Κι ενώ ο Οκτώβρης εξέπνευσε και τονε ξεπροβόδισα για τσοι τόπους του παρελθόντος και τση λησμονιάς, αντιστέκομαι στσι ημερομηνίες πούχουνε βαρύ θρησκευτικό και ιστορικό φορτίο, για να ξαναθυμηθώ, και να θυμίσω, ημέρες θρησκευτικής κατάνυξης και εθνικού μεγαλείου.
Τον ολόλαμπρο και πάνδημοο πανηγυρισμό του εορτάζοντος πολιούχου και προστάτη τση Θεσσαλονίκης μας Άγιο Δημήτριο και την επέτειο τσ’ απελευθέρωσης τσης, και απευθύνω λόγια χρέους κι ευγνωμοσύνης στσ’ αγωνιστές ουλωνώ των αγώνω του έθνους μας «για του Χριστού τη πίστη την Αγία και τση πατρίδας την ελευθερία». Και να των ευκηθώ ακόμη γι’ άλλη μια φορά από καρδιάς για την αιώνια ανάπαψη ντωνε.
Και να συνεχίσω με την επέτειο τσ’ 28ης Οκτωβρίου 1940. από καιρό οι Ιταλοί τότεσας με τη συμπεριφορά ντωνε εδείχνανε τσοι κακές τωνε προθέσεις. Μα τούτηνα τη φορά εξεπεράσανε κάθε όριο ανοχής κι αξημέρωτα εξυπνήσανε τον πρωθυπουργό να του ζητήξουνε «γη και ύδωρ» για να εισπράξουνε το ιστορικό ΟΧΙ. Και ν’ ακολουθήσει το πρώτο ανακοινωθέν του Εθνικού Γενικού Στρατηγείου «Αι ιταλικαί στρατιωτικές δυνάμεις προσβάλλουν από της 5ης και 30 πρωινής της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέρεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους». Και ν’ ακλουθήξουνε τα πολεμικά φιλοδωρήματα των βομβαρδισμώ προς τον άμαχο πληθυσμό. Για νάρθει κι η σειρά τω Χανιώ κάποια στιγμή.
Απού μικιό κοπελάκι, όπως αναστορούμαι, άκουσα το πατέρα μου να λέει ξαφνιασμένος «μωρέ! Αεροπλάνα!», πράμα ασυνήθιστο για κείνηνα την εποχή, επαέ στον εδικό μας τόπο. Για να μην προλάβει να τελειώσει, κι ακουστήκανε οι κανονιές από τ’ αντιαεροπορικά απού εκανονιοβολούσανε εναντίον τωνε. Τελικά εξεφορτώσανε τσοι βόμβες τωνε στα Χανιά. Κι ετσά απόχτησα εγώ την πρώτη πολεμική εμπειρία και τα Χανιά τα πρώτα αθώα θύματα αμάχω. Από την πρώτη κιόλας ημέρα τση κήρυξης του Ελληνοϊταλικού πολέμου, επιστρατεύοντανε οι μάχιμοι χωριανοί και φεύγανε πατουλιές πατουλιές για το μέτωπο, σε κλίμα μεγάλου ενθουσιασμού σαν να πηγαίνανε σε πανηγύρι κι όι στσοι κιντύνους του πολέμο και τσοι κακουχίες, τσοι στερήσεις και τσ’ αντίξοες συνθήκες των αφιλόξενω βουνώ τσ’ Αλβανίας.
Ετσά εξεκίνησε τούτοσας ο πόλεμος που την επέτειο τσ’ αρχής του εορτάζομε κάθε 28 Οκτωβρίου και με την ευχή για την αιώνια ανάπαψη των αγωνιστώ και των αδικοχαμένων αμάχω. Και επίσης να εκφράσω επ’ ευκαιρία τον αποτροπιασμό μου και την αιώνια καταδίκη ΝΤΡΟΠΗΣ στσοι Γερμανούς και Ιταλούς για το παγκόσμιο αιματοκύλισμα και τα βάρβαρα απάνθρωπα και άναντρα εγκλήματα ντωνε σε βάρος των αμάχω. Και ενδόμυχα ν’ απευθύνω παράκληση θερμή προς τον παντοδύναμο Θεό. Θεέ μου μπέψε τη θεία σου φώτιση στσοι δυνατούς τση γης να σταματήσουνε οι πόλεμοι και να επικρατήσει η επί γης Ειρήνη. Κι ύστερα από την αναγκαία αναφορά μου στσ’ εθνικές επετείους και τσ’ ευκές μου και την κατάθεση του σεβασμού μου και τσ’ ευγνωμοσύνης μου στσ’ αθάνατους αγωνιστές κι αδικοχαμένους αμάχους.
Να συνεχίσω με την επικαιρότητα, όπως γίνεται ύστερα από κάθε συμφορά γη πόλεμο. Γιατί έτσα ΄ναι η ζωή, συνεχίζεται. Και να ξαναβρεθώ στσοι γνώριμους τόπους τση καθημερινότητας. Κι αφού καλωσορίσω το καινουργιοφερμένο τελευταίο φθινοπωρινό μήνα απού πήρε τη σκυτάλη από τον προηγούμενο μήνα, για να συνεχίσεει με τσοι δικές του ημερομηνίες.
Συνεχίζω κι απατός μου στα χνάρια τση παράδοσης. Και να θυμηθώ τσ’ όμοργες συντροφιές και τσοι χαρούμενες παρέες από τα ρακοκάζανα που με τσοι πατάτες στη χόβολη τα κάστανα, στα κάρβουνα και με τη ψημένη φρίσσα επίνανε τα κρασάκια ντωνε. Και με τσοι σταφίδες τη ξερή μουσταλεβρέ, τσοι συκοπιταρίδες και τ’ αμύγδαλα εδοκιμάζανε τη φρέσκια τσικουδιά κι ευθυμούσανε ώρες ατελείωτες κι ανταλλάσσανε γνώμες και συβουλές. Γιατί δε τα κατέχανε τότεσας ούλα, γιατί το κατέχανε πως τα λίγα ωφελούνε. Κι είχανε τσοι γέρους για συβουλάτορες, γιατί κατέχανε πως η πείρα είναι μεγάλη δασκάλα. Αποφεύγαμμε να πατούμε όπου εγυάλιζε, όπως ελέγαμε εμείς στα νυχτοπερπατήματα μας με τσ’ αστροφεγγιές και το φεγγάρι, γιατί όπου γυαλίζει έχει λάσπες και γλίστρες. Κι ακόμη σε τούτεσας τσοι συνάξεις, εορτές και πανηγύρια πολλές φορές αφήνανε να φανερωθούνε τα αιστήματα ντωνε με μαντινάδες και τραγούδια. Κι ετσά εγιατρεύανε τσοι πόθους τωνε και ζωντανεύανε τα όνειρα ντωνε, κι ετσά αδειάζανε τσοι ψυχές τωνε από τσοι στενοχώριες και τσοι κακοστραθιές στη ζωή τσοι μπιθιάζανε εκειά μέσα. Γι’ αυτό είναι καιρός να το καταλάβομε πως ο άθρωπος δεν είναι μόνο τσέπες, στομάχι και υπογάστριο, παρά είναι και ψυχή και θέλει και κείνη τη δικιά τση θροφή που είναι η παραδοσιακή ζωή.
Θεέ μου βλέπε μας το νου μας και καθοδήγα μας για τη καλή χρήση του.
Καλημέρα Αναγνώστριες κι Αναγνώστες μου κι αναζήτηχτοι.
Το γεροντάκι
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
πατουλιές πατουλιές = ομάδες ομάδες
μικιό = μικρό
αναστορούμαι = θυμούμαι
απατός μου = εγώ
φρίσσα = ρέγγα
κατέχω = ξέρω
μπιθιάζω = συμπιέζω