συμβεί μέσα στη γαλήνη Σου και στη Χάρη του Χριστού Σου, ευλογημένος από την Εκκλησία Σου, μέσα σε απόλυτη πνευματική διαύγεια, σε ταπεινή γνώση του εαυτού μου μέσα στην αγάπη για τους ανθρώπους και σε δοξολογίες για τη ζωή…».
Τα παραπάνω λόγια του διακεκριμένου Γάλλου διανοητή έρχονται στον νου μου καθώς μελετώ το τελευταίο, πολυσέλιδο, βιβλίο του πρωτοπρεσβύτερου Στυλιανού Εμμαν. Θεοδωρογλάκη, ιερατικού προϊσταμένου Ιερού Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου Χανίων, με τον ωραίο και επίκαιρο τίτλο “Διάβαση Ζωής και σωτηρίας”.
Βέβαια ο Γάλλος Σιμόν ήταν λαϊκός, ενώ ο πατέρας Στυλιανός, ως κληρικός δεν ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του, αλλά κυρίως και προπαντός για το ποίμνιό του, για τους ανθρώπους που του εμπιστεύτηκαν η Εκκλησία και ο Θεός.
Γι’ αυτό και όχι μόνο ιερουργεί, αλλά ομιλεί από τον άμβωνα και από το Ραδιόφωνο, γράφει στον τοπικό Τύπο, συγγράφει βιβλία και όλα αυτά για να μας γνωρίσει καλύτερα την «Ορθόδοξη παράδοση» μέσα από τη «Θεία Λειτουργία», να μας φανερώσει «Λόγο Κυρίου» και να μας προβληματίσει μέσα από εκλεκτά «Δοκίμια Ευθύνης».
Με το νέο πυκνογραμμένο βιβλίο των 248 σελίδων, έρχεται να μας αποκαλύψει τη «Διάβαση» δηλαδή το πέρασμα, «για την είσοδό μας στον δρόμο της αγιολογίας και στη διάβασή μας εν συνεχεία στην οδό της ταπείνωσης για να καταλήξουμε και να αξιωθούμε την ενότητα στο θεανθρώπινο ύψος και μεγαλείο της, τον αγιασμό και τη σωτηρία μας…».
Η «Διάβαση» που μας προτείνει ο συγγραφέας περνά μέσα από 30 μικρούς αναβαθμούς (τόσα είναι τα κύρια κεφάλαια του βιβλίου) τους οποίους ο αναγνώστης χωρίς μεγάλο κόπο μπορεί να περάσει, φυσικά εφ’ όσον διαθέτει την απαραίτητη βούληση, για να φτάσει «στο τέλος της διάβασης, όχι της «καθ’ υπερβολήν οδού» της ουράνιας λεωφόρου της σωτηρίας».
Πότε και για ποιον λόγο όμως πρέπει να υποστούμε τη «δοκιμασία της διάβασης, δηλαδή της μετακίνησής μας από τη γη στον ουρανό»;
«Δε χρησιμοποιούμε τη διάβαση όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση απόγνωσης και απελπισίας, αλλά τη χρησιμοποιούμε για να μη φτάσουμε ποτέ στην απόγνωση και τα απονενοημένα διαβήματα, την αυτοκτονία», λέει ο συγγραφέας και συνεχίζει: «Η δοκιμασία της διάβασης είναι μια πράξη λογικής και εξωστρέφειας. Είναι λογικό να αναζητούμε το καλύτερο απ’ αυτό που έχουμε… Με τη διάβαση ξεκινούμε απ’ αυτό που είμαστε, απλοί άνθρωποι με τις δικαιοσύνες και τις αμαρτίες μας και καθώς κινούμαστε στη διάβαση, διαβαίνουμε και κυριαρχούμε στην άνω Ιερουσαλήμ, στην ίδια τη Βασιλεία του Θεού».
«Μ’ αυτή την πεποίθηση επιχειρούμε τη διάβαση που δεν είναι άλλη από την ελπίδα για το μέλλον, την αγάπη προς τους εχθρούς και τους φίλους, τη δυναμική λειτουργία της κοινωνίας με προοπτική την καταξίωση κάθε ανθρώπου που βρίσκεται, κινείται στη διάβαση…».
«Με τη διάβαση επιχειρούμε να ανοίξουμε τις πόρτες και τα παράθυρα της ύπαρξής μας, να φυσήξει μέσα ο αέρας της ελευθερίας του πνεύματος του Θεού, να νοιώσουμε την παρουσία του Θεού μέσα μας, να χαρούμε τη χαρά του, να ζήσουμε τη ζωή και να λειτουργήσουμε το Άγιο θέλημά Του…».
Οπως φαίνεται από τα παραπάνω ελάχιστα αποσπάσματα από το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, ο πατέρας Στυλιανός επιβεβαιώνει με τον καλύτερο λόγο αυτό που έχει πιστοποιηθεί και από τα προηγούμενα έργα του: Ο λόγος του είναι μεστός, φωτεινός, χαρούμενος, αναστάσιμος, χριστιανικός. Διαβάζεται ευχάριστα, δεν κουράζει, γεννά γόνιμους προβληματισμούς και βοηθά τον αναγνώστη να πάρει μέρος στη «Διάβαση» της «Ζωής και Σωτηρίας μας».
Το βιβλίο καθώς ήρθε στην πιο καλή ώρα, δηλαδή στην αρχή της «Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής» αποτελεί μια πρόκληση για να το μελετήσουμε και να πάρομε τις απαραίτητες οδηγίες για να «συζήσωμεν, συμπορευθώμεν και συναναστηθώμεν» με τον Ιησού Χριστό.