Κάθε αρχή και δύσκολη! Κάθε νέα σχολική χρονιά, γονείς και μαθητές βρίσκονται υπό την επήρεια του άγχους, αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις της νέας σχολικής περιόδου. Δεδομένων και άλλων δυσκολιών, που συσσωρεύονται χρόνο με τον χρόνο, ευημερούσας και της κρίσης της σκληρής λιτότητας, γονείς, κυρίως νέοι γονείς, με παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας, πανικοβάλλονται κάθε τέτοια χρονική περίοδο. Έχοντας, δε, μεσολαβήσει και οι καλοκαιρινές διακοπές και η χαλαρότητα της θερινής περιόδου, καλούνται να αντιμετωπίσουν τη «σκληρή πραγματικότητα»! Η σκέψη τους ταλανίζεται δημιουργώντας τα εύλογα ερωτηματικά, με το πώς θα τα πάει το παιδί τους στο σχολείο, τι θα μπορούσε να προκύψει κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, πότε θα κατακτήσει τους στόχους που απαιτούνται από το σχολείο και το σπίτι, εάν θα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, ποιές θα είναι οι σχέσεις του με το σχολικό περιβάλλον (συμμαθητές, εκπαιδευτικοί, σχολείο), με ποιο τρόπο μπορεί να γίνει ελκυστική η μελέτη του, πόσο χρόνο θα χρειάζεται για να καλύψει τις εξωσχολικές δραστηριότητες και γενικά το καθημερινό του πρόγραμμα κ.ά.
Για όλα αυτά τα άγχη, ιδιαίτερα των μητέρων, που πολλές φορές φτάνουν στα όρια της υπερβολικής εκτίμησης των πραγμάτων, προσθέτοντας κανείς και τον υψηλό βαθμό υπερπροστατευτισμού των παιδιών τους, που τον θεωρούν, από μια άποψη, λογική διαδικασία, ωστόσο, όμως, όλο αυτό το φορτίο πολλές φορές δημιουργεί εντάσεις στην οικογενειακή ατμόσφαιρα, διαταράσσει το ήρεμο κλίμα των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των γονέων και των παιδιών. Ταυτόχρονα το ανεξέλεγκτο άγχος μεταφέρεται και εδραιώνεται σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση ελλοχεύει ο πανικός, ενώ δημιουργούνται ευαίσθητες ισορροπίες, πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί με κίνδυνο οι σχέσεις να φτάνουν σε πολλά αδιέξοδα. Οι μητέρες, έχουν τον κύριο λόγο, από ό,τι δείχνουν οι στατιστικές, στην επιμέλεια του παιδιού, στη μελέτη του, στα όριά του, στο παιχνίδι του, στον ελεύθερό του χρόνο, στις δραστηριότητές του κ.λπ. Επιθυμούν, καθώς φαίνεται, να καλύψουν δικά τους κενά και απωθημένα, που αφέθηκαν στη λήθη του χρόνου, αφού δεν έδραξαν την ευκαιρία και ίσως δεν τόλμησαν να τα πραγματοποιήσουν, στήνοντας, συνήθως, ψηλά τον πήχη των προσδοκιών για τα παιδιά τους. Οι απαιτήσεις τους, σε αρκετές περιπτώσεις, είναι υπερβολικές, εστιάζουν κατά κύριο λόγο στη μαθησιακή πλευρά του παιδιού και ελάχιστα στον συναισθηματικό του κόσμο, επιβάλλοντας σε αρκετές περιπτώσεις το δικό τους λανθασμένο τρόπο αγωγής και διδακτικής αρωγής και υποστήριξης. Θεωρούν τον εαυτό τους ισχυρό, από όπου πηγάζει προφανώς η εξουσία και η επιβολή τιμωριών για παραλείψεις, λάθη, συμπεριφορές των παιδιών τους. Δεν συγχωρούν εύκολα, αφού δεν δίνουν δεύτερη ευκαιρία για επανόρθωση και δεν ενθαρρύνουν τον τρόπο σκέψης των παιδιών τους, που μπορεί να είναι ο πιο ενδεδειγμένος για τη δική τους μοναδική προσωπικότητα. Συχνά, δεν επιβραβεύουν βήματα και προσπάθειες, ενώ το «μπράβο» είναι ανύπαρκτη λέξη, ή δυσκολεύεται να εκστομισθεί, δε δίνουν πίστωση χρόνου για την κατάκτηση μιας νέας γνώσης, αμφισβητούν γνώμες και ιδέες των παιδιών τους. Συν τοις άλλοις «αντικαθιστούν» τον ρόλο του δασκάλου ή καταφέρονται εναντίον του, ενώπιο του παιδιού για κάτι που δυσκολεύεται να κατανοήσει! Δεν είναι λίγες οι φορές που φτάνουν στα άκρα είτε με την επιβολή αυστηρού προγράμματος μελέτης, που συχνά πυκνά, όμως, ξεπερνά τα όρια και η μελέτη γίνεται βασανιστήριο.
Θεωρούμε, πως τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά από ό,τι φαίνονται. Το πρόγραμμα της μελέτης στον κατάλληλο χρόνο, η εφαρμογή απαρέγκλιτα των κανόνων που αποφασίζονται και υπογράφονται από κοινού, η δημιουργία ήρεμου και δημοκρατικού κλίματος, η ίση μεταχείριση και έννοια των παιδιών – μελών της οικογένειας, οι «κόκκινες γραμμές» σε όλα τα ζητήματα, οι συχνοί και ουσιαστικοί διάλογοι σχολείου – οικογένειας, η δημιουργία αισιόδοξης και ενθαρρυντικής ατμόσφαιρας, η αποφυγή συγκρούσεων, σωματικής και ψυχολογικής βίας, οι ξυλοδαρμοί, η απαξίωση και η μείωση της προσωπικότητας του παιδιού, είναι μερικές συμβουλές που θα πρέπει, όσο είναι δυνατόν, να τηρούνται μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με μαθητές προσχολικής και σχολικής ηλικίας. Επιπλέον, είναι σημαντικότατος ο χρόνος που διαθέτουν οι γονείς για τα παιδιά, να μιλήσουν μεταξύ τους, να τα αφουγκραστούν, να έρθουν στη θέση τους σε κάποιο πρόβλημα και να καταλάβουν πώς νιώθουν. Ακόμα, είναι πολύ σημαντικό να εξοικονομείται ελεύθερος χρόνος, ενώ οι εξωσχολικές δραστηριότητες, εφόσον κρίνονται απαραίτητες και είναι σύμφωνες με τις δυνατότητες και τα ενδιαφέροντα των παιδιών. Η κοινωνικοποίηση των παιδιών, σε μεγάλο βαθμό επιτυγχάνεται, όταν συναναστρέφονται με συνομήλικούς τους, κυρίως, στο σχολείο, στο σπίτι, στο παιχνίδι, στις εξωσχολικές δραστηριότητες κ.ά. Μεγάλη βάση δίνεται, σύμφωνα με τις επιστήμες της αγωγής και της εκπαίδευσης, στην αυτονομία και την αυτενέργεια στις μικρές ηλικίες των παιδιών, μέσα στο δικό τους χώρο, με κατανόηση στις δικές τους ικανότητες και δυνατότητες. Επίσης, ο σεβασμός στην διαφορετικότητα καλλιεργείται από τις ηλικίες αυτές, όταν οι μαθητές μαθαίνουν αρχικά ότι οι συμμαθητές τους είναι διαφορετικοί από αυτούς και αυτοί είναι διαφορετικοί από τους άλλους ανθρώπους, τους φίλους τους, τους συγγενείς τους, την κοινωνία ολόκληρη. Με αυτόν τον τρόπο σιγά-σιγά εξαλείφεται ο «έρπων» ρατσισμός που καθένας κουβαλάει μέσα του, για τον άσχημο, τον υπέρβαρο, τον κοντό, τον ψηλό, τον μελαχρινό, τον μαύρο, τον νέο, τον ηλικιωμένο κ.λπ.
Στον αντίλογό του κανείς μπορεί να πει ότι όλα αυτά είναι θεωρίες, όταν είναι ένα παιδί δύστροπο, κακομαθημένο, αδιάφορο, τεμπέλικο, με μαθησιακές δυσκολίες, με διάσπαση προσοχής, με αυτισμό, με αναπηρίες κ.λπ. Σε αυτές τις περιπτώσεις η συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων, οικογένειας, σχολείου, συμβουλευτικών κέντρων, ειδικών παιδαγωγών κρίνεται απολύτως απαραίτητη, όπου εκθέτουμε το πρόβλημά μας, χωρίς αναστολές και στρουθοκαμηλισμό! Το προσωρινό «κουκούλωμα», οι αναβολές στην έκθεση του προβλήματός μας, μπορεί να εμφανιστεί αργότερα ως ένας μόνιμος εφιάλτης που θα μας κατατρέχει σε όλη μας τη ζωή.