Σαράντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την ημέρα που το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε επίσημα στην πολιτική ζωή του τόπου. Σαράντα χρόνια με συναισθήματα ανάμεικτα -τόσο για τα στελέχη του όσο και για τους ψηφοφόρους του- σαράντα χρόνια με ιδεολογικές διαφοροποιήσεις, συγκρούσεις, επιτυχίες και αποτυχίες.
Η ιστορία του ΠΑΣΟΚ αρχίζει και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με το ίδιο αίτημα! Αλλαγή ζητούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου στα “γεννοφάσκια” του κόμματος, αλλαγή προωθεί και ο Γιώργος Παπανδρέου, όπως ανέφερε κατά την επεισοδιακή προχθεσινή εκδήλωση στην Αθήνα, αμφισβητώντας πρακτικά τη σημερινή ηγεσία του κόμματος.
Με αφορμή τη σημερινή επέτειο επιχειρούμε μια ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη του κόμματος από το 1974 μέχρι σήμερα, οριοθετώντας περιόδους οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις ιδεολογικές και δομικές αλλαγές του κόμματος, την εξέλιξη του προγραμματικού του λόγου και τα πεδία αντιπαράθεσης με τη Νέα Δημοκρατία, ωσότου φτάσουμε στη σημερινή συγκυβέρνηση.
Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Η μεταπολίτευση βρίσκει τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα διαλυμένα με αποτέλεσμα το κενό κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης. Τόσο η Ενωση Κέντρου όσο και η Ε.Ρ.Ε., αλλά και ο χώρος της αριστεράς, διέρχονταν σοβαρή κρίση. Δεδομένων των συνθηκών, υπήρχε η δυνατότητα για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού κόμματος το οποίο θα κάλυπτε το κενό στον χώρο του κέντρου και της αριστεράς.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάφερε να αναδειχθεί μέσα σε αυτήν την πολιτική συγκυρία και να προετοιμάσει το έδαφος για την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ. Ο Παπανδρέου από μικρότερη ηλικία χαρακτηριζόταν από τη ριζοσπαστικότητά του και την αποστασιοποίηση από τις θέσεις του πατέρα του, Γεωργίου, σε πολλά ζητήματα. Εχοντας υιοθετήσει τον Τροτσκισμό, συλλαμβάνεται επί Μεταξά και αργότερα μεταβαίνει στις Η.Π.Α. για σπουδές. Ακολουθεί ακαδημαϊκή καριέρα και γνωρίζεται με τους φιλελεύθερους του Κένεντυ. Στις αρχές του 1960 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον καλεί στην Ελλάδα για τη δημιουργία κέντρου πολιτικών και οικονομικών ερευνών. Στην πρώτη του αυτή επαφή με την πολιτική θέτει ως στόχο τη σύγκρουση με τη δομή της εξουσίας (Στρατό – μοναρχία – αστικό πολιτικό προσωπικό) για να επέλθει οικονομική ανάπτυξη. Η θέση του αυτή τον έθετε εκτός ορίων της Ενωσης Κέντρου, με την οποία είχε εκλεγεί βουλευτής, με αποτέλεσμα να ενταχθεί στους Λαμπράκηδες.
Επί δικτατορίας δημιουργεί το Π.Α.Κ., ζητώντας την ένοπλη ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών. Το αντιδικτατορικό Π.Α.Κ. είχε αποκτήσει ισχυρή δύναμη στη Γερμανία, τη Σουηδία και το Βέλγιο πετυχαίνοντας τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών. Κινούμενος στον χώρο του ριζοσπαστισμού αρνείται την πολιτική νομιμοποίηση της χούντας και μετά την ανατροπή της αποφασίζει να ιδρύσει έναν νέο πολιτικό χώρο αρνούμενος να αναλάβει την ηγεσία της Ενωσης Κέντρου.
Στις 3 Σεπτέμβρη του 1974 ιδρύεται το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα και ο Παπανδρέου προχωρά σε μία πρωτοποριακή μορφή οργάνωσης του νέου κόμματος βασισμένος στο δόγμα – σύνθημα: «Ο λαός καλείται να φτιάξει το κόμμα του».
Η κίνηση – τομή ήταν η ιδέα της αυτοοργάνωσης, η οποία προέκυψε από ανθρώπους που είχαν τη λογική του μαζικού κοινωνικού κινήματος. Μέχρι τότε υπήρχαν μονάχα τα αστικά κόμματα προυχόντων και τα Σταλινικά. Η λογική αυτή του Παπανδρέου ανέτρεπε τα μέχρι τότε δεδομένα και οδήγησε στην άμεση οργάνωση εκατό χιλιάδων ατόμων. Το ΠΑΣΟΚ προσδιορίζει τον πολιτικό και κοινωνικό ιδεολογικό του χώρο, παρουσιαζόμενο ως ένα ημι-αντισυστημικό κόμμα το οποίο ασκεί διαρθρωτική κριτική στον καπιταλισμό.
Οπως παρατηρεί ο καθηγητής Γεράσιμος Μοσχονάς, το ΠΑΣΟΚ έκανε την εμφάνισή του στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, ακολουθώντας την τακτική του «φυγόκεντρου κέντρου», δηλαδή επιχείρησε να εδραιωθεί ως ο πρεσβευτής της αριστεράς σκέψης σε βάρος των κομμουνιστών. Αυτό ήταν, σύμφωνα με τον Ελληνα θεωρητικό, το στοιχείο της επιτυχούς εισόδου του κόμματος στην ελληνική πολιτική. Η ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ περιείχε έντονα το στοιχείο του ριζοσπαστισμού σε κάθε δυνατό επίπεδο, ιδεολογικό, κοινωνικό, πολιτικό, εθνικό, ακόμα και πολιτιστικό ή θρησκευτικό.
Οπως παρατηρεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος, «το ΠΑΣΟΚ δεν αυτοσυστήνεται πολιτικά ως αριστερό ή κεντροαριστερό ή δημοκρατικό – προοδευτικό, αλλά ρητά μεν ως σοσιαλιστικό, έμμεσα δε ως ριζοσπαστικό… Η διακήρυξη συστήνει συνεπώς το ΠΑΣΟΚ αυτοτελώς, άμεσα, αλλά και μέσα από τα ιδεολογικά, κοινωνικά και πολιτικά στοιχεία που συνάγονται από το ύφος και την ορολογία του κειμένου. Δεν το κάνει όμως αυτό σε ρητή αντιδιαστολή προς άλλους πολιτικούς χώρους. Η αντιδιαστολή προκύπτει έμμεσα».
ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΩΣ ΑΝΤΙ-ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ
Στην πρώτη περίοδο, 1974 – 1981, το κόμμα συγκροτείται ως μαζικό. Η πολιτική του φυσιογνωμία το τοποθετεί στον χώρο της ριζοσπαστικής αντι-ιμπεριαλιστικής αριστεράς με κύρια πολιτική γραμμή την αλλαγή σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ είναι οι νέοι λόγω της ιδεολογικής τους ταύτισης με τη συνθηματολογία του κόμματος. Στο εσωτερικό του κόμματος παρατηρείται έντονα το στοιχείο του πλουραλισμού τόσο σε επίπεδο οργάνωσης όσο και σε επίπεδο τάσεων.
Οι δύο κύριες τάσεις ήταν η σοσιαλδημοκρατική και αυτή του παλαιού Π.Α.Κ., η οποία επέμενε στην ιδέα του ένοπλου αγώνα. Η τάση του Π.Α.Κ. άρχισε να απομακρύνεται από το 1975, με την αποχώρηση των στελεχών της Δημοκρατικής Αμυνας, ομάδας που συμμετείχε στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ. Το 1976 ο Παπανδρέου διέγραψε όλα τα στελέχη της τάσης του Π.Α.Κ. με αποτέλεσμα το κόμμα να προσομοιάζει περισσότερο στα κόμματα της γραφειοκρατικής αριστεράς, απομακρυνόμενο από την ιδέα της αυτοοργάνωσης.
Η κριτική «από τα αριστερά» εκφράστηκε με ακόμα μία διάσπαση το 1980, την Κίνηση ΠΑΣΟΚ του Λευτέρη Τζιόλα. Στην πρώτη αυτή περίοδο αρχίζει ήδη να εκδηλώνεται μια αντίφαση στο ΠΑΣΟΚ. Από τη μια πλευρά υπάρχει μια αντικαπιταλιστική προγραμματική διακήρυξη και το τρίπτυχο της κοινωνικής αλλαγής (κοινωνικοποίηση / αυτοδιαχείριση / δημοκρατικός προγραμματισμός) και από την άλλη εμφανίζεται μια μετριοπαθής πολιτική γραμμή με ένα αντίστοιχο τρίπτυχο (εκλογισμός / κυβερνητισμός / τακτικισμός). Η αντίφαση αυτή οδήγησε στη σταδιακή αποστασιοποίηση της πολιτικής γραμμής του κόμματος από τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του. Οπως παρατηρεί ο Χριστόφορος Βερναρδάκης, «το ίδιο το κόμμα, ως μορφή οργάνωσης και σχέση εκπροσώπησης, αποσυνδέεται σταδιακά από τη δυναμική και τη φιλοσοφία της αυτοοργάνωσης και παίρνει χαρακτηριστικά ενός δομημένου οργανωτικού μηχανισμού που αρχίζει να λειτουργεί με τη δική του λογική και τα δικά του συμφέροντα».
ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ
Η δεύτερη περίοδος, 1981 – 1990, βρίσκει το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση. Την περίοδο αυτή διαμορφώνεται το διαχειριστικό κόμμα με το πέρασμα από την πολιτική αλλαγή στην πολιτική διαχείριση, από τις μεταρρυθμίσεις στις οριακές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες δεν ξεπερνούν τα όρια του πολιτικού συστήματος. Η πολιτική φυσιογνωμία του κόμματος το περιγράφει ως αριστερό σοσιαλδημοκρατικό, χωρίς να αποτελεί ουσιαστικά μέρος της συντηρητικής σοσιαλδημοκρατίας. Καλύπτει το κεντροαριστερό φάσμα του πολιτικού συστήματος παρουσιάζοντας μια εναλλακτική πρόταση απέναντι στη δεξιά.
Οι πολιτικές παρεμβάσεις δεν έχουν να κάνουν με τις παραγωγικές σχέσεις, αλλά με τις σχέσεις διανομής. Σε αυτό το χρονικό σημείο διαμορφώνεται και ο δικομματισμός. Το ΠΑΣΟΚ εκφράζει τα κατώτερα εργατικά, λαϊκά στρώματα και συντελείται η σύζευξη κόμματος – συνδικάτων με την ανάπτυξη ισχυρών δεσμών με τη Γ.Σ.Ε.Ε. Οι διασπάσεις συνεχίστηκαν και στη δεύτερη περίοδο. Το 1982 ο Νίκος Σκαρβόπουλος, γραμματέας Οργανωτικού του κόμματος, συγκροτεί το Α.Σ.Κ.Ε. παίρνοντας μαζί του μεγάλο αριθμό στελεχών. Το 1985 η διάσπαση της Γ.Σ.Ε.Ε., με έντονα κοινωνικο-ταξικά χαρακτηριστικά και η δημιουργία της Σ.Σ.Ε.Κ. επιφέρουν τη διάσπαση της ΠΑ.Σ.Κ.Ε. Το 1985 ο Γεράσιμος Αρσένης ιδρύει το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, υποστηρίζοντας την πολιτική της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ, ενώ τρία χρόνια αργότερα, αποχωρούν από το κόμμα οι ριζοσπάστες με επικεφαλής τον Τρίτση. Από το 1985 και μετά γίνεται σαφέστερη η βαθμιαία αποστασιοποίηση του κόμματος από τις ακραίες θέσεις του παρελθόντος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ο αντιαμερικανισμός και γενικότερα ο αντιδυτικισμός υποχώρησαν για να κυριαρχήσει ένας πολιτικός λόγος εγγύτερος στο πνεύμα των κύριων συμμάχων της Ελλάδας και των Ευρωπαίων ή Νατοϊκών εταίρων.
Γενικότερα, στη δεκαετία του ’80, η πολιτική του ΠΑΣΟΚ δεν ταυτιζόταν με αυτή των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Ιδιαίτερα στο πεδίο της οικονομίας οι Ελληνες Σοσιαλιστές επέμειναν σε ένα νεο-κεϋνσιανό μοντέλο διαχείρισης, εφαρμόζοντας αναδιανεμητικά μέτρα στήριξης της ζήτησης για την υπέρβαση της οικονομικής ύφεσης. Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές, όπως οι Γάλλοι και οι Ισπανοί, είχαν ήδη επιλέξει μια πιο πραγματιστική οδό, δεδομένων των πιέσεων της Ε.Ο.Κ. Την αποστασιοποίηση του ΠΑΣΟΚ από την οικονομική πολιτική των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών προκάλεσαν τρεις κύριοι παράγοντες, σύμφωνα με τον Γιώργο Παγουλάτο. Αφενός μεγάλη σημασία είχε το γεγονός ότι ο βαθμός ανάπτυξης και ενσωμάτωσης της Ελλάδας στη διεθνή οικονομία δεν ήταν τόσο υψηλός και αφετέρου η χώρα είχε εξασφαλίσει τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα σε αντίθεση με την Ισπανία όπου η σοσιαλιστική κυβέρνηση δεχόταν την ισχυρή πίεση της ενταξιακής προοπτικής.
Εξίσου σημαντικός παράγοντας αποδείχτηκε και η υψηλά πολιτικοποιημένη και συγκρουσιακή πολιτική κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο της οποίας κυριαρχούσε ο εθνοκεντρισμός. Ουσιαστικά, κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80 οι ευρωπαϊκές οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις αντιμετωπίζονταν είτε ως ξένες διαδικασίες, με τις οποίες το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να έχει μόνο περιορισμένη σχέση είτε ως ανεπιθύμητες πιέσεις προς τις οποίες έπρεπε να αντισταθεί.
ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΣΜΟ
Η τρίτη περίοδος, 1990 – 1996, χαρακτηρίζεται από την ποιοτική διαφοροποίηση του ΠΑΣΟΚ και τη διαμόρφωση του κόμματος διακυβέρνησης. Η εκπροσώπηση των κοινωνικών αιτημάτων έρχεται σε δεύτερη μοίρα από τη στιγμή που το κόμμα συντάσσεται με το κράτος. Πλέον το ΠΑΣΟΚ παρουσιάζεται ως ένα συντηρητικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, συσσωματώνοντας σταδιακά νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές στο πολιτικό του πρόγραμμα.
Οπως παρατηρεί ο Νικηφόρος Διαμαντούρος, αναφορικά με τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ στην εξωτερική πολιτική, «η υιοθέτηση ακόμη πιο πραγματιστικών θέσεων πολιτικής στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων επιβεβαιώθηκε επαρκώς στη νέα διακήρυξη αρχών του ΠΑΣΟΚ, που εκδόθηκε το 1993, στη 19η επέτειο της αρχικής διατύπωσής τους της 3ης Σεπτεμβρίου 1974, η οποία από τότε λειτουργούσε ως το κύριο ιδεολογικό πλαίσιο αναφοράς του κόμματος. Από το γλωσσικό ύφος που χρησιμοποιήθηκε στο νέο κείμενο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής διαφαίνεται σαφώς ότι τουλάχιστον στο διακηρυγματικό επίπεδο το ΠΑΣΟΚ επωφελήθηκε από την επαφή του με την εξουσία και υιοθέτησε θέσεις πολιτικής που λίγο διαφέρουν από εκείνες των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στη Δυτική Ευρώπη. Η τάση αυτή ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά την επάνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία τον Οκτώβριο του 1993 και σταδιακά απέκτησε κυρίαρχες διαστάσεις κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη».
Σε αντίθεση με τη δεκαετία του ’80, οπότε κυριάρχησαν οι αναδιανεμητικές πολιτικές, η περίοδος ’93 – ’96 ταυτίστηκε περισσότερο με διαχειριστικές προσπάθειες σταθεροποίησης της οικονομίας και σταδιακής προσαρμογής στις επιταγές της Ε.Ε., ώστε να επιτευχθεί ο μεγάλος στόχος της ένταξης στην Ο.Ν.Ε. Χαρακτηριστικό των αλλαγών, της σύγχυσης και της αναζήτησης ταυτότητας των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών της περιόδου αυτής είναι και οι έρευνες που αποτύπωσαν δύο κύρια ιδεολογικά ρεύματα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Το 1994, από τη μία, υπήρχαν τα στελέχη που τοποθετούσαν τον εαυτό τους στην κατηγορία του «σοσιαλιστή / μαρξιστή» και από την άλλη στην κατηγορία του «σοσιαλδημοκράτη». Οι δύο αυτές ιδεολογικές ομάδες δεν διέφεραν σε κάτι ουσιαστικό, απλά είχαν συμβολικό χαρακτήρα. Το 1996 αντίστοιχη έρευνα κατέταξε την πλειοψηφία των στελεχών στο ρεύμα του «δημοκρατικού σοσιαλισμού».
ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ
Στις 15 Ιανουαρίου 1996 ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου υπογράφει το πολιτικό του τέλος αποχωρώντας για λόγους υγείας από την πρωθυπουργία της χώρας. Πρόεδρος του κόμματος εκλέγεται ο Κώστας Σημίτης για να οδηγήσει το κόμμα στη μετά Παπανδρέου εποχή. Ο Σημίτης, ήδη από το 1990, δρούσε στο πλαίσιο μιας ισχυρής εσωκομματικής ομάδας, η οποία αμφισβητούσε την ηγεσία του Παπανδρέου την περίοδο του σκανδάλου Κοσκωτά.
Η πρωθυπουργία Σημίτη χαρακτηρίστηκε ως περίοδος των τεχνοκρατών. Δόθηκε έμφαση στην οικονομία και παρατηρήθηκε μια σαφής διαφοροποίηση στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ σε σχέση με τη δεκαετία του ’80. Το ΠΑΣΟΚ την περίοδο αυτή κάνει ένα σαφέστατο άνοιγμα στο λεγόμενο πολιτικό κέντρο και αλιεύει ψήφους που παραδοσιακά κατέληγαν στη δεξιά παράταξη. Η οικονομική πολιτική ήταν αυτή που προκάλεσε ισχυρές αντιδράσεις στη βάση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και γενικότερα στην κοινωνία. Ουσιαστικά, από το 1996 και μετά, το ΠΑΣΟΚ μετατρέπεται σε ένα καθαρά διαχειριστικό κόμμα, σε σημείο που να γίνεται λόγος για συγχώνευση κράτους – κόμματος. Τοποθετείται στον χώρο της κεντροαριστεράς και παρατηρείται σημαντική μετάλλαξη της κοινωνικής του βάσης.
Το κόμμα χάνει τους δεσμούς με τα φτωχότερα στρώματα και αποκτά νέους δεσμούς με ανώτερα στρώματα που παραδοσιακά στήριζαν τη Νέα Δημοκρατία. Το καλό κλίμα άλλαξε για την εκσυγχρονιστική κυβέρνηση του Σημίτη μετά την κατακόρυφη πτώση του χρηματιστηρίου, εξαιτίας της οποίας ζημιώθηκαν χιλιάδες Ελληνες. Η αντιπολίτευση, αλλά και η κοινή γνώμη, ανήγαγαν το ζήτημα σε σκάνδαλο, το οποίο έπληξε ανεπανόρθωτα τους δείκτες δημοτικότητας της κυβερνώσας παράταξης. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το ΠΑΣΟΚ αδυνατούσε να ανακάμψει και είχε καταστεί σαφές ότι οι εκλογές του Μαρτίου του 2004 θα το έφερναν στην αντιπολίτευση. Ερευνες γνώμης αυτής της περιόδου χαρτογράφησαν την ιδεολογική μετακίνηση του κόμματος και τη νέα φυσιογνωμία του.
Το ΠΑΣΟΚ είχε μετεξελιχθεί από ένα κόμμα της αριστεράς, όπως δημιουργήθηκε το 1974, σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και εν συνεχεία σε κόμμα του μεσαίου χώρου με αντιφατικά ιδεολογικά και πολιτικά στοιχεία. Η αλλαγή σκυτάλης στην ηγεσία του κόμματος στις αρχές του 2004 θεωρήθηκε ως το τέλος της «φιλελεύθερης στροφής», όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς. Δεν άργησε όμως η έλευση στους κόλπους του κόμματος των Στέφανου Μάνου και Ανδρέα Ανδριανόπουλου για να προβληματίσει και να κάνει ακόμα πιο σαφές ότι πλέον το νέο κέντρο που περιγράφει ο Γκίντενς στη θεωρία του για τον τρίτο δρόμο είναι και αυτό που αναζητά το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο.
ΜΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΟΥ ΔΙΑΡΚΕΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
Με την ανάληψη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ από τον Γιώργο Παπανδρέου ήταν ξεκάθαρη η απόσταση που τον χώριζε από τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Η ιδεολογική ταυτότητα που επιχείρησε να ορίσει στο ΠΑΣΟΚ ο Γιώργος Παπανδρέου στρεφόταν γύρω από τη Συμμετοχική Δημοκρατία. Την περίοδο αυτή η ανάγκη επιβίωσης σε ένα νεοφιλελεύθερο παγκόσμιο σύστημα υποχρέωσε τη σοσιαλδημοκρατία να πάρει περισσότερο στα σοβαρά τη λογική της αγοράς, ενώ παράλληλα η ανάγκη εκλογικής απήχησης υποχρέωσε τα συντηρητικά κόμματα να σεβαστούν σε έναν σημαντικό βαθμό τη λογική της κοινωνικής συνοχής που το κράτος πρόνοιας εκπροσωπεί.
Δεδομένης, λοιπόν, της σύγκλισης ανάμεσα στους δύο πολιτικούς χώρους το διαφοροποιητικό στοιχείο του ΠΑΣΟΚ από τη Νέα Δημοκρατία θεωρήθηκε ότι μπορούσε να είναι η προβολή της ιδέας της εμβάθυνσης της δημοκρατίας σαν μια στρατηγική της κεντροαριστεράς, που είναι βιώσιμη -ακόμη και στην περίπτωση μακροχρόνιας επιβίωσης του παγκόσμιου νεοφιλελεύθερου status quo. Με τη δεύτερη ήττα του Παπανδρέου στις εκλογές του 2007 έγινε ξεκάθαρη όσο ποτέ άλλοτε η σύγκρουση στο εσωτερικό του κόμματος. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος έσπευσε την ίδια ημέρα να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για τη θέση του προέδρου. Επίσης υποψήφιος στις εκλογές ανάδειξης προέδρου του κόμματος, που διεξήχθησαν στις 11 Νοεμβρίου, ήταν και ο Κώστας Σκανδαλίδης. Επανεξελέγη ο Γιώργος Παπανδρέου με ποσοστό 55% έναντι 38% του Ευάγγελου Βενιζέλου. Ο Παπανδρέου είχε εδραιωθεί στη βάση του κόμματος ως ο ηγέτης που θα μπορούσε να το ξαναφέρει στην εξουσία. Και αυτό το κατάφερε στις εκλογές του 2009, αφού προηγήθηκε σκληρή αντιπολιτευτική στρατηγική απέναντι στον Καραμανλή.
Από το περιβόητο «λεφτά υπάρχουν» εκείνης της προεκλογικής περιόδου, φτάσαμε στο Καστελόριζο…
Ο “ΠΟΣΟΣΤΙΑΙΟΣ” ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Εκτοτε το ΠΑΣΟΚ επιφορτίστηκε όλο το βάρος των μνημονιακών πολιτικών. Η αντιπολίτευση του Αντώνη Σαμαρά εξαπέλυε μύδρους και φτάνουμε στο 2011 και την κυβέρνηση Παπαδήμου. Εναν χρόνο μετά ο Βενιζέλος αναλαμβάνει τα ηνία του κόμματος και είναι αυτός που θα βάλει την ιστορική υπογραφή για τον σχηματισμό συγκυβέρνησης με τη Νέα Δημοκρατία το 2012. Εν μέσω σκανδαλολογίας και σκληρής κριτικής από την Αριστερά, το ΠΑΣΟΚ δημοσκοπικά καταρρέει, ενώ και στις ευρωεκλογές του περασμένου Μαΐου, συμμετέχοντας στην “Ελιά”, θα βγει τέταρτο κόμμα με ποσοστό 8,02%. Τριάντα χρόνια πριν, στις ευρωεκλογές του 1984, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου είχε έρθει πρώτο κόμμα με 41,58%…
Τα προχθεσινά γεγονότα με την ηγετική επανεμφάνιση Παπανδρέου και τις αποδοκιμασίες σε βάρος του Ευάγγελου Βενιζέλου δείχνουν ότι στο κόμμα που σημάδεψε την πολιτική ιστορία του τόπου μας από τη μεταπολίτευση και μετά οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες και άκρως ενδιαφέρουσες.
Βιβλιογραφία – Πηγές:
• Gerasimos Moschonas, La social-democratie de 1945 ‘a now jours, Montchrestien, Paris, 1994 • Ευάγγελος Βενιζέλος, Δύο Λέξεις Αριστερά – Δεξιά στην εποχή μας, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2006
• Χριστόφορος Βερναρδάκης, Η ίδρυση, η εξέλιξη και η μελέτη του ΠΑ.ΣΟ.Κ., στο Τριάντα Χρόνια Δημοκρατία εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2004
• Χριστόφορος Βερναρδάκης, Πανεπιστημιακές σημειώσεις, Τα Ελληνικά πολιτικά κόμματα μετά τη Μεταπολίτευση, τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Κρήτης, mimeo 2004.
• Νικηφόρος Διαμαντούρος, Πολιτισμικός Δυϊσμός και Πολιτική Αλλαγή, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2000 • Γ. Μαύρης, Αφιέρωμα ΠΑ.ΣΟ.Κ., στο http://www.vprc.gr/4/11/index_gr.html
• Βίκτορας Νέτας, Εκσυγχρονιστικά μνημόσυνα στο Σοσιαλισμό, http://www.hri.org/E/1998/98-09-08.dir/stiles/analisi.htm
• Γιώργος Παγουλάτος, Σύγκλιση, απόκλιση και παραδείγματα πολιτικής, στο Ηλίας Κατσούλης, Νέα Σοσιαλδημοκρατία, εκδ. Σιδέρης, Αθήνα, 2002
Για όσους πιστέψαμε ειλικρινά στις επαγγελίες του ΠΑΣΟΚ και βρισκόμασταν μέσα στη Δημόσια Διοίκηση, από το δεύτερο χρόνο διακυβέρνησής του άρχισαν να φαίνονται οι αδυναμίες σε κεντρικές επιλογές,οι οποίες οφείλονταν στην πολυσυλεκτικότητα του και την ίδρυση Βαρωνειών από στελέχη του. Η Ν.Δ. στριμωγμένη από το Συνδικαλιστικό Κίνημα δεν εείχε ευχέρεια διάπραξης εύκολα παρανομιών,εκτός από κάποιες που δύσκολα γίνονταν αντιληπτές. Στον τόπο μας και μετά τον πρώτο αυτό χρόνο άρχισαν να γίνονται αδικίες-λάθη στη στελέχωση των Υπηρεσιών,ενώ συγχρόνως απαιτούνταν από τους Συνδικαλιστές και τους Υπαλλήλους να συμμορφώνονται με τις επιταγές του κομματικού συμφέροντος (δήθεν) περι τακτοποίησης “των δικών μας παιδιών” πράγμα που αφενός δεν ήταν αποδεκτό από εκείνους που συνειδητά λειτουργύυσαν με κριτήρο περί δικαοσύνης. ¨Ομως σε ορισμένους χώρους δεν θα μπορούσε να γίνει εφικτό χωρίς να δημιουργηθεί σκάνδαλο. Έτσι συνέχισε με “νεοσύλεκτους” η φθίνουσα πορεία του,ανεξάρτητα από τις εκλογικές επιτυχίες.Πορεία που εν τέλει συμπαρέσυρε τη Χώρα. Γιαυτό πρώτο μέλημα της τωρινής Κυβέρνησης και όποιας άλλης είναι η εξυγείανση και αναδόμηση της Δημόσιας Διοίκησης αξιοκρατικά,ώστε τα στελέχη να επενδύουν στην επιτυχία των Υπερεσιών,σύμφωνα με το Νόμο και όχι με τα συμφέροντα στελεχών και στελεχακιών του κάθε κόμματος και επενδύοντας μ’αυτό τον τρόπο σε μια καριέρα,ανεξάρτητα από έξωθεν πονηρές παρεμβάσεις. Το Θεμέλιο της Χώρας είναι η Δημ.Διοίκηση που τώρα αποτελεί μια αρρένα αλληλοσυγκρουόμενων διαφορετικής προέλευσης κομματικών φίλων ,με αλληλουπονόμευση και επιρρεπείς σε κάθε είδους διαφθορά.
Απέστελα σχόλιο !