Βιότοπος – περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι ERUCA sativa (Έρουκα η ήμερη). Ανήκει στην οικογένεια των Σταυρανθών. Το όνομα του γένους προέρχεται από το λατινικό urere που σημαίνει καίω και αναφέρεται στη δυνατή σαν του σιναπιού γεύση της. Την συναντούμε με τις ονομασίες ρόκα, αζούματα ή ζούματα.
Κατάγεται από την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και σήμερα έχει κατακτήσει όλον τον κόσμο χάρη στην έντονη και πικάντικη γεύση της.
Είναι ετήσιο φυτό και καλλιεργείται κυρίως τον χειμώνα σε ήπια κλίματα καθώς βγάζει σπόρους και γίνεται πολύ σκληρό όταν έχει ζεστό καιρό. Οι βλαστοί της είναι σαρκώδεις, τριχωτοί, διακλαδιζόμενοι και τα φύλλα λογχοειδή, επιμήκη, με μακρύ μίσχο, με δυνατό κεντρικό νεύρο και έλασμα που χωρίζεται σε λοβούς, άμισχα στους τρυφερούς βλαστούς της κορυφής. Άνθη μικρά, λευκά, σταυροειδή με φλέβες χρώματος πορφυρού. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα και γονιμοποιούνται από τα έντομα. Οι μέλισσες δείχνουν εξαιρετική προτίμηση στο νέκταρ των ανθέων της ρόκας. Ο καρπός του φυτού είναι μικρός και κωνικός, ραμφοειδής και φέρει σπόρια ωοειδή κίτρινου χρώματος. Η ρίζα της είναι πασσαλώδης. Το ύψος της ρόκας φτάνει τα 70 με 80 εκατοστά.
Πρέπει να φυτεύεται νωρίς την άνοιξη όταν δεν υπάρχει φόβος παγετού. Το έδαφος πρέπει να έχει αρκετό άζωτο για να αναπτυχθούν τα φύλλα γρήγορα. Αν το φυτό αναπτυχθεί αργά θα έχει πικρή γεύση. Μπορεί επίσης να φυτευτεί το φθινόπωρο και να συλλεγεί μερικές εβδομάδες αργότερα.
Η ρόκα είναι πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα, την Ιταλία και γενικά στις Μεσογειακές χώρες, είτε ωμή, είτε βραστή. Όταν βέβαια είναι ωμή, τότε αποκαλύπτει πλήρως την καυτερή γεύση και τη θερμαντική δράση που έχει και συνοδεύει άριστα όλες τις ωμές σαλάτες (ντομάτα, μαρούλι, λάχανο, κλπ). Από τους σπόρους βγαίνει λάδι που χρησιμοποιείται στην παραγωγή μουστάρδας
Ιστορικά στοιχεία:
Είναι γνωστή εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πρόκειται για το εύζωμον των αρχαίων ελλήνων.
Οι αρχαίοι θεωρούσαν τη ρόκα χόρτο αφροδισιακό, αλλά και φάρμακο για τα μάτια. Πίστευαν επίσης ότι προστατεύει τους κήπους από τα βλαβερά ζωύφια, και τους ανθρώπους από τα δαγκώματα των σκύλων. Ο Φρόντων αναφέρει ότι τα λάχανα γενικώς ωφελούνται από το ζούματον όταν σπείρεται πλησίον τους. Ο Ορειβάσιος έγραφε για το εύζωμον ότι «είναι καυστικό και για τον λόγο αυτό δύσκολα τρώγεται μόνο του. Είναι προτιμότερο να τρώγεται μαζί με θριδακίνη (μαρούλια) γιατί αν φαγωθεί μόνο του προκαλεί πονοκέφαλο. Αυξάνει το σπέρμα και τις σεξουαλικές ορμές».
Εκτός από τα φύλλα, οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν και τα μαύρα σποράκια της ρόκας, σαν καρύκευμα. Ο Διοσκουρίδης μας πληροφορεί ότι στην αρχαιότητα συνήθιζαν να χρησιμοποιούν ως άρτυμα τον σπόρο της ρόκας στα βρασμένα χόρτα. Ο ίδιος σημειώνει ότι τα πράσινα μέρη και ο σπόρος της ρόκας αν καταναλωθούν σε μεγάλη ποσότητα, προκαλούν ισχυρή σεξουαλική επιθυμία. Θεωρούσαν ότι ο σπόρος ήταν σημαντικό φάρμακο. Εθεωρείτο πεπτικός και διουρητικός και πίστευαν ότι διευκόλυνε τις κενώσεις του εντέρου. Τον μάλασσαν με γάλα ή ξύδι, τον έκαναν «τροχίσκους» και τον διατηρούσαν για πολύ καιρό. Στα Ρωμαϊκά χρόνια χρησιμοποιούσαν τη ρόκα σαν παυσίπονο. Ο Φλωρεντίνος αναφέρει ότι ο σπόρος των ζουμάτων, όταν πίνεται με οίνο, θεραπεύει τις πληγές από τα μοσχοπόντικα. Ακόμα ότι είναι ανθελμινθικός (κατά των εντερικών σκωλήκων), ότι ελαττώνει τον όγκο της σπλήνας και ότι θεραπεύει τις φακίδες. Ακόμη ότι ο ζούματος ανακατεμένος με βοδινή χολή και ξύδι καθαρίζει τις μαύρες πληγές ενώ ανακατεμένος με μέλι καθαρίζει το πρόσωπο και θεραπεύει την κακοσμία των μασχαλών. Επίσης ο Φλωρεντίνος αναφέρει ότι εκείνοι που επρόκειτο να υποστούν την τιμωρία του μαστιγώματος έπιναν ένα ποτήρι κρασί μέσα στο οποίο είχαν βάλει ρόκα. Έτσι οι πόνοι ήταν πιο υποφερτοί.
Την ρόκα αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αγάπιος Μοναχός ο Κρής τον 15ο αιώνα, ως εξής: «Η ρόκα, το κάρδαμο και το σέλινο είναι θερμά και χωνευτικά. Σκανδαλίζουν τη σάρκα, προκαλούν πονοκεφάλους και είναι καλύτερο να τα τρώει κανείς μαζί με ψυχρά χόρτα, όπως τα μαρούλια, τα αντίδια, η γλιστρίδα και τα παρόμοια».
Μερικοί συγγραφείς αναφέρουν ότι λόγω των αφροδισιακών ιδιοτήτων του βοτάνου, απαγορεύτηκε στα μοναστήρια να το καλλιεργούν. Με διάταγμα όμως του Καρλομάγνου το 802 καταγράφηκε ως ένα από τα βότανα που ήταν κατάλληλα για καλλιέργεια στους κήπους. Ο συγγραφέας Γκίλιαν Ριλέι, αναφέρει ότι λόγω της φήμης του βοτάνου ως σεξουαλικού διεγερτικού το έτρωγαν μαζί με το μαρούλι, το οποίο έχει αντίθετες ιδιότητες και εξουδετέρωνε την συγκεκριμένη δράση της ρόκας.
Στην παραδοσιακή ιατρική χρησιμοποιούσαν το έγχυμα του φυτού σε προβλήματα δέρματος και σε μίγματα για τον βήχα.
Το χυμό των φύλλων τον χρησιμοποιούσαν στη θεραπεία ελκών και αιματωμάτων καθώς και ενάντια στους πολύποδες.
Στην Κρήτη φυτρώνει άφθονη στην περιοχή του Λασιθίου. Την αποκαλούσαν ρούκα, ενώ στην Δυτική Κρήτη την αποκαλούσαν «αρώματος». Την θεωρούσαν ορεκτική για όσους βρίσκοντας στο στάδιο της ανάρρωσης, Το αφέψημα της το χορηγούσαν εναντίον της στραγγουριάς (σοβαρός σπαστικός πόνος κατά την ούρηση), ενώ γνώριζαν ότι η ωμή είχε ελμινθοκτόνες ιδιότητες.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Η γεύση του φυτού είναι αρωματική, πιπεράτη και ελαφρώς καυστική.
Το φυτό περιέχει βιταμίνη C, Β9, καροτίνη, γλυκοσίδες, ταννίνες, αλκαλοειδή, φλαβονοειδή, ιώδιο, κάλιο, ασβέστιο, μαγνήσιο και σίδηρο.
Οι σπόροι της ρόκας περιέχουν ένα έλαιο που περιέχει 32% λιπαρή ουσία και 27% πρωτεΐνη. Περιέχει επίσης λινόλη, στεατίνη, λινολίνη κ.α.
Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή:
Είναι χειμωνιάτικο φυτό το οποίο ανθίζει από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο. Οι σπόροι ωριμάζουν από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Χρησιμοποιούμε τα αέρια μέρη του φυτού. Τα φύλλα κόβονται συχνά παρεμποδίζοντας έτσι την ανθοφορία και το φυτό παράγει καινούρια. Αν το φυτό αφεθεί να ολοκληρώσει τον βιολογικό του κύκλο, τα φύλλα πικρίζουν, σκληραίνουν και δεν τρώγονται.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Θεραπευτικώς δρα ως αντιβακτηριδιακό, αντισκορβικό, αφροδισιακό, διουρητικό και στομαχικό.
Είναι εξαιρετικά υγιεινό βότανο. Άριστο τονωτικό, καθαρίζει το αίμα και βοηθά στην πέψη. Ο σπόρος δρα ως διουρητικό και διευκολύνει τις κενώσεις του εντέρου. Θεωρείται ότι τα πράσινα μέρη του φυτού αλλά και ο σπόρος του όταν καταναλώνεται σε μεγάλη ποσότητα λειτουργεί ως αφροδισιακό.
Η ρόκα βοηθά στην αύξηση της αιμοσφαιρίνης στο αίμα, απομακρύνει τη χοληστερόλη και επιπλέον, ενισχύει τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων.
Συμβάλλει στη σταθεροποίηση του μεταβολισμού του σώματος και συνεπώς στην προσπάθεια της απώλειας του βάρους.
Δρα θετικά σε κρυολογήματα και σε προβλήματα του γαστρεντερικού σωλήνα. Μειώνει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα.
Παρασκευή και δοσολογία:
Τα φύλλα και οι τρυφερές κορυφές των βλαστών, τρώγονται ωμά ως ξυδάτη σαλάτα, μόνα τους ή μαζί με μαρούλι, λάχανο, ντοματάκια ή φρέσκα κουκιά.
Προφυλάξεις:
Η υπερκατανάλωση της ρόκας προκαλεί πονοκέφαλο.
Υ.Σ.
Όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης μπορούμε να τα βρούμε στη διεύθυνση www.herb.gr.
Επίσης αν κάποιος φίλος αναγνώστης γνωρίζει οποιαδήποτε θεραπευτική ιδιότητα βοτάνου του τόπου μας που δεν είναι ευρέως γνωστή ή έχει κάποιο ερώτημα μπορεί να το απευθύνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση skouvatsos11@gmail.com