» Carson McCullers (μτφρ. Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδόσεις Διόπτρα)
Ένα κεφάλι κόβεις, πλήθος απογόνων πετάγονται αίφνης. Έτσι πάει η ιστορία της ανάγνωσης. Κάρσον ΜακΚάλερς δεν είχα διαβάσει ως τώρα. Ένας από τους –άραγε μετρήσιμους;– ανοιχτούς λογαριασμούς, που στην πλειοψηφία τους μετατίθενται διαρκώς για το άμεσο μέλλον, για την πρώτη ευκαιρία, μια πράξη αισιοδοξίας, μια, αναγκαία, ψευδαίσθηση ελέγχου. Οι εκδόσεις Διόπτρα, που όλο και περισσότερο επενδύουν στη, σύγχρονη αλλά και κλασική, καλή λογοτεχνία, εδώ και λίγο καιρό τρέχουν ένα εκδοτικό πρόγραμμα επανασύστασης της ΜακΚάλερς στο ελληνικό κοινό. Στην τέταρτη στροφή ανέβηκα στο όχημα, κυρίως με περιέργεια και, παραδόξως πώς, όχι με υπερβολικές αξιώσεις. Και έτσι: ως τώρα δεν είχα διαβάσει κανένα βιβλίο της, τώρα θέλω να τα διαβάσω όλα. Ένα βιβλίο αφαιρέθηκε από τη λίστα, τέσσερα-πέντε προστέθηκαν. Έτσι πάει η ιστορία της ανάγνωσης.
Όλα ξεκινούν με μια υπέροχη πρώτη πρόταση: «Ο θάνατος είναι ο ίδιος πάντα, αλλά κάθε άνθρωπος πεθαίνει με τον δικό του τρόπο». Ένας μεσήλικας φαρμακοποιός που μαθαίνει πως του απομένει λίγος χρόνος ζωής, ένας γέρος δικαστής που οραματίζεται την επανόρθωση των ηττημένων του Νότου, ο εγγονός του που διαισθητικά στέκεται απέναντι στον παππού του και με τον ίδιο τρόπο επιχειρεί να διακρίνει τις επιθυμίες του σώματός του και τα ίδια του τα συναισθήματα, ενώ ένας, επίσης νεαρός, μαύρος, με κλίση στη μουσική, ορφανός αγνώστου γονέων, ασφυκτιά από την καταπίεση που ακόμα δέχεται η φυλή του· ο θυμός τον κατακλύζει. Ο Μαλόουν, ο Κλέιν, ο Τζέστερ και ο Σέρμαν. Αυτά είναι τα τέσσερα πρόσωπα που ηγούνται της ιστορίας αυτής που διαδραματίζεται στα μέσα της δεκαετίας του πενήντα σε μια μικρή αμερικανική κωμόπολη, για άλλους ο κόσμος όλος, για άλλους μια στενή φυλακή.
Ο τριτοπρόσωπος, παντογνώστης αφηγητής-παρατηρητής εστιάζει πότε στο ένα και πότε στο άλλο πρόσωπο. Η δράση εκκινεί όταν ο Μαλόουν θα μάθει τα δυσάρεστα ιατρικά νέα, αλλά δεν μπορεί να σταθεί χωρίς τα υποστυλώματα από το παρελθόν, καθοριστικά για τη διαμόρφωση του παρόντος, προάγγελοι της διαχείρισης του άγνωστου μέλλοντος, γεγονός που επιτάσσει εκτεταμένες αναλήψεις από τον ταμιευτήρα των πεπραγμένων.
Η ΜακΚάλερς ξέρει και ποντάρει πολλά στο χτίσιμο των προσώπων, αληθοφάνεια και απαραίτητη στερεοτυπία, ώστε ο αναγνώστης να νιώσει οικειότητα με εκείνα και την ιστορία τους. Μετέρχεται μιας παρεξηγημένης τεχνικής στην πρόζα, όπως είναι ο διάλογος, ώστε να προωθήσει την πλοκή αλλά και να χαράξει με μεγαλύτερη ακρίβεια το καλούπι των τεσσάρων πρωταγωνιστών, την ώρα που επιτρέπει στο χιούμορ να διέλθει αβίαστα από τις χαραμάδες. Ο έλεγχος της ιστορίας είναι απόλυτος, κάθε κίνηση, ακόμα και η πλέον φαινομενικά ανώδυνη, είναι καλά προϋπολογισμένη. Τέσσερις άντρες στο προσκήνιο χωρίς καμία γυναίκα σε αντίστοιχου εμβαδού ρόλο, παρά στο παρασκήνιο και στο βάθος μόνο. Τρεις λευκοί άντρες με τα δεδομένα προνόμια τους και ένας θυμωμένος μαύρος. Αν ήταν άντρας ο συγγραφέας, σίγουρα θα είχαμε να συζητήσουμε περισσότερα για την επιλογή αυτή, αλλά είναι μια γυναίκα που κάνει τη διανομή των ρόλων και τώρα πρέπει να δώσουμε άλλες ερμηνείες, συνυπολογίζοντας αναπόφευκτα τους όρους της εκδοτικής αγοράς εκείνων των χρόνων, διαισθανόμενοι πως η ΜακΚάλερς επέλεξε να φέρει στα μέτρα της τους κανόνες του παιχνιδιού, υπακούοντας φαινομενικά σε αυτούς ώστε να της δοθεί ο χώρος να τους υπονομεύσει.
Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η συγγραφέας δεν νοιάζεται τους χαρακτήρες της, ωστόσο δεν μπορεί και να παρακάμψει τα προνόμια τους, να μη σηκώσει τους ώμους όταν εκείνοι αποδεικνύονται ανίσχυροι απέναντι στις πτυχές της καθημερινότητας, όταν νιώθουν μόνοι, αδύναμοι και αβοήθητοι, όταν βιώνουν μια εμπειρία που για άλλους αποτελεί τη συνήθη όψη της πραγματικότητας· έτσι είναι η ζωή. Γραφή στρωτή, απλή μα όχι απλοϊκή, μια αφήγηση ρέουσα που δεν λιμνάζει παρότι αποφεύγει τις έντονες κορυφώσεις και τις εκπλήξεις, μια καλή ιστορία στέρεης κατασκευής, χωρίς καθοδήγηση συναισθηματική και διάθεση διδακτική. Τα ευρήματα δεν αποσπούν τη συγγραφική προσοχή, παρεπόμενα ούτε και την αναγνωστική.
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα εξήντα χρόνια μετά, αναπόφευκτα έχουμε εξ αρχής απολέσει το πλεονέκτημα της συγχρονίας με τα πρόσωπα και την ιστορία, αλλά και τις επικρατούσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, ωστόσο, η εκ του μακρόθεν ανάγνωση ωφελεί την κρίση μας σχετικά με τη διαχρονική σημαντικότητα του βιβλίου, τόσο σε επίπεδο γραφής όσο και περιεχομένου. Και ακόμα παραπέρα: διάολε, πρέπει να υπενθυμίζεται διαρκώς το πότε διαδραματίζεται η ιστορία, καθώς μοιάζει τόσο επίκαιρη, παρά τα όποια βήματα διανύθηκαν έκτοτε, παρότι στην ανάγνωση του επιθέτου νέγρος είμαστε έτοιμοι να εξαπολύσουμε βέλη ορθότητας, βέλη που το βεληνεκές τους είναι μεταχρονολογημένο στο σήμερα, που απαγορεύεται κάποιος να χρησιμοποιήσει τον χαρακτηρισμό αυτό, χωρίς αυτό ταυτόχρονα να σημαίνει πως το επίθετο έχει εξαφανιστεί από το καθημερινό λεξιλόγιο. Και αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα.
Η χρονική, λοιπόν, απόσταση που χωρίζει τον σύγχρονο αναγνώστη από τη συγγραφή του μυθιστορήματος μοιάζει ικανή ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για την αξία του. Το γεγονός πως έφτασε ως τις μέρες μας από μόνο του δεν εγγυάται και πολλά. Η γραφή της ΜακΚάλερς, από το δείγμα αυτό τουλάχιστον, δεν επιθυμεί, ούτε επιδιώκει να αποτελέσει μια ρηξικέλευθη καμπή στη λογοτεχνική ιστορία. Ούτε αυτό ωστόσο αποτελεί κριτήριο κριτικής και αξιολόγησης. Ακόμα ακόμα ούτε το ότι πρόκειται για γυναίκα συγγραφέα, μειοψηφία στο μετερίζι της σοβαρής λογοτεχνίας, είναι αρκετό, αν και ίσως είναι ρηξικέλευθο ως πραγματολογικό στοιχείο εξωκειμενικό.
Το Ρολόι χωρίς δείκτες συναρπάζει με την απλότητά του, απόρροια της αφηγηματικής άνεσης και της μη ανάγκης για καταφυγή σε κόλπα και τεχνάσματα, κάτι που αποτελεί ολοένα και μεγαλύτερο ίδιον της σύγχρονης λογοτεχνίας, ικανοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τις διακριτές συγγραφικές επιδιώξεις. Η αναγνωστική απόλαυση δεν περιορίζεται στο αίσθημα νοσταλγίας για μια περασμένη λογοτεχνική εποχή, αλλά εκπορεύεται της ίδιας της εμπειρίας της ανάγνωσης, έτσι όπως συμπυκνώνεται στο εδώ και το τώρα αυτής.
Ο χρόνος που μεσολάβησε δεν το έφθειρε, απόδειξη της αντοχής του υλικού κατασκευής, δεν το άφησε πίσω του υποταγμένο σε μια ημερομηνία λήξης. Και είναι το ίδιο το μυθιστόρημα που γεννά την υποψία, αν και πρόωρη και άρα αυθαίρετη, για το συνολικό έργο της ΜακΚάλερς, ορίζοντας τις προσδοκίες εκείνες που θα κληθεί στο προσεχές αναγνωστικό μέλλον να ικανοποιήσει, τις τεχνικές προδιαγραφές ενός ακόμα λογοτεχνικού μπούνκερ, ικανού να αντέξει την δυσβάσταχτη πραγματικότητα.