Οι μέρες περνούν, γίνoνται εβδομάδες, μήνες, χρόνια… Όλα έρχονται και παρέρχονται, μόνο οι αναμνήσεις μένουν. Και οι καλές κι οι κακές, που άλλοτε πονούν κι άλλοτε όχι.
Οι καλές ωστόσο, παραμένουν αναντικατάστατες, μια που καθετί όμορφο που θα μας συμβεί δεν ξαναγυρίζει! Ούτε ο χρόνος, ούτε οι τόποι, ούτε κι οι άνθρωποι θα είναι ποτέ οι ίδιοι. Ειδικά σε καιρούς σαν τους τωρινούς, που το λεγόμενο «Ρεβεγιόν» -το Πρωτοχρονιάτικο γλέντι για την υποδοχή του Νέου Χρόνου- εγκυμονεί κινδύνους…
Ας πάμε λοιπόν σε χρόνο μακρινό: 40 χρόνια πίσω! Τόπος; Χωριουδάκι του Έβρου κοντά σε καλά επανδρωμένη, ακριτική Μονάδα. Οι άνδρες πολλοί -οι περισσότεροι ανύπανδροι- οι κυρίες μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού…
Παραμονή Πρωτοχρονιάς και μια νέα δεκαετία ξεκινά… Η μικρή Λέσχη μας, που ίσα-ίσα χωράει ένα μακρόστενο τραπέζι, μας φιλοξενεί για μια ακόμα φορά. Στολή «υπ’ αριθμόν 8, εργασίας-περιπάτου» οι σύζυγοι -ο κακός καιρός των ημερών αλλά κι ο τόπος δεν προσφέρονται για επισημότητες- ανάλαφρα, γιορτινά φουστανάκια εμείς οι γυναίκες, γιατί βλέπεις υπήρχαν τότε νιάτα, ομορφιά κι ανεμελιά…
Ζεστός ο χώρος, καλό φαγητό, τσουγκρίσματα ποτηριών, ευχές κι ένα μικρό μαγνητόφωνο που πήρε κάποια στιγμή εμπρός και γέμισε τον χώρο γνωστά τραγούδια. Άλλο που δεν ήθελε ένας νιόπαντρος υπολοχαγός ο Δ. -ένας κοινωνικός, ανοιχτόκαρδος και γλεντζές νέος- να βγει στη… πίστα! Χόρεψε με τη ψυχή του κι όταν ξεκίνησαν τα καλαματιανά, μας πήρε έναν-έναν απ’ το χέρι, μπήκαμε στο κύκλο και κάναμε μερικές στροφές στο λιγοστό χώρο γύρω απ’ το τραπέζι. Δεν τον χωρούσε όμως τον Δ. η στενοκοπιά!
Έτσι κάνοντας μερικές εντυπωσιακές φιγούρες έφερε τη παρέα κοντά στην είσοδο. Αιφνιδιαστικά την άνοιξε, μπήκε μέσα φουριόζος ο παγωμένος αέρας της νύχτας, μα αυτός δεν έκανε πίσω! Με κέφι μεγάλο μας έσυρε όλους έξω στο ψιλόβροχο. Σκοτεινός ο δρόμος, τα λουστρίνια μας να βυθίζονται επικίνδυνα στη λάσπη του, τα τούλια των φορεμάτων μας να χορεύουν τρελό χορό, τα χέρια να ξυλιάζουν απ’ το τσουχτερό κρύο…
Περάσαμε μερικά στενά κρατημένοι χέρι-χέρι, χορεύοντας, γελώντας και τραγουδώντας στα ρεύματα και στο ξεροβόρι, επιστρέψαμε στην Λέσχη απ’ τη πίσω πόρτα και το γλέντι συνεχίστηκε αμείωτο…
Παγώσαμε βέβαια στο νυχτερινό μας εκείνο περίπατο! Ευτυχώς δεν κρυώσαμε! Ανεπανάληπτη εμπειρία ωστόσο!
Αξέχαστη…
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!