Στις µέρες µας , που η κλιµατική αλλαγή διαφεντεύει και τα προγράµµατα µετάβασης σε πιο καθαρές µορφές ενέργειας ολοένα και αυξάνονται , η «Σιωπηλή Άνοιξη» δεν έχει χάσει τίποτα από την αξία της ως λογικής και ευαίσθητης προειδοποίησης. Σαν όλα τα βιβλία µε διορατικότητα, µπόρεσε να δηµιουργήσει µια δική της παράδοση κριτικού λόγου για τα περιβαλλοντικά ρίσκα του κόσµου µας. Η απαγόρευση της χρήσης της βρώµικης δωδεκάδας από τη ∆ιεθνή Σύµβαση της Στοκχόλµης το 2001 «ξεσήκωσε» σε διαµαρτυρία οργανισµούς ,πολυεθνικές εταιρίες παραγωγής αγροχηµικών και κουστωδία 400 ευυπόληπτων και επώνυµων ονοµάτων µεταξύ των οποίων και τρεις βραβευµένους µε Νόµπελ . Γνώριµη και στις µέρες µας η «αντίδραση» και η τακτική αυτή για την περίπτωση πολύ γνωστού χορτοκτόνου, το οποίο «απαγορεύεται και ξεαπαγορεύεται» . Το δίληµµα «να απαγορευτεί η να µην απαγορευτεί» (To ban or not to ban) είναι πια ξεπερασµένο. Υπάρχουν σήµερα πολλές άλλες βιολογικές λύσεις, οι οποίες µπορούν να υποκαταστήσουν τη χρήση του DDT.
Η Ραχήλ Κάρσον έγραψε σε µια περίοδο που ο κοινωνικός κοµφορµισµός και η έλλειψη ανοχής ήταν σε µέγιστα επίπεδα, εξαιτίας του ψυχρού πολέµου. Παράλληλα, οι µεγάλες επιχειρήσεις και η επιστήµη ήταν οι «πρωτουργοί» µιας νέας ευηµερίας.
Η κυκλοφορία του συγγράµµατος αυτού «ξεσήκωσε» απρόσµενες ανησυχίες για το περιβάλλον σε µεγάλη µερίδα της αµερικανικής κοινωνίας. Μάλιστα οδήγησε στην αλλαγή της εθνικής πολιτικής των ΗΠΑ για τη χρήση των εντοµοκτόνων. Παρά τις αντιδράσεις των µεγάλων βιοµηχανιών παραγωγής συµβατικών αγροτοχηµικών απαγορεύτηκε το 1973 το DDT και άλλα εντοµοκτόνα. Η Ραχήλ Κάρσον όµως από τις εταιρίες αυτές, από την κυβέρνηση και από άλλους «εραστές» των συµβατικών αγροχηµικών λοιδορήθηκε και δέχτηκε «άγριες» και συχνά ανήθικες επιθέσεις γιατί φοβήθηκαν ότι ο συναισθηµατισµός της θα υπονοµεύσει την επιστηµονική πρόοδο!!! Η αγροχηµική βιοµηχανία σε συµµαχία µε την κυβέρνηση, έβαζε το κέρδος και τον έλεγχο των αγορών πάνω από τη δηµόσια υγεία και το µέλλον του περιβάλλοντος. Παράλληλα «ξύπνησε» το αφηµένο στις «αγκάλες του Μορφέα» παγκόσµιο περιβαλλοντικό κίνηµα και παρακίνησε το αµερικάνικο τµήµα τµήµατα του να παρέµβει και να πιέσει τις ΗΠΑ για δηµιουργία Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος (Environmental Protection Agency,EPA), όπως και έγινε. Η διαρκής εµµονή της έκκλησης της συγγραφέας για µια πιο βιώσιµη προσέγγιση στη γεωργία ήταν ολοφάνερη. Η Ραχήλ Κάρσον θεωρείται ακόµα και σήµερα «πρωτοπόρος» της προσπάθειας απόκτησης του κοινού και των επιστηµόνων ερευνητών «περιβαλλοντικής συνείδησης». Αναγνωρίζεται ευρέως ως µια από τις προσωπικότητες µε τη µεγαλύτερη επιρροή στο «σύγχρονο περιβαλλοντικό κίνηµα» (modern environmental movement). Ακόµα µε το σύγγραµµα αυτό προκλήθηκε δηµόσια κατακραυγή γεγονός που επέφερε σηµαντικές αλλαγές στη ρύθµιση και στη χρήση των συµβατικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Το πάθος της Ραχήλ για τη φύση και η επιστηµονική της κατάρτιση από τα προηγούµενα δηµοσιευµένα έργα της ενστάλαξαν µια βαθιά κατανόηση της διασύνδεσης των ζωντανών οργανισµών και της λεπτής ισορροπίας των οικοσυστηµάτων. Ωστόσο, το συγγραφικό της έργο «η σιωπηλή άνοιξη» έφερε τη Ραχήλ στο προσκήνιο της διεθνούς προβολής και πυροδότησε µια δηµόσια συζήτηση σχετικά µε τη χρήση συνθετικών συµβατικών φυτοφαρµάκων στη γεωργία. Στο βιβλίο της αυτό τεκµηριώνονται σχολαστικά οι επιβλαβείς επιπτώσεις των εντοµοκτόνων φυτοφαρµάκων και κυρίως το DDT στην άγρια ζωή και ιδιαίτερα στα πουλιά. Εκφράζονται επίσης έντονες ανησυχίες σχετικά µε τους πιθανούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία. Η εύγλωττη πεζογραφία και η σχολαστική έρευνα της Ραχήλ είχαν απήχηση στο κοινό που ανησυχούσε ολοένα και περισσότερο για τον αντίκτυπο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο φυσικό περιβάλλον. Βέβαια το βιβλίο της ήταν κάτι περισσότερο από µια προειδοποίηση για τους κινδύνους που εγκυµονεί η χρήση και ιδίως η κατάχρηση των συµβατικών χηµικών φυτοφαρµάκων. Ήταν ένα κάλεσµα για µια θεµελιώδη αλλαγή στη σχέση του ανθρώπου µε τη φύση, γιατί ο Homo sapiens δεν είναι ξεχωριστός από το περιβάλλον , αλλά περίπλοκα συνυφασµένος στον ιστό του. Σήµερα, αυτό το µήνυµα παραµένει επίκαιρο όσο ποτέ. Κι αυτό γιατί παρά τους κανονισµούς που διέπουν τη χρήση των φυτοφαρµάκων υπάρχει διαρκής µέριµνα για την αποφυγή διατάραξης της οικολογικής ισορροπίας του φυσικού περιβάλλοντος. Κι ο λόγος είναι απλός. Πολλοί από τους ανθρώπους «διαποτισµένοι» από την «κερδοφρένεια» δεν σέβονται τους υπάρχοντες κανονισµούς και προσφεύγουν στην υπέρχρηση των συµβατικών χηµικών φυτοφαρµάκων για να «φουσκώσουν το «πουγκί» τους. Γιαυτό η πανίσχυρη αγροχηµική βιοµηχανία δεν ήταν διατεθειµένη να αφήσει µια πρώην κρατική συντάκτρια «χωρίς διδακτορικό» και χωρίς θεσµοθετηµένη αρµοδιότητα, να υπονοµεύσει την εµπιστοσύνη του κοινού στα προϊόντα της ή να αµφισβητήσει την ακεραιότητά της (άκουσον άκουσον). Κι ακόµα αρχικά την αντιµετώπισαν ως ένα δευτερεύον πρόβληµα δηµοσίων σχέσεων, αλλά όταν άρχισε να ερευνά τις καταγγελίες το Κογκρέσο και έδειξε ενδιαφέρον ο πρόεδρος Κένεντυ, η βιοµηχανία και το επιστηµονικό κατεστηµένο επιτέθηκαν στην αξιοπιστία της και αµφισβήτησαν την ειλικρίνειά της (τόσο απλά). Της επιτέθηκαν ως κινδυνολόγο που δεν ήξερε αρκετή επιστήµη. Ως µια «υστερική» γυναίκα µε µια υπερβολικά ροµαντική σύνδεση µε τη φύση(sic).
∆υστυχώς η Ραχήλ Κάρσον, «θύµα» των επιπτώσεων των συµβατικών αγροχηµικών ,στις 14 του Απρίλη του 1964 πεθαίνει τραγικά στο Σίλβερ Σπρινγκ του Μέριλαντ σε ηλικία 60 χρόνων από καρδιακή προσβολή, ενώ είχε αποδυναµωθεί σηµαντικά από τη µάχη της µε τον καρκίνο. Η αντιµετώπιση της προσωπικής επίθεσης από το κατεστηµένο, ενώ ήταν βαριά άρρωστη παρέχει ένα παράδειγµα της δύναµης που διαθέτει ακόµη κι ένας µοναχικός ιδιώτης στην προώθηση κοινωνικών αλλαγών. Προτού πεθάνει, κατέθεσε ενώπιον διάφορων επιτροπών της Γερουσίας. Μεταξύ άλλων, πρότεινε τη δηµιουργία µιας νέας, ανεξάρτητης κυβερνητικής κανονιστικής υπηρεσίας, που θα ελέγχει την ανθρώπινη και περιβαλλοντική υγεία. Αν και δεν έζησε για να δει τη θεσµοθέτηση της Υπηρεσίας Προστασίας Περβάλλοντος (Environmental Protection Agency,EPA) ήταν σίγουρη πως άνθρωποι που µοιράζονταν τα ενδιαφέροντα της επρόκειτο να συνεχίσουν το έργο της. Ποτέ δεν κατάφερε να δει την πλήρη έκταση της θετικής αλλαγής που ξεκίνησε. Ως επιστήµονας, πιθανότατα θα ήταν ικανοποιηµένη µε την πρόοδο που σηµειώθηκε στη βιώσιµη γεωργία και τη στροφή προς µια πιο αρµονική σχέση µε τη φύση. Ο «περιβαλλοντικός » όµως σπόρος που έσπειρε φύτρωσε και καρποφόρησε στα πέρατα του πλανήτη. Η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει την ανησυχία της Ραχήλ Κάρσον για την υποβάθµιση του περιβάλλοντος και την ενσωµατώνει στους Στόχους Βιώσιµης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) (Sustainable Development Goals (SDGs). Για παράδειγµα ο στόχος ΣΒΑ12, φροντίζει για τη «∆ιασφάλιση βιώσιµης κατανάλωσης και προτύπων παραγωγής» και ο ΣΒΑ 12.4 επιδιώκει την επίτευξη της περιβαλλοντικά ορθής διαχείρισης των χηµικών ουσιών και όλων των αποβλήτων. ∆υστυχώς οι στόχοι για τα φυτοφάρµακα και λιπάσµατα δεν έχουν ακόµη επιτευχθεί πλήρως. Εύλογα διερωτάται κάποιος: Ο άνθρωπος βρίσκεται στο µονοπάτι προς ένα διαφορετικό µέλλον ή η σιωπή που περιέγραψε η Ραχήλ Κάρσον είναι µια ηχώ που είναι ακόµα προορισµένος να ακούσει ; Οι καλύτερες πρακτικές διαχείρισης των παρασίτων, οι ολιστικές προσεγγίσεις που ενσωµατώνουν τη διαχείριση των παρασίτων σε βιώσιµα συστήµατα τροφίµων και γεωργίας και το αυξανόµενο ενδιαφέρον για τις λύσεις που βασίζονται στους φυσικούς νόµους του οικοσυστήµατος προσφέρουν ελπίδα. Πράγµατι µε τον καιρό αναφαίνεται µια στροφή προς την περιβαλλοντικά αποδεκτή και ασφαλή διαχείριση των φυτοπαράσιτων. Το µήνυµα του βιβλίου «σιωπηλή άνοιξη» πυροδότησε µια θεµελιώδη αλλαγή στη γεωργία. Σήµερα, ένας αυξανόµενος αριθµός πρακτικών διαχείρισης των φυτοπαράσιτων δίνει προτεραιότητα στην αρµονία µε τη φύση. Μεταξύ των πρακτικών αυτών ξεχωρίζουν.
Η Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση Παρασίτων (Ο∆Π) (Integrated Pest Management, IPM) που συνδυάζει πολλαπλές στρατηγικές για την αντιµετώπιση των φυτοπαράσιτων.
Τα Βιοπαρασιτοκτόνα που προέρχονται από φυσικά υλικά όπως βακτήρια, µύκητες ή φυτά και
Η τοπική διαχείριση ενδιαιτηµάτων, που είναι υποσύνολο της IPM. Ως ενδιαίτηµα ορίζεται το φυσικό περιβάλλον, στο οποίο ζει και αναπαράγεται ένα είδος, ένας πληθυσµός ή µια βιοκοινότητα. Τελευταία στα πλαίσια της τοπικής διαχείρισης ενδιαιτηµάτων αναπτύχθηκε η «έξυπνη» στρατηγική της «ώθησης-έλξης» (Push-Pull) µε εξαιρετική αποτελεσµατικότητα στην αντιµετώπιση των φυτοπαράσιτων εντόµων. Η στρατηγική αυτή αξιοποιεί τη δύναµη της φύσης µέσω µιας βιώσιµης και τοπικά προσαρµοσµένης προσέγγισης. Η τεχνική αυτή χρησιµοποιεί δύο βασικά στοιχεία της διαχείρισης των οικοτόπων. Ένα εντοµοαπωθητικό και ένα ελκυστικό για τον έλεγχο των εντοµολογικών εχθρών των καλλιεργειών.
Χάρη στην παρακαταθήκη της «σιωπηλής άνοιξης» ιδρύονται δύο βασικοί διεθνείς οργανισµοί µε θεµατικό την προστασία της φύσης. Το Περιβαλλοντικό Πρόγραµµα των Ηνωµένων Εθνών (United Nations Environment Programme ,UNEP) και ο Οργανισµός Τροφίµων και Γεωργίας (Food and Agriculture Organization (FAO), που ενθαρρύνουν τη στροφή προς τη βιώσιµη γεωργία (agriculture durable) και τις διάφορες πρακτικές της. Ακόµα αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για παραπέρα και σε βάθος µελέτη
Η αειφόρος (βιώσιµη) γεωργία µε τις µορφές της την οικολογική και ολοκληρωµένη γεωργία µε την ευρεία της έννοια. Για να κατανοηθεί καλλίτερα η έννοια της αειφόρου γεωργίας, είναι χρήσιµο να αναφερθεί κανείς στις πέντε βασικές αρχές της αειφορίας στα τρόφιµα και στη γεωργία, όπως αυτές διατυπώθηκαν από τον FAO
Η βελτίωση της αποδοτικότητας στη χρήση των πόρων είναι ζωτικής σηµασίας για τη βιώσιµη γεωργία.
Η βιωσιµότητα απαιτεί άµεση δράση για τη διατήρηση, την προστασία και την ενίσχυση των φυσικών πόρων.
Η γεωργία που αποτυγχάνει να προστατεύσει και να βελτιώσει τα αγροτικά µέσα διαβίωσης, την ισότητα και την κοινωνική ευηµερία δεν είναι βιώσιµη.
Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των ανθρώπων, των κοινοτήτων και των οικοσυστηµάτων είναι καίριας σηµασίας για τη βιώσιµη γεωργία. Και
Τα βιώσιµα τρόφιµα και η βιώσιµη γεωργία απαιτούν υπεύθυνους και αποτελεσµατικούς µηχανισµούς διακυβέρνησης.
H γεωργία διατήρησης (Conservation Agriculture,CA) µε πολυδιάστατα οφέλη για το έδαφος, το περιβάλλον και τους παραγωγούς.
Η επιστήµη της αγροοικολογίας (Agroécologie), που µελετάει το σύνολο των φιλικών προς το περιβάλλον γεωργικών µεθόδων παραγωγής. Κατά συνέπεια η αγροοικολογία είναι η εφαρµοσµένη επιστήµη που περιλαµβάνει την προσαρµογή των οικολογικών εννοιών στη δοµή, την απόδοση και τη διαχείριση βιώσιµων αγροοικοσυστηµάτων.
Το φαινόµενο της αλληλοπάθειας (Allelopathy)µε το οποίο η φύση ρυθµίζει την ισορροπία των έµβιων εταίρων της και
Το φαινόµενο της βιοµίµησης (Biomimétisme) µε το οποίο αξιοποιούνται τα διδάγµατα της Φύσης.
*Ο ∆ρ. Βαγγέλης Α. Μπούρµπος είναι Γεωπόνος ,Ερευνητής ,Φυτοπαθολόγος, Οικοτοξικολόγος
Ψεκασµός µε DDT εργαζόµενων στο Σεούλ το 1951