Βιότοπος – περιγραφή
Η λατινική ονοµασία του βοτάνου είναι PYRETHRUM parthenium (Πύρεθρον το παρθένιον). Συνώνυµα του το TANACETUM parthenium και το Chrysanthemum parthenium. Ανήκει στην οικογένεια των Συνθέτων. Το συναντούµε µε τις κοινές ονοµασίες Βασκανθήρα ή Βάλσαµο. Καλλιεργείται σε όλη την Ευρώπη.
Ηµιαυτοφύεται σε κήπους, τοίχους και χαλάσµατα.
Είναι φυτό ποώδες, όµοιο µε την µαργαρίτα, µονόκλωνο υπό µορφή θάµνου.
Φύλλωµα πράσινο κιτρινωπό, πολύ αρωµατικό. Οι µέλισσες όµως δεν αρέσκονται από την πικρή µυρωδιά του και το αντιπαθούν. Φύλλα δις πτεροειδή. Κεφάλια σε επάκριο, χαλαρό κόρυµβο. Άνθη του δίσκου κίτρινα, γλωσσίδια λευκά, βραχέα και φαρδιά. Φτάνει σε ύψος τα 15-45 εκατοστά.
Στη χώρα µας φυτρώνουν το Πύρεθρον το Παρθένιο, το Κοµβώδες και το Τεφρόν, σε τόπους ορεινούς και το πλέον κοινό είναι το πρώτο, το οποίο έχει και θεραπευτικές ιδιότητες. Καλλιεργούνται επίσης ξένες ποικιλίες όπως το Καυκάσιον και το Σποδοφυτόφυλλον το ∆αλµατικόν, τα οποία χρησιµεύουν για τα άνθη τους, τα οποία όταν τριφτούν και γίνουν σκόνη είναι εξαιρετικά εντοµοκτόνα. Όλες σχεδόν οι ποικιλίες καλλιεργούνται σε µεγάλες εκτάσεις σε Ισπανία, Ιράκ, Ιαπωνία και Αφρική.
Ιστορικά στοιχεία
Βότανο γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων. Το αναφέρει ως αντιφλεγµονώδες βότανο ο ∆ιοσκουρίδης (1ο µ.Χ. αιώνα). Η ονοµασία του Πύρεθρο, προέρχεται από την ελληνική λέξη «πυρ» και οφείλεται στην εξαιρετικά καυτή γεύση της ρίζας του βοτάνου.
Το βότανο έχει χρησιµοποιηθεί στο παρελθόν για την πρόληψη του πονοκέφαλου και της ηµικρανίας. Επίσης αναφέρεται η χρήση για προβλήµατα αρθρίτιδας και σε προβλήµατα πέψης. Το αφέψηµα του βοτάνου το γλύκαιναν µε µέλι ή ζάχαρη και το έπιναν σε προβλήµατα βήχα, συριγµού και δύσπνοιας.
Εκτός των θεραπευτικών του ιδιοτήτων ήταν γνωστό και για τις εντοµοκτόνες ιδιότητές του. Το 1924 ανακαλύφθηκε ότι η εντοµοκτόνος ιδιότητά του οφείλεται σε δύο οξονικούς αστέρες, που τους ονόµασαν Πυρεθρίνη Ι και Πυρεθρίνη ΙΙ, από τις οποίες έπειτα από πολύχρονες χηµικές µελέτες, παρασκεύασαν µεγάλης εντοµοτοξικότητας πτητικά εκχυλίσµατα.
Συστατικά – χαρακτήρας
Το φυτό περιέχει ένα αιθέριο έλαιο, αποτελούµενο από καµφορά, τερπένιο, βορνεόλη, διάφορους εστέρες και µία πικρή ουσία. Είναι άριστο εντοµοκτόνο επαφής µε πολύ γρήγορη ενέργεια. ∆εν παρουσιάζει φυτοτοξικές παρενέργειες και είναι σχεδόν ακίνδυνο για τον άνθρωπο και τα ζώα. Είναι όµως ακριβό και δεν χρησιµοποιείται ευρέως στην καταπολέµηση φυτονόσων. Κυρίως χρησιµοποιείται στην παρασκευή εντοµοκτόνων οικιακής χρήσεως και την καταπολέµηση των εξωτερικών παρασίτων των ζώων.
Άνθιση – χρησιµοποιούµενα
µέρη – συλλογή
Ανθίζει από τον Ιούνιο µέχρι τα τέλη Αυγούστου. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιµοποιούνται τα άνθη και η ογκώδης ρίζα του φυτού. Συλλέγεται από τον Ιούνιο µέχρι τον Αύγουστο.
Θεραπευτικές ιδιότητες
και ενδείξεις:
Βότανο καθαρτικό, άφυσο, πικρό, σπασµολυτικό και εµµηναγωγό.
Τα άνθη και η ρίζα του βοτάνου δρουν ως αντινευραλγικό στις οδονταλγίες και για τους πόνους της µέσης. Σήµερα δεν χρησιµοποιείται στην αλλοπαθητική ιατρική. Χρησιµοποιείται όµως στην οµοιοπαθητική.
Παρασκευή και δοσολογία
Τα άνθη παρασκευάζονται ως έγχυµα και η ρίζα ως αφέψηµα. Χρησιµοποιούµε ένα κουταλάκι του γλυκού ξηρό βότανο (ρίζα) για ένα φλιτζάνι νερό και το βράζουµε για 10 λεπτά. Το πίνουµε όταν κρυώσει λίγο. Αν θέλουµε να χρησιµοποιήσουµε το βότανο για εντριβές στα σηµεία που πονάµε, χρησιµοποιούµε διπλάσια δόση.
Προφυλάξεις
Η µακροχρόνια λήψη του βοτάνου µπορεί να προκαλέσει µόλις διακοπή συµπτώµατα στέρησης που εκφράζονται µε πονοκέφαλους και πόνους στους µυς και τις αρθρώσεις. Η επαφή µε το φυτό µπορεί να προκαλέσει σε ευαίσθητα άτοµα δερµατίτιδα εξ επαφής. Έχουν αναφερθεί ως παρενέργειες ακόµη γαστρεντερικές ενοχλήσεις όπως ναυτία, έµετο, κοιλιακό άλγος, διάρροια και µετεωρισµός. Αν το φυτό το µασήσει κανείς µπορεί να προκαλέσει έλκη στο στόµα, πρήξιµο και µούδιασµα. ∆εν επιτρέπεται η χρήση του βοτάνου από τις εγκύους και όσους λαµβάνουν αντιπηκτικά φάρµακα ή φάρµακα που µεταβολίζονται στο ήπαρ.