Κόρη και νιος επαίζανε σ’ ώριο περιβολάκι
κι απού το παίξε – γέλασε και το πολύ κανάκιο,
αποκοιμήθηκε ο νιος στσι λυγερής τσ’ αγκάλες.
Σιγά σιγά τονε ξυπνά και σιγανά του λέει:
“Ξύπνα ρόδο σταμνένιο μου, ξύπνα γλυκιά μ’ αγάπη”.
Μαντινάδες
– Ο Κρητικός γνωρίζεται με τα αισθήματά ντου
έχει ανθρωπιά το ζάλο ντου, μεράκι η καρδιά ντου.
– Σε τούτονε τ’ αρχοντικό εμέναν’ αντρειωμένοι
σε κάθε περιστατικό εβγαίναν’ κερδισμένοι.
– Πάντα μ’ αρέσει να γλεντώ με άντρες που γλεντούνε
μαθαίνουνε κι οι νέοι μας εκειά να πορπατούνε.
*** * ***
Το λένε κούκοι στα βουνά κι οι πέρδικες στα πλάγια
το λένε τ’ αηδονάκια κάτω στα ρέματα – κάτω στα ρέματα,
πως σ’ αγαπώ καλή μου, δεν είναι ψέματα – δεν είναι ψέματα
κι έλα να σε φιλήσω, να μη σε λησμονήσω.
Κι ανε σε αγαπώ αγάπαμε και ‘συ, κι ανε το μαρτυρήσω
μαρτύρα το και συ, μα ‘γω για το χατήρι σου τη νύχτα κάνω μέρα.