Στη θετική πορεία των οικονομικών του ΕΦΚΑ και στην επίδραση που αυτή είχε στην εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2017, αναφέρεται η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στην «Εφημερίδα των Συντακτών».
«Ο ΕΦΚΑ είχε προϋπολογιστεί με ένα έλλειμμα 750 εκατ. ευρώ και έκλεισε με πλεόνασμα 300 εκατ., δηλαδή 1 δισ. ευρώ πάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις», τονίζει η υπουργός Εργασίας, σημειώνοντας: «η μεγάλη ανατροπή στον προϋπολογισμό, το υπερπλεόνασμα, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον ΕΦΚΑ» και προέρχεται «από συγκεκριμένο μέρος του, όχι από επιδρομή εισφορών όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση αφού οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν στην πλειονότητά τους λιγότερα. Τα περισσότερα έσοδα προέκυψαν από τους μισθωτούς αφού αυξήθηκε η απασχόληση κι επειδή έγινε σημαντική δουλειά στην εκκαθάριση του μητρώου των συντάξεων που ήταν σε εκκρεμότητα».
Διευκρινίζοντας δε την προέλευση του Επιδόματος Νεανικής Αλληλεγγύης στους νέους ανέργους επισημαίνει ότι η χορήγησή του κατέστη εφικτή όταν διεφάνη κατά το κλείσιμο του έτους ότι στον ΟΑΕΔ υπήρχε ελάχιστος δημοσιονομικός χώρος που μπορούσε να αξιοποιηθεί.
Για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης και την έξοδο από το πρόγραμμα τον ερχόμενο Αύγουστο, η υπουργός Εργασίας τονίζει: «μέχρι στιγμής τα πράγματα δείχνουν ότι οι επόμενοι μήνες θα κυλήσουν μ’ ένα ορισμένο σχέδιο που το βλέπουμε καθαρά μπροστά μας. Τώρα ολοκληρώνεται η τρίτη αξιολόγηση, την άνοιξη θα κάνουμε την τελευταία και μετά θα συζητήσουμε τους όρους της εξόδου από το πρόγραμμα μέχρι τον Αύγουστο».
Χαρακτηρίζοντας το υπουργείο Εργασίας ως «υπουργείο πρώτης γραμμής», που βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον κόσμο της εργασίας, επισημαίνει ότι οι κρούσεις που δέχονται αφορούν πρωτίστως στο φαινόμενο της απλήρωτης εργασίας. «Προσπαθούμε να παρέμβουμε θεσμικά και μέσω του ΣΕΠΕ. Παλεύουμε για λύσεις, διευκολύνουμε το διάλογο που, αρκετές φορές, καταλήγει υπέρ των εργαζομένων» σημειώνει.
Αναφερόμενη, δε, στις προηγούμενες κυβερνήσεις επισημαίνει: «προτεραιότητά μας είναι ο κόσμος της εργασίας κι αυτό μας διαχωρίζει σαφώς από τους προηγούμενους», πράγμα που κατά την υπουργό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην περίπτωση του ΣΕΠΕ. «Δεν ήθελαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις ένα ΣΕΠΕ που θα συγκρούεται με τις τράπεζες. Γιατί δεν μπήκε ποτέ ένα μεγάλο πρόστιμο σε τράπεζα;» λέει χαρακτηριστικά.
Ορίζοντας την πολλή δουλειά ως τη μόνη ανταπόκριση στην «αίσθηση του πολίτη για το ρόλο των διοικούντων», η κ. Αχτσιόγλου υπερασπίζεται τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις υποστηρίζοντας ότι αυτές θα πρέπει να προωθούνται θεσμικά ακόμη κι αν δεν υπάρχει ο αντίστοιχος βαθμός ωριμότητας στην κοινωνία, και υποδεικνύει ως κατεξοχήν παράδειγμα αυτής της αντίληψης το ζήτημα της ταυτότητας φύλου και τον σχετικό διάλογο που αναπτύχθηκε.