Το αρχικό συναίσθημα που παρακίνησε αυθόρμητα τη γραφίδα μου στη γραφή του παρόντος άρθρου είναι ο θαυμασμός για την επίτευξη του άρτιου πολιτικού λόγου που απηύθυνε ο πρωθυπουργός στους βουλευτές και γερουσιαστές των Ηνωμένων Πολιτειών. Ένα πολύ σπάνιο φαινόμενο στα διεθνή πολιτικά δρώμενα όταν ο ηγέτης μιας μικρής χώρας, όπως η Ελλάδα, καλείται να παρουσιάσει μια ιδιαίτερα δύσκολη και πολλούς κινδύνους για την ανθρωπότητα εγκυμονούσα πολιτική περίοδο στον καθεδρικό ναό της παγκόσμιας πολιτικής, δείχνει με τον ισορροπημένο, σταθερό και ακύμαντο λόγο του να έχει υπό πλήρη έλεγχο την εργαλειοθήκη του ορθολογικού και του θυμικού του και να μη πέφτει σε παγίδες πολιτικής ρητορικής. Όταν μάλιστα η υποδοχή του κορυφαίου πολιτικού ακροατηρίου συνοδεύεται με ακατάπαυστα χειροκροτήματα εκρηκτικού ενθουσιασμού παλλόμενο από ένα βαθύ φιλελληνισμό και η παρουσία της Ελλάδας, της μάμμης της Ευρώπης, γίνεται πιο έντονη.
Να υπενθυμίσουμε, για το σχετικό του ενδιαφέρον, ότι εν έτει 1894, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας των πρώτων σύγχρονων Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 στη διεθνή σύσκεψη στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου της Σορβόνης, που είχε οργανώσει ο Πιερ ντε Κουμπερτέν, ο Δημήτρης Βικέλας στο λόγο του επιλογής της χώρας, όπου θα διεξά
γονταν
οι αγώνες, πρότεινε με ένα εύγλωττο τρόπο την Ελλάδα, ως την μάμμη της Ευρώπης. Ο πρώτος εκπρόσωπος που αντέδρασε άμεσα και με ενθουσιασμό ήταν ο Αμερικανός.
Η εσωτερική συγκρότηση ενός ατάραχου πρωθυπουργού, η παραπάνω από εύστοχη λεκτική επιλογή της διατύπωσης μιας προσεκτικά ελεγμένης θεματολογίας, ο ειρμός και η ροή του λόγου, δόμησαν μια μνημειώδη ομιλία που θα μείνει στα Χρονικά της Πολιτικής. Παρόλο που η περίπτωση προσλαμβάνει υπερπολιτικές διαστάσεις καταλογίζοντάς την ως προσωπικό του επίτευγμα…
* Φώτης Κωνσταντινίδης PhD σεναριογράφος – σκηνοθέτης