Αρκετά χρόνια νεότερες φαίνονται οι γυναίκες που υποβάλλονται σε ρινοπλαστική, γεγονός που έχει επιβεβαιωθεί με αντικειμενικό τρόπο. Αν και η διόρθωση των αισθητικών προβλημάτων μιας μύτης δεν θεωρείται αντιγηραντική θεραπεία, στην πραγματικότητα είναι. Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν αποδείξει ότι οι αισθητικές επεμβάσεις στη μύτη μπορούν να γυρίσουν πίσω το χρόνο, αλλά όλες στηρίζονταν σε υποκειμενικά, ανθρώπινα κριτήρια. Πρόσφατα βρέθηκε τρόπος που επιβεβαίωσε αντικειμενικά ότι η ρινοπλαστική αποτελεί μια αισθητική επέμβαση που αναστρέφει τα σημάδια της γήρανσης.
«Όπως και άλλα σημεία του προσώπου και του σώματος, η μύτη υπόκειται φθορά με την πάροδο του χρόνου. Οι μεγαλύτεροι άνθρωποι παρουσιάζουν πτώση του ακρορινίου, με εξασθένιση της στήριξής του, λόγω χαλάρωσης των συνδέσμων και μυών που επέρχεται με την ηλικία καθώς και μειωμένης στήριξης της μύτης, εφόσον με την πάροδο των ετών, οι χόνδροι γίνονται πιο μαλακοί και εύκαμπτοι. Όλα αυτά οδηγούν σε μια εικόνα επιμήκυνσης της μύτης με το κάτω μέρος της να καλύπτει σιγά-σιγά το άνω χείλος με αποτέλεσμα η ρινοχειλική γωνία να εμφανίζεται ιδιαίτερα μικρή (οξεία) σε ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας. Ο συνδυασμός της μείωσης του λίπους του προσώπου και της απώλειας πυκνότητας και ισχύος του οστεοχόνδρινου σκελετού, οδηγεί σε πτωτική τάση των μαλακών ιστών και κατ’ επέκταση πτώση και στροφή της άκρης της μύτης προς τα μέσα», μας εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας. «Ο στόχος της Λειτουργικής Ρινοπλαστικής είναι να δημιουργήσει μια μύτη που αναπνέει ελεύθερα, με διαστάσεις και μέγεθος σε πλήρη αρμονία με τις αναλογίες του προσώπου. Ένα πρόσωπο συμμετρικό, με αρμονικές αναλογίες δείχνει εκτός από ομορφότερο και αρκετά πιο νεανικό», προσθέτει.
Αρκετές προηγούμενες μελέτες προσπάθησαν να ποσοτικοποιήσουν τις αναζωογονητικές ιδιότητες της ρινοπλαστικής, με περιορισμένη επιτυχία. Το 2012 πραγματοποιήθηκε μια μελέτη για τις ανάγκες της οποίας ζητήθηκε από 50 παρατηρητές να εκτιμήσουν τις ηλικίες 53 ασθενών πριν από τη ρινοπλαστική και 1 έτος μετά. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι παρατηρητές έκριναν τους ασθενείς μετά τη ρινοπλαστική νεότερους κατά 1,5 χρόνο, κατά μέσο όρο, σε σύγκριση με τις φωτογραφίες πριν από τη ρινοπλαστική, με τη μελέτη να σημειώνει ότι η αντιγηραντική επίδραση είναι ισχυρότερη στους ηλικιωμένους ασθενείς από ό,τι στους νεότερους. Από τα αποτελέσματα φάνηκε επίσης ότι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε Λειτουργική Ρινοπλαστική με διόρθωση του πτωτικού ακρορινίου, έδειχναν αρκετά νεότεροι στις μετεγχειρητικές φωτογραφίες τους. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι εκείνος που υποβάλλεται σε ρινοπλαστική δείχνει νεότερος, με αποτελέσματα η αντιγήρανση να αποτελεί ένα από τα οφέλη της ρινοπλαστικής. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις κάποιων συναδέλφων τους έθεσαν υπό αμφιβολία αυτό το συμπέρασμα λέγοντας ότι μπορεί να οφείλονταν στη βελτιωμένη αυτοαντίληψη και αυτοεκτίμηση του ασθενούς ή σε ανθρώπινο λάθος των παρατηρητών.
Για πιο αντικειμενική κρίση, ερευνητές από το UCLA χρησιμοποίησαν ένα πολυδιάστατο λογισμικό αναγνώρισης και σύγκρισης προσώπου, έναν νέο αλγόριθμο μηχανικής εκμάθησης που βοηθά στην αποσαφήνιση των χαρακτηριστικών της γήρανσης που δεν είναι πάντα αισθητά με το ανθρώπινο μάτι. Η μηχανική εκμάθηση είναι ένας τομέας της επιστήμης των υπολογιστών που τους δίνει τη δυνατότητα να μαθαίνουν χωρίς να απαιτείται ο προγραμματισμός τους.
Οι ερευνητές περιέλαβαν στη μελέτη τους γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε ρινοπλαστική, από το 2014 έως το 2018 και είχαν μετεγχειρητικές φωτογραφίες την 12η ή κάποιες εβδομάδες μετά. Όλες αναλύθηκαν με το Microsoft Azure Face API (Redmond, WA), το οποίο εκτιμά την ηλικία των ασθενών περικόπτοντας το πρόσωπο από μια φωτογραφία και στη συνέχεια εξάγοντας μια πρόβλεψη βάσει του αλγορίθμου.
Κριτήρια για τη συμμετοχή τους πληρούσαν οι 100 ασθενείς, που είχαν ηλικία από 16 έως 72 ετών. Ο αλγόριθμος εκτίμησε κατά μέσο όρο ότι οι ασθενείς προεγχειρητικά ήταν 0,03 έτη μεγαλύτεροι από την πραγματική ηλικία τους. Κατά μέσο όρο, οι ασθενείς βρέθηκαν νεότεροι κατά 3 χρόνια μετά την ρινοπλαστική. Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι η διαφορά ήταν ακόμη πιο έντονη σε γυναίκες άνω των 40 ετών, μερικές από τις οποίες έμοιαζαν 7 χρόνια νεότερες μετά τη ρινοπλαστική.
Οι αλγόριθμοι CNN, όπως αυτός που χρησιμοποιήθηκε στη συγκεκριμένη μελέτη, έχουν αποδειχθεί ότι υπερτερούν σημαντικά των ανθρώπων στις δυνατότητες εκτίμησης ηλικίας. Η μελέτη πέτυχε εκτίμηση της ανθρώπινης ηλικίας μέσω λεπτομερούς φωτογραφικής ανάλυσης που περιλαμβάνει 68 μετρήσεις προσώπου και 128 παραγόμενα σημεία δεδομένων για κάθε φωτογραφία. Επιπλέον, τα μάτια και τα χείλη κάθε ασθενούς μετρήθηκαν από μια τυπική στάση, εξαλείφοντας τυχόν επιδράσεις του «χαμόγελου» ή του «συνοφρυώματος» που μπορεί να επηρεάσουν τη διάθεση, την αυτοαντίληψη και τελικά τον προσδιορισμό της ηλικίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, εκτός από την ομορφιά του προσώπου, η ρινοπλαστική πράγματι χαρίζει νεότερη εμφάνιση κατά μέσο όρο 3 χρόνια.
«Η ανθρώπινη μύτη, η οποία αποτελείται από μαλακό ιστό, χόνδρο και οστά, χάνει τη στήριξή της και παρουσιάζει πτώση με την πάροδο του χρόνου. Η ρινοπλαστική αποσκοπεί στην πραγματοποίηση δομικών αλλαγών στα οστά και τους χόνδρους της μύτης και συχνά στην επιδιόρθωση του ακρορινίου, ενώ ο ασθενής βρίσκεται υπό γενική αναισθησία. Η διορθωμένη μύτη βρίσκεται σε αρμονία με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του προσώπου. Ένας έμπειρος ρινοπλαστικός είναι σε θέση να επέμβει όπου και όσο πρέπει. Το μόνο που απαιτείται είναι ο ασθενής να έχει ρεαλιστικές προσδοκίες, και προς αυτή την κατεύθυνση βοηθά η οπτικοποίηση του αποτελέσματος, η οποία μπορεί να επιτευχθεί με τη συνδρομή της τεχνολογίας. Ο ασθενής μπορεί πια να δει σε τρισδιάστατη εικόνα το αποτέλεσμα που μπορεί να αναμένει μετά από την πλαστική μύτης, με το μοναδικό σύστημα 3D προσομοίωσης ρινοπλαστικής. Μέσω αυτού, ο χειρουργός μπορεί να εξηγήσει στον ασθενή ποιες είναι οι ενδεδειγμένες παρεμβάσεις προκειμένου το αποτέλεσμα να φαίνεται φυσικό και κατάλληλο για την ηλικία του, να γίνουν οι απαραίτητες μετρήσεις και να δοθεί από το χειρουργό η εικόνα μιας μύτης σε πλήρη αρμονία με την ηλικία, το φύλο, το χαρακτήρα και τις συνήθειες του ασθενούς», καταλήγει ο Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.