Υπόμνημα με τις προτάσεις του για την αντιμετώπιση των πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ελαιοπαραγωγοί στην Κρήτη, καταθέτει προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Μάκη Βορίδη, ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης.
Oπως αναφέρει μεταξύ άλλων, σε υπόμνημά του που κοινοποιείται στους βουλευτές Κρήτης, τον Περιφερειάρχη και τους Αντιπεριφερειάρχες, τους δήμους μέλη του ΣΕΔΗΚ, το Ινστιτούτο Ελιάς και Αμπέλου, το ΔΑΟΚ Κρήτης και ΓΕΩΤΕΕ, τις Αγροτικές και Συνεταιριστικές Οργανώσεις, οι βασικές γενεσιουργές αιτίες της αναποτελεσματικότητας της δακοκτονίας τα τελευταία έτη, επικεντρώνονται στην μεγάλη υποχρηματοδότηση και την υπερβολική γραφειοκρατία. Το ύψος της χρηματοδότησης της Δακοκτονίας (πλην της αξίας των φαρμάκων) σύμφωνα με τα στοιχεία των Αποφάσεων του YπΑΑΤ, έχει υποστεί αλλεπάλληλες σοβαρές μειώσεις (συνολικά 40% σε επίπεδο χώρας και 53% σε επίπεδο Κρήτης) σε σχέση με την προ Μνημονίων περίοδο.
Οι φετινές εκτεταμένες δακοπροσβολές, πρέπει να αποτελέσουν αφορμή για μια σοβαρή επί τέλους μελέτη και ριζική λύση του χρόνιου προβλήματος, τονίζει ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων προτείνοντας μεταξύ άλλων τα εξής:
Ολα τα αίτια που έχουν επισημανθεί και πιθανώς και άλλα, πρέπει με ευθύνη της Πολιτείας να εξαλειφθούν και παράλληλα να δρομολογηθούν μέτρα για μια μόνιμη μελλοντική αντιμετώπιση.
• Η χρηματοδότηση πρέπει να καταστεί επαρκής κάθε χρόνο σε κάθε περιοχή ανάλογα με τις κλιματικές και άλλες συνθήκες. Οι ψεκασμοί δεν μπορεί να καθορίζονται με βάση λογιστικά άλλα με βάση επιστημονικά κριτήρια, ανάλογα με τα δεδομένα της εξέλιξης του εντόμου.
• Η καταβολή των εισφορών των παραγωγών πρέπει να αναθεωρηθεί. Ορθό είναι να γίνεται με βάση τον αριθμό των προστατευόμενων δέντρων και να καταβάλλεται από τις επιδοτήσεις ώστε να είναι εξασφαλισμένη. Τα ελαιοτριβεία πρέπει να απαλλαγούν από αυτή την ευθύνη ώστε να επιτελούν ελευθέρα την πραγματική αποστολή τους.
• Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο πρέπει να αναθεωρηθεί πλήρως και να καθοριστούν νέοι κανόνες για την εφαρμογή της μεθόδου, λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες αγρονομικές και εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στις ελαιοκομικές περιοχές.
• Ο 1ος γενικός ψεκασμός πρέπει να γίνεται έγκαιρα ανάλογα με την πρωιμότητα της χρονιάς σε κάθε περιοχή
• Το εποπτικό προσωπικό (τομεάρχες) πρέπει να προσλαμβάνεται έγκαιρα για 8 μήνες απο τέλη Απριλίου -αρχές Μάιου ώστε να ενημερώνεται και εκπαιδεύεται πλήρως στις συνθήκες της περιοχής που θα εργαστεί.
• Τα χρησιμοποιούμενα φάρμακα πρέπει να επιλέγονται αφού ελεγχθεί στην πράξη με πειραματικές δοκιμές η αποτελεσματικότητα τους, απο αρμοδία ιδρύματα όπως γινόταν και στο παρελθόν.
• Η βιολογία και κυκλοφορία του εντόμου πρέπει να παρακολουθείται όλο τον χρόνο (ακόμη και τον χειμώνα) απο τα υπάρχοντα ερευνητικά Ινστιτούτα και Κέντρα προστασίας φυτών με δίκτυα παγίδων άλλα και ρίψεις επισκόπησης (sondage) και να εκδίδεται δελτίο πορείας του εντόμου όπως γίνεται και με άλλες φυτονόσους.
• Ο ΣΕΔΗΚ θεωρεί ότι μια ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος μπορεί να επιτευχθεί μόνο με ριζική αναδιοργάνωση του ισχύοντος συστήματος με την δημιουργία ενός νέου ειδικού φορέα που θα έχει την συνολική επιστημονική, διοικητική και οικονομική ευθύνη, όπως το παλαιό «Ταμείο Προστασίας Ελαιοπαραγωγής»¨
Ο φορέας αυτός για να έχει ευελιξία, θα πρεπει να λειτουργεί αυτόνομα ως ΝΠΙΔ όπως παλαιότερα το «Ταμείο Προστασίας Ελαιοπαραγωγής» , να έχει κεντρική και περιφερειακή διάρθρωση με έδρες στις Περιφέρειες και παραρτήματα στις Περιφερειακές Ενότητες. Θα είναι υπεύθυνος και υπόλογος για την οργάνωση και την διεξαγωγή της συλλογικής Δακοκτονίας με δολωματικούς ψεκασμούς στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές με βάση τις υπάρχουσες επιστημονικές γνώσεις και εμπειρίες.
Παράλληλα μπορεί να έχει αρμοδιότητα για την υλοποίηση και ευρύτερων προγραμμάτων που έχουν σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος και την υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες (Ισπανία, Τυνησία κ.α.)
Οπωσδήποτε ο φορέας θα πρέπει να συνεργάζεται με τις Κεντρικές υπηρεσίες του ΥπΑΑΤ και τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας (ΔΑΟΚ) των Περιφερικών Ενοτήτων, καθώς και με τα Ιδρύματα Έρευνας και Κέντρα Προστασίας Φυτών κάθε περιοχής τα οποια μπορούν να ενεργούν δοκιμές νέων φαρμάκων, συσκευών, οργάνων και υλικών δακοκτονίας, εκπαιδεύσεις προσωπικού αλλά και διατήρηση δικτύων παρακολούθησης του εντόμου κατά όλη την διάρκεια του έτους.
Πόροι του φορέα μπορούν να είναι οι εισφορές που ήδη καταβάλλουν οι παραγωγοί αφού εξορθολογιστεί ο τρόπος της είσπραξης τους ώστε να μη διαφεύγουν οι επιτήδειοι. Σαν βάση των εισφορών πρέπει να είναι ο αριθμός των ελαιοδέντρων, ή η έκταση των ελαιώνων και η είσπραξη να γίνεται από τις επιδοτήσεις και θα αποδίδονται στον Φορέα.