Κυριακή, 1 Σεπτεμβρίου, 2024

Σαν ένα τραίνο που δεν σταματάει ποτέ…

των εκδόσεων ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ

Ο λόγος του άμεσος και μεστός. Πυκνή, περιεκτική κι άκρως λογοτεχνική η γραφή του στοχεύει κατευθείαν στην ψυχή. Συμπονετική η ματιά του, το χέρι με γρηγοράδα καταγραφεί συναισθήματα καθώς περιγράφει τα πάθη του κόσμου ετούτου -μικρά ή μεγάλα- που ακολουθούν το ένα το άλλο και πορεύονται στον χρόνο σαν τα βαγόνια ενός τραίνου που ποτέ δεν σταματά.
Ο Δημήτρης Ανδρικίδης φιλοσοφώντας επί παντός ανατέμνει σκέψεις, προθέσεις και πράξεις. Με μαεστρία και απαράμιλλη περιγραφική δεινότητα θα πλάσει τη κατάλληλη ατμόσφαιρα που θα σε μεταφέρει στον χρόνο και τον τόπο όπου εξελίσσονται οι φανταστικές του ιστορίες.
Τα δυο πρώτα διηγήματά του -ιστορικές μυθοπλασίες και τα δυο-τοποθετούνται το ένα στα 1770, το άλλο το 1897 στη επανάσταση στο Ακρωτήρι. Εδώ θα αναλύσει τις σκέψεις και τα πιστεύω του Σπύρου Καγιαλέ που ορθώνει το κορμί του απέναντι στις μπάλες των κανονιών των Δυνάμεων της εποχής, και γίνεται σύμβολο και πρότυπο άφοβου πολεμιστή και πατριώτη. Αλλά και στο προηγούμενο διήγημα που αφορά τον μεγάλο μας εθνομάρτυρα , τον Σφακιανό Δασκαλογιάννη, με τη φαντασιακή συζήτηση που θα μας περιγράψει -που σίγουρα πριν ξεκινήσει την επανάσταση θα είχε κάνει με την οικογένειά του- θα μας συγκινήσει απεριόριστα. Εξαιρετικές οι περιγραφές του τόπου και των ανθρώπων του, συγκλονιστικοί και γεμάτοι συναίσθημα οι διάλογοι του διηγήματος -όλοι στο κρητική ντοπιολαλιά- σε φέρνουν πιο κοντά στις αμφιβολίες και τα διλλήματα των πρωταγωνιστών του, και λες και βρίσκεσαι και εσύ σε μια γωνιά του καραβιού του, και συγκλονίζεσαι καθώς τον ακούς ν’ ανακοινώνει στα παιδιά και στην όμορφη γυναίκα του, τη Χρυσομαλλούσα, ότι ετοιμάζεται να τα θυσιάσει όλα για την ελευθέρια του νησιού: Οικογένεια, πλούτη και μια γαλήνια, καλοδουλεμένη ζωή!
Για να πάρουμε ένα πρώτο δείγμα γραφής της σελίδας 21 , ας βρεθούμε λίγο στη σημαδιακή εκείνη ημέρα που ο εθνομάρτυράς μας, έχοντας πάρει την απόφαση να βάλει μπρος την επανάσταση ξαπόσταινε και προετοιμαζόταν για την μεγάλη θυσία, καμαρώνοντας την ομορφιά του τόπου του, τον οποίο ποθούσε ν’ απελευθερώσει: «…Κάθισε με σταυρωμένα τα πόδια του οκλαδόν πάνω στο καλοβαμμένο ξύλινο κατάστρωμα. Είχε πάρει να χαράζει. Σιγά-σιγά το ζωηρό, ενθαρρυντικό φως της καινούργιας μέρας, ορμούσε θαρρείς και χάιδευε με ένα μητρικό χάδι τα πάντα, τα ψηλά βουνά, τους ανθρώπους, τη θάλασσα. Ολόισια, πολύ μακριά κι απέναντι, απ’ τον γραφικό, απάνεμο Μπροσγιαλό, στα νότια, προς τη μεριά της Αφρικανικής ηπείρου, προ τα εκεί που ο σταχτόμαυρος ορίζοντας έδειχνε να τελειώνει αχνοφαινόταν ήδη τα λίαν κοντινά μεταξύ τους, ίδια με δυο πολυαγαπημένα αδελφάκια, τα δυο γνωστά νησιά, η Γαύδος και η Γαυδοπούλα…».
Στα επόμενα διηγήματα ο συγγραφέας θ’ ασχοληθεί με τον απλό άνθρωπο των καιρών μας, με διάθεση στοχαστική θα σταθεί σε αυτά που τον βασανίζουν, καθώς θα περιγράφει την αιώνια πάλη του καλού με το κακό. Οι ήρωές του συχνά έρχονται αντιμέτωποι με τη συνείδησή τους, που τους νουθετεί να κάνουν το ένα ή το άλλο.
Κάποιοι θα χάσουν την ευκαιρία να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι, μερικοί όμως θ’ ακούσουν την φωνή της συνείδησης και της λογικής και θα πράξουν τα δέοντα. Όπως ο ταξιτζής στο διήγημα «Γυάλινες, ξενομπάτικες φωλιές», που βοηθά τον ξένο συνάνθρωπο που ατύχησε, κι ο συγγραφές βρίσκει την ευκαιρία να μας καταθέσει στη σελίδα 185 μερικές σκέψεις του: «… Το ορμητικό ποτάμι της ζωής που μοιάζει τόσο με ένα συγκλονιστικό παιχνίδι διαρκείας, δίχως περιορισμούς και κανόνες. Ή πιο σωστά, που μοιάζει με ένα ογκώδες, γεμάτο από λεπτοδουλεμένες σελίδες βιβλίο, που πάνω τους έχουν τυπωθεί και εναλλάσσονται σαν σε όνειρο η αλήθεια με το ψέμα, το ευτελές με το μεγάλο, το καλό με το κακό, το εφήμερο με το αιώνιο, αυτό, κατά βάθος δεν είναι ζωή; Η ζωή με τις χιλιάδες εκπλήξεις της, που δεν ξέρει κανείς κάθε καινούργιο ξημέρωμα τι θα του φέρει. Θα τον αφήσει άραγε επάνω στην επιφάνεια της θάλασσας, στον αφρό, να συνεχίσει να πλέι ήρεμα ή θα τον βάλει από κάτω και θα τον σκεπάσει με την μπλαβισμένη οργή της, με τα εκδικητικά κύματά της, ποιος το ξέρει;…»
Ο Ανδρικίδης δεν θα παραλείψει να υμνήσει τον Θεό, να εξυμνήσει τη σοφία του και να πλάσει τις ιστορίες του με ταπείνωση και σεβασμό στις διδαχές της θρησκείας μας. Στο τελευταίο διήγημα με τίτλο « Όμορφη, βελούδινη άνοιξη» θα μας παρουσιάσει τον μετανοημένο μεγαλοεπιχειρηματία Αντώνη που σκέφτεται ν’ ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, ο οποίος καθώς διηγείται τη ζωή του στην παλιά φίλη Χρυσούλα -κι αναιρεί πράξεις και σκέψεις του του παρελθόντος- θα μας πει στην σελίδα 252: «…Καταλαβαίνεις; Η ευτυχία αντίθετα με όσα πιστεύουν πολλοί βαμμένοι, αποδεδειγμένα υλιστές, όχι δεν είναι το χρήμα να μπαίνει στις τσέπες σου με τη σέσουλα, όχι. Ούτε οι ψεύτικες τιμές, οι παροδικές δόξες του εαυτού σου, η προβολή σου. Όχι, όχι. Άχ η ευτυχία. Με λίγες μονάχα σταγόνες από δαύτην, δροσίζουμε τα χείλη μας που και που, με λίγες, και αυτές αν είμαστε τυχεροί…»
Σε τελική ανάλυση πρόκειται για ένα ανάγνωσμα με κοινωνικές προεκτάσεις που καταλαγιάζει τα πάθη, παρηγορεί και προτείνει λύσεις στ’ άλυτα μερικές φορές προβλήματα που μας ταλανίζουν…
Να σημειώσουμε βέβαια πως ο Ανδρικίδης δεν είναι ένας συγγραφέας που διαβάζεται με τη πρώτη. Τόσα είναι τα θέματα και τα μηνύματα που θίγει σε κάθε πρότασή του, που κάθε φορά που θα την ξαναδιαβάσεις όλο και κατιτί καινούργιο θ’ ανακαλύψεις μέσα της.
Τελειώνοντας να πούμε πως το πρώτο αυτό πνευματικό παιδί του ακολούθησε το «Διαμαντόπετρες στις στάχτες», αφιερωμένο στη γη των προγόνων του τη μαρτυρική Μικρά Ασία, ενώ εντός των ημερών αναμένεται κι η ποιητική του συλλογή «Εξ’ ακάνθων»!
Να ευχηθούμε στον φίλο Δημήτρη αστείρευτες εμπνεύσεις και καλή συνέχεια στις συγγραφικές του δραστηριότητες.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα