■ Ένα πολύ σηµαντικό βιβλίο από την έρευνα της Χριστίνας Πετροπούλου στα ελληνόφωνα χωριά της Κάτω Ιταλίας.
Εκδόσεις ‘‘Επίκεντρο’’
«Μέσω του ελληνικού γλωσσικού κώδικα, η µικρή αυτή κοινωνία «αµυνόταν» από αυτούς των οποίων δεν γνώριζε ακόµη την προέλευση, και κυρίως τις προθέσεις. Η άφιξη ενός ξένου προκαλούσε πάντα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους κατοίκους, και βιωνόταν ως γεγονός εξαιρετικής σηµασίας.
Οι στιγµές της πρώτης συνάντησης µαζί του εµπεριείχε έντονα το κωµικό στοιχείο, λόγω αδυναµίας συνεννόησης, καθώς όλοι οι παρευρισκόµενοι µιλούσαν µεταξύ τους ελληνικά. Κατ΄αυτόν τον τρόπο, η γλώσσα λειτουργούσε σαν «ασπίδα προστασίας», µε χιουµοριστικό πάντα τρόπο, µέχρι την στιγµή που θα διευκρινιζόταν ο λόγος της επίσκεψης.»
Αυτό είναι ένα µικρό αλλά διαφωτιστικό απόσπασµα από το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο της Χριστίνας Πετροπούλου, ανθρωπολόγου – καθηγήτριας στο Πάντειο Πανεπιστήµιο =, «Τα εγγόνια του Οµήρου – Μνήµη συγγένεια ταυτότητα στο Γκαλλιτσιανό της Καλαβρίας», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Επίκεντρο».
Η ανθρωπολόγος παρέµεινε έξι χρόνια στην Ιταλία παρακολουθώντας εθνο – ανθρωπολογικές σπουδές και πραγµατοποιώντας επιτόπια έρευνα στα ελληνόφωνα χωριά της Κάτω Ιταλίας και συγκεκριµένα στο Γκαλιτσιανό της Καλαβρίας, όπου και αρχικά εγκαταστάθηκε το 1984, έφυγε και µετά επέστρεψε, προσπαθώντας να περιγράψει την διστακτικότητα αλλά παράλληλα και την µεγαλοκαρδία αυτών των ανθρώπων που µιλούν την ελληνική γλώσσα ως διάλεκτο (γκρέκο / γκρεκάνικα), τις συνήθειες τους αλλά και την προσπάθεια αυτή η µορφή της ελληνικής γλώσσας να διατηρηθεί το βάθος των χρόνων.
Πρόκειται όντως για µια εξαιρετική προσπάθεια µε την επιτόπια έρευνα που παίρνει σάρκα και οστά στο εν λόγω βιβλίο, που στοχεύει στο να φωτίσει άγνωστες µέχρι τώρα πτυχές των ελληνόφωνων χωριών της Κάτω Ιταλίας.
Η συγγραφέας «χάνεται» στις πολύωρες συζητήσεις µε τους ντόπιους στην προσπάθειά της να αντλήσει ολοένα και περισσότερα στοιχεία όχι µόνο για την έρευνα την ίδια αλλά για τους ανθρώπους που ζούσαν και ζουν εκεί: «Εξαιρετικής σηµασίας υπήρξαν οι ατέλειωτες ώρες που περνούσα γύρω από το µαγκάλι στην πλατεία του χωριού ή το καφενείο», λέει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, περιγράφοντας ορισµένες στιγµές κατά την διάρκεια της επιτόπιας έρευνας.
Η Χριστίνα Πετροπούλου συµπεραίνει, µεταξύ άλλων, ότι η αφιέρωση επαρκούς χρόνου, η γνώση της γηγενούς γλώσσας, η στενή επαφή και η δηµιουργία σχέσεων αµοιβαίας εµπιστοσύνης, εκτίµησης µεταξύ ερευνητού και των ανθρώπων υπό µελέτης κοινωνίας, αποτελούν τις βασικές προϋποθέσεις για την µελέτη και κατανόηση της επιλεγµένης κοινωνίας.
Όντως η συγγραφέας, µε την πολύχρονη αυτή προσπάθειά της προσφέρει απλόχερα την επικοινωνία µε τους ανθρώπους αυτής της κοινότητας και διαφυλάττει όχι µόνο την παράδοση, τα ήθη και τα έθιµά τους αλλά πάνω απ΄όλα την παρουσία και τον αυτοπροσδιορισµό τους.
Αναµφίβολα, µια πολύ σηµαντική έρευνα για περιοχές όπου η ελληνική γλώσσα είναι παρούσα µε εκφραστικές ιδιαιτερότητες και γλωσσικές ιδιοµορφίες. Ένα βιβλίο έρευνας που προστίθεται ως µια σηµαντική ψηφίδα στο πολύ αξιόλογο από ιστορικής απόψεως ανθρωπολογικό µουσείο του ιταλικού Νότου µε ελληνικό κυρίως ενδιαφέρον.