Είναι γεγονός ότι η δικτατορία ξεπήδησε μέσα από τον σκληρό πυρήνα του συστήματος εξουσίας της μετεμφυλιακής Δεξιάς. Αποτέλεσε την απάντηση στο γιγάντιο δημοκρατικό κίνημα στα μέσα στη δεκαετίας του ’60.
Ο περιορισμένος χαρακτήρας της ενεργού αντίστασης δεν προδίκαζε την ταχεία ανατροπή της. Μπορεί να υπήρχε παθητική αντίσταση από την πλειοψηφία των Ελλήνων, αλλά δεν είναι δυνατό να αντιμετωπισθούν οι δικτατορίες μ’ αυτό τον χαρακτήρα του αγώνα.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου αποτελεί την σημαντικότερη μαζική αντίσταση του Λαού μας και της νεολαίας, ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς.
Παρόλο που έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από αυτή την εξέγερση, απασχόλησε την Βουλή των Ελλήνων αυτές τις μέρες. Έγινε μια προσπάθεια υποβάθμισης αυτής της ιστορικής εξέγερσης από υπουργό της κυβέρνησης και την παρουσίασε σαν ένα… μύθο!
Λες και είχε ποτέ ανάγκη ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός να περιβληθεί με… μύθους. Ένα γεγονός που έχει καταξιωθεί στην συνείδηση των Ελλήνων, σαν ένας εθνικός θησαυρός στον αγώνα του Λαού και της νεολαίας, για την ελευθερία. Ένας αγώνας που ανέδειξε τους νεκρούς ήρωες του Πολυτεχνείου. Ένας πολύτιμος θησαυρός της Ιστορίας μας!
Ωστόσο, ακόμη κι αν παραδεχθούμε ότι τα Έθνη σύρονται στον δρόμο της μοίρας τους από τις δυνάμεις της ύλης ή αν συνταχθούμε με την υλιστική αντίληψη της Ιστορίας, πάλι δεν θα μπορέσουμε να σβήσουμε την παρουσία των ηρώων από τα εργαστήρια του βίου των Λαών.
Οι ήρωες είναι μια ανάγκη για όλους τους λαούς και τους χρειάζονται πιο πολύ νεκρούς. Περνούν στην αιωνιότητα και γίνονται τα σκαλοπάτια για να πατήσουν οι λαοί, για να ανεβούν πιο ψηλά. Είναι τα κρικέλια για να πιαστούν οι κατοπινές γενιές και να φθάσουν στο ύψος των δικών τους οραμάτων. Οι νεκροί ήρωες του Πολυτεχνείου μπορούν να τους δώσουν την θαλπωρή αυτής της πίστης.
Τα ιδανικά για τα οποία αγωνίσθηκαν αποτελούν υποθήκες. Μ’ αυτά τα ιδανικά πρέπει οι νέες γενιές να αντρειώνουν. Είναι οι δείκτες που πρέπει να στοιχηθεί η πορεία της ζωής τους. Οι νεκροί της εξέγερσης στο Πολυτεχνείο ανήκουν στους ήρωες της Ιστορίας. Δεν χρειάζονται λοιπόν πρόσθετα φτιασίδια! Αποτελούν το προζύμι της εθνικής δημιουργίας και της δημοκρατικής ανάτασης. Έπεσαν στον αγώνα για άυλα ιδανικά και όχι για υλικές αξίες. Έπεσαν για την Ελευθερία και Δημοκρατία της χώρας μας. Για να μπορούν οι σημερινοί Έλληνες να σκέπτονται ελεύθερα, να μιλούν ελεύθερα, να ‘χουν την ιδεολογία τους, να εκλέγουν τις κυβερνήσεις τους. Για να μπορούν σήμερα οι πολιτικοί να μιλούν από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων.
Η πατριωτική συνείδηση αυτών των ηρώων δεν άντεξε άλλο την καταπίεση, την τρομοκρατία, την ανελευθερία. Δεν άντεξε να μην έχει Δημοκρατία, η χώρα που την γέννησε. Παραμέρισε την δειλία που έχει επιβάλει το καθεστώς και που επικρατούσε στην Ελληνική κοινωνία, και αναμετρήθηκε μ’ ένα καθεστώς που στηριζόταν στη δύναμη των όπλων.
Μετά την εξέγερση ο δικτάτορας σε διάγγελμά του χαρακτήρισε τους αγωνιστές “αναρχικούς” για να ικανοποιήσει το αίσθημα των “τιποτόφρωνων”! Ναι, ήσαν “αναρχικοί”, γιατί ο αγώνας τους αποσκοπούσε στο γκρέμισμα ενός ανελεύθερου και τυραννικού καθεστώτος, που το είχαν οικοδομήσει η δύναμη των όπλων και οι στρατιωτικοί νόμοι. Ναι, ήσαν “αναρχικοί” γιατί δεν πειθάρχησαν σ’ αυτούς που τα όπλα του λαού μας τα έστρεψαν εναντίον του και είχαν καταργήσει το Σύνταγμα της χώρας.
Και είναι γεγονός ότι όλοι οι επαναστάτες, οι αγωνιστές, ήσαν “αναρχικοί”. Αν ήσαν νομοταγείς δεν θα μπορούσαν να ανατρέψουν τα τυραννικά καθεστώτα. Θα σήμαινε υπακοή σ’ αυτά τα καθεστώτα και θα παρέμεναν αξιοποιώντας την φρόνιμη δειλία των λαών τους. Αυτοί που αγωνίζονται για το υπέρτατο αγαθό της Ελευθερίας είναι νομοταγείς στις πανανθρώπινες αξίες μίας Ελεύθερης πολιτείας. Παραμέρισαν λοιπόν τον δρόμο της υποταγής που συνιστούσαν οι συνομιλητές της Χούντας και οι αποκληθέντες γεφυροποιοί. Η ελευθερία ενός λαού δεν παζαρεύεται. Τον δρόμο του συμβιβασμού με την Χούντα ήθελαν οι συντηρητικοί πολιτικοί να ακολουθήσει η χώρα και γι’ αυτό κράτησαν αποστάσεις από την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Δεν τους πείραζε αν εγκαθιδρύετο μια καχεκτική Δημοκρατία, παρόμοια μ’ αυτήν που θεμελιώθηκε στα μετεμφυλιακά χρόνια. Μια δήθεν Δημοκρατία που τα εξωκομματικά κέντρα εξουσίας θα συνέχιζαν να κατευθύνουν το πολιτικό σύστημα. Δεν είδαν λοιπόν την εξέγερση με “καλό μάτι”. Γιατί τους ανέτρεψε αυτά τα σχέδια!
Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Τσάτσου προς τον Κ. Καραμανλή, στις 20/11/1973: «Όταν έγινε το Πολυτεχνείο, ούτε πήγα επί τόπου, ούτε συγκινήθηκα. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι αυτά τα πεζοδρομιακά ξεσπάσματα, υποκρύπτανε κομμουνιστικές επιδιώξεις επικίνδυνες για το μέλλον. Έχω την συνείδηση μου ήσυχη ότι δεν συνήργησα στην κατασκευή του μύθου του Πολυτεχνείου».
Και συνέχιζε συνιστώντας στον Κ. Καραμανλή τα εξής: «Είμαι βέβαιος ότι η σιωπή σε θέτει σε απόσταση από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και σ’ αυτό είναι σύμφωνη η πλειοψηφία του λαού, παρόλη την αισθηματική συμπάθεια που έδειξαν μερικές χιλιάδες εδώ στην Αθήνα, για τα “καημένα τα παιδιά”».
Τα όσα αναφέρει στην επιστολή του ο Κ. Τσάτσος, είναι σχεδόν τα ίδια που ανέφερε ο δικτάτορας στο διάγγελμά του που ακολούθησε μετά τα γεγονότα.
Μύθος λοιπόν ήταν το Πολυτεχνείο και τότε και τώρα για τους πολιτικούς της συντηρητικής παράταξης!
Αυτά έλεγαν για τα “καημένα τα παιδιά”, που αν δεν έβαζαν τα στήθη τους απέναντι στα όπλα της χούντας, δεν θα είχαν φθάσει στα ύπατα αξιώματα. Όταν αυτά τα “καημένα τα παιδιά” αναμετρώνταν με τα τανκς της χούντας, ο πολιτικός κόσμος ήταν παροπλισμένος. Δεν μπορούσε να κινητοποιήσει ούτε λίγες δεκάδες πολιτών. Το μόνο θέμα που απασχολούσε τους πολιτικούς ήταν να βρουν την ευκαιρία να ξαναπάρουν τα ηνία της εξουσίας.
Προτίμησαν την ασφάλεια του εξωτερικού, ενώ θα ‘πρεπε να μείνουν στην πατρίδα τους, γιατί η ελευθερία ενός λαού κερδίζεται με αγώνες εκεί που καταπατείται. Η ελευθερία της χώρας δεν μπορούσε να διαμένει εξόριστη στα σαλόνια του εξωτερικού. Ήταν αλυσοδεμένη μέσα στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας, μέσα στα απομονωτήρια της Μεσογείων, μέσα στα κολαστήρια της ΕΣΑ, μέσα στα στρατόπεδα της Χούντας, μέσα στον τάφο του Μπογιατίου που είχαν βάλει τον Αλ. Παναγούλη, μέσα στα ξερονήσια, μέσα στις φυλακές.
Έζησε για τρεις μέρες ελεύθερη στο Πολυτεχνείο!
Η Δημοκρατία της Ελλάδας έδινε μάχες για να επικρατήσει μέσα στα αμφιθέατρα των Πανεπιστημίων.
Εκεί χτυπούσε η καρδιά της Ελευθερίας και Δημοκρατίας.
Η Χούντα λοιπόν κυριαρχούσε στην Ελλάδα, γιατί γνώριζε ότι ο πολιτικός κόσμος δεν μπορεί να την ανατρέψει. Φοβόταν μόνο τους φοιτητές και τη νεολαία και ιδιαίτερα όταν ξύπνησε ο κοιμώμενος γίγαντας που λέγεται φοιτητικό κίνημα το 1972. Και αποδείχθηκε ότι είχε “δίκιο”.
Από το φοιτητικό κίνημα προήλθε η κατάρρευσή της.
Αυτή λοιπόν η γενιά του Πολυτεχνείου που θέλουν να κατασυκοφαντήσουν, άνοιξε τον δρόμο της μεταπολίτευσης.
Αυτή η γενιά κατάφερε να μετατρέψει την “ξηρασία” που επικρατούσε στην Ελληνική κοινωνία τότε, σε γόνιμο έδαφος της ελπίδας, των οραμάτων, της ύπαρξής μας.
Αυτή η γενιά είχε πραγματικά γενναίους νέους και αγωνίστριες κοπέλες. Έδειξε θάρρος σ’ αυτό τον άνισο αγώνα και δεν φοβήθηκε τα όπλα της Χούντας, παρόλο που μας ήλθε μήνυμα το απόγευμα της Παρασκευής ότι θα κατεβάσουν τα τανκς. Θυμάμαι όταν φέρνανε τους μισοπεθαμένους, χτυπημένους με σφαίρες φοιτητές πάνω σε σκάλες – φορεία, μέσα στο Πολυτεχνείο και τους πήγαιναν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε στηθεί στο κτήριο Γκίνη. Όταν περνούσαν από τον διάδρομο που είχαν σχηματίσει τα “καημένα τα παιδιά”, είχαν τη δύναμη να σηκώσουν το χέρι τους και με τα δάχτυλά τους, να σχηματίσουν το σύμβολο της νίκης. Κι όμως για τον Κ. Τσάτσο κι άλλους, το αγωνιζόμενο Πολυτεχνείο ήταν ένα “πανηγύρι”!
Όχι, ήταν ένα νέο Μεσολόγγι με ελεύθερους πολιορκημένους!
Δεν συγκινούνται λοιπόν για το μακελειό στο Πολυτεχνείο οι πολιτικοί της συντήρησης, γιατί δεν μπορούν ποτέ να συναισθανθούν τα ψυχικά και ιδεολογικά αποθέματα αυτών των αγωνιστών. Δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν ότι υπάρχουν και ανιδιοτελείς αγώνες. Για τα ιδανικά και όχι για υλικές αξίες.
Αυτά τα “καημένα τα παιδιά”, δεν ζήτησαν τίποτα δικό τους, γιατί δεν πρόλαβαν να ζήσουν. Το μόνο που ζητά η ψυχή τους είναι τουλάχιστον να σέβονται τη μνήμη τους. Οι παλιοί πολιτικοί επωφελήθηκαν τους αγώνες τους και έτρεξαν να αρπάξουν τα ηνία της εξουσίας.
Αυτά τα “καημένα τα παιδιά”, έδωσαν τη ζωή τους για την Δημοκρατία και άνοιξαν τον δρόμο για να γίνει ο Κ. Τσάτσο αρχηγός του Κράτους.
Αποτελεί λοιπόν “μύθο” η εξέγερση και σφαγή στο Πολυτεχνείο! Αυτό ισχυρίζονται για μισό αιώνα οι πολιτικοί της Δεξιάς και δεν συμμετείχαν σε καμία επέτειο. Και αυτό δεν είναι τυχαίο γεγονός. Δεν συμβιβάζεται το αξιακό και ιδεολογικό περιεχόμενο της σκληρής Δεξιάς, με λαϊκούς αγώνες. Όταν τους… αντιληφθεί αμέσως επικαλείται τον… κομμουνιστικό κίνδυνο. Δεν αποδέχεται τις λαϊκές κινητοποιήσεις γιατί πιστεύει στο δόγμα των αυταρχικών καθεστώτων, “νόμος και τάξη”.
Ωστόσο η σκληρή Δεξιά έχει βεβαρημένο ιστορικό παρελθόν. Η στρατιωτική δικτατορία είναι δημιούργημα του βαθέως κράτους της Δεξιάς. Αυτό το σκληρό μετεμφυλιακό κράτος είχε “φυλάξει την Χούντα για 30 χρόνια στον προθάλαμο της εξουσίας και όταν διαπίστωσε ότι με δημοκρατικές διαδικασίες δεν αντιμετωπίζεται το δημοκρατικό ρεύμα που είχε σχηματισθεί, την χρησιμοποίησε.
Υπάρχουν λοιπόν ιδεολογικοί λόγοι που αποστρέφεται το Πολυτεχνείο. Έδειξε αποστροφή και όταν ζούσε η Ελλάδα τις μέρες της εξέγερσης (επιστολή Τσάτσου) και μεταδικτατορικά με τις επετείους του.
Και δυστυχώς προσπάθησε να λοιδορήσει αυτές τις επετείους μνήμης για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου, ένας υπουργός. Και μάλιστα όταν προΐσταται στις εορταστικές εκδηλώσεις στα σχολεία και τα Πανεπιστήμια για την εξέγερση!
Θέλει λοιπόν η σκληρή Δεξιά να ξεχαστεί το Πολυτεχνείο γιατί γνωρίζει ότι η νεολαία μας χρειάζεται να πιστέψει σε κάτι. Και το Πολυτεχνείο είναι το πιο κατάλληλο για να δώσει την πίστη που χρειάζεται. Μια πίστη που διαφέρει από τον ρομαντικό πατριωτισμό που φουσκώνει τα στήθη των πατριδοκάπηλων. Αυτή η πίστη στο Πολυτεχνείο είναι ρωμαλέα και καρπερή. Ο κεντρικός πυρήνας της κληρονομιάς που μας αφήνει αυτή η πίστη, είναι ο αέναος αγώνας για ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη.
Αυτός ο αγώνας μπορεί να διδάξει στη νέα γενιά ότι για να φτάσει στην επιτυχία χρειάζεται πίστη στον εαυτό της, μέχρι να γίνει η ορμή της καρδιάς της δημιουργικό έργο. Αυτή η πίστη της γενιάς του Πολυτεχνείου, ήταν αρκετή για να αναμετρηθεί με το οπλισμένο καθεστώς. Οι ήρωες του Πολυτεχνείου και που τους τιμά η πατρίδα με τις δεκάδες ονομασίες δρόμων που φέρουν το όνομα “Ήρωες του Πολυτεχνείου” είχαν πάθος για την ελευθερία, πίστη στη Δημοκρατία, ιδανικά και τόλμη. Ευτυχώς που υπάρχει η ιστορική μνήμη και ο αγώνας αυτής της γενιάς δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Δεν μπορούν να “ξηλώσουν” τις πινακίδες!
Λέγεται απ’ αυτούς που θέλουν να παρουσιάσουν το Πολυτεχνείο σαν ένα… “παραμύθι” ότι δεν έριξε την δικτατορία.
Κανένας μέχρι σήμερα δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Είναι γνωστό ότι η δικτατορία έπεσε από την Κυπριακή προδοσία που διέπραξαν οι επίορκοι αξιωματικοί της σκληρής Δεξιάς. Με τα αιματηρά γεγονότα του Πολυτεχνείου άρχισε η διάλυση της Χούντας και απετράπη η εγκαθίδρυση μιας δήθεν Δημοκρατίας, με κουμανταδόρο τον στρατό. Για ένα καθεστώς που δεν είχε πολλές αντιρρήσεις, η συντηρητική παράταξη.
Αυτό εξάλλου επιδίωκαν οι διάφοροι συνομιλητές και γεφυροποιοί πολιτικοί της… Η εξέγερση ανέτρεψε τέτοια σχέδια. Αυτή λοιπόν η ιστορική στιγμή της νεολαίας μας δεν μπορεί να τοποθετηθεί σε ένα κλίμα απάθειας και αδιαφορίας και που επιχειρείται συστηματικά εδώ και μισό αιώνα. Θα βρίσκεται πάντα στον χώρο της νοσταλγίας των Ελλήνων δημοκρατών. Αποτελεί ένα ισχυρό δημιουργικό στοιχείο στην Ελληνική κοινωνία. Οι πολιτικοί ταγοί θα πρέπει να ‘χουν ένα τέτοιο δείκτη μπροστά τους, για να τους οδηγεί. Τουλάχιστον για να φθάσουν στο ύψος της ηθικής μορφής αυτού του αγώνα.
* Ο Βασίλης Πεντάρης
είναι π. βουλευτής Χανίων
Αξιότιμε κύριε ,αντί σχολίου στο κείμενο σας η άποψη του Χρήστου Ηλιάδη,ζημωμένη στα μαρμαρένια αλώνια του υπέροχου νησιού της Αφροδίτης.Διαβάζοντας το γραπτό σας ήλθε στην μνήμη μου το ύψωμα Κολοκασίδη,το αεροδρόμιο Λευκωσίας,ο ΄Αγιος Παύλος και οι μαχητές του Αλευρομάγειρου,οι νεκροί,οι αγνοούμενοι,οι βιασμοί-εξευτελισμοί,οι 200.00 πρόσφυγες,η απώλεια των ιερών και οσίων τμήματος του ελληνισμού.΄Ενοιωσα την επιθυμία να γράψω δυό λέξεις για τις “μαχαιριές” που κουβαλάμε στην ψυχή μας. Το μαστιγωτικό σχόλιο του Χρήστου Ηλιάδη, άλλη πλευρά του φεγγαριού αν θέλετε με κάλυψε απόλυτα και το θέτω στην διάθεση των αναγνωστών:
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΗΛΙΑΔΗ
Ομολογώ ότι για μέρες τώρα σκεφτόμουν να γράψω κάτι μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσε η ομιλία του Άγγελου Συρίγου στην Βουλή των Ελλήνων για το ότι όσο ηρωική και να ήταν η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 ως η μοναδική μαζική λαϊκή εκδήλωση αντίστασης κατά της Χούντας, η πτώση της Χούντας επήλθε οκτώ μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 1974, υπό το βάρος της προδοσίας της Κύπρου.
Τι είπε ο Άγγελος Συρίγος που προκάλεσε την ιερή αγανάκτηση των «προοδευτικών»;
«Παρά τη μεγάλη ηθική αποστροφή και πολιτική αποδοκιμασία της Χούντας από τον λαό, το καθεστώς δεν έπεσε λόγω της εσωτερικής αντιστάσεως. Η χούντα κατέρρευσε το 1974 υπό το βάρος των ανομημάτων της και ιδίως υπό το βάρος της κυπριακής τραγωδίας.
Το γεγονός ότι στα θεμέλια της μεταπολιτεύσεως δεν υπήρχε ένα γεγονός ανατροπής, είχε τεράστια αξιακή σημασία στην ποιότητα της μεταπολιτευτικής μας ζωής. Δεν υπήρχαν ογκώδεις διαδηλώσεις και πορείες επί Χούντας. Υπήρχαν μεμονωμένες ενέργειες κάποιων γενναίων Ελλήνων που αντιμετωπίζονταν με βάρβαρο τρόπο από τη δικτατορία.
Αυτό που δεν έγινε από την πλειοψηφία του λαού όταν χρειαζόταν, όταν δηλαδή υπήρχε η Χούντα, έπρεπε να αναπληρωθεί μετά. Πότε; Μετά το 1974».
Περίμενα να περάσουν λίγες μέρες ώστε να καταλαγιάσει λίγο ο θυμός μου από τις ανιστόρητες και υποκριτικές αυτές αντιδράσεις στα πιο πάνω, από κάποιους που θέλουν να εντάσσονται στον «προοδευτικό» χώρο.
Δεν ξέρω κατά πόσο όντως ο θυμός καταλάγιασε (αυτό κρίνεται από την συνέχεια του κειμένου), αλλά δεν μπορώ να σιωπώ στην υποκρισία της στάσης αυτής που κατά την προσφιλή τακτική προσδίδει διαστάσεις συνωμοσίας για αναθεώρηση δήθεν της καταγραφείσας ιστορίας των επιτευγμάτων του αντί-δικτατορικού αγώνα του Ελληνικού λαού!
Τουλάχιστον εμείς εδώ στην Κύπρο ξέρουμε ότι η Δημοκρατία στην Ελλάδα ξαναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες της καταστροφής στην Κύπρο – πολλοί από μάς το έζησαν στο πετσί τους είτε στα πεδία των μαχών, είτε στα καραβάνια των προσφύγων, και συνεχίζουν να το ζουν στα μνημόσυνα των νεκρών.
Παρόλα αυτά, μέσα από την θλίψη, τον πόνο για την ανείπωτη καταστροφή, χαιρόμαστε που έστω κι έτσι η Δημοκρατία επέστρεψε στην χώρα που την γέννησε. Πιστεύαμε σαν Κύπριοι ότι η αναγνώριση από τους Νεοέλληνες της συμβολής της Κύπρου στην πτώση της δικτατορίας ήταν η ελάχιστη οφειλή και ότι αυτό θεμελίωνε τον αγώνα για κοινή αντιμετώπιση του Ελληνισμού (Ελλάδα – Κύπρος) ενάντια στον Τουρκικό ιμπεριαλισμό.
Οι αντιδράσεις στην ομιλία Συρίγου (που καταγράφει τα αυτονόητα ) πέραν της υποκρισίας, καταγράφουν και κάτι άλλο: την προσπάθεια απάλειψης του χρέους του Ελληνισμού (αν χαθεί η Κύπρος θα χαθεί και η Ελλάδα) και της δημιουργίας εφησυχασμένης συνείδησης ότι οι νεοέλληνες έπραξαν το καθήκον τους, πολέμησαν την χούντα την οποία και νίκησαν ενώ η προδοσία και καταστροφή της Κύπρου είναι περίπου άσχετη με την πτώση της χούντας.
Υπήρξαν γενναίες, ηρωικές προσπάθειες αντίστασης ενάντια στην δικτατορία οι οποίες προκαλούν δέος… οι προσπάθειες αυτές, όσο ηρωικές και αν ήταν (π.χ. Αλέκος Παναγούλης), υπήρξαν μεμονωμένες, απεγνωσμένες ατομικές προσπάθειες, ενώ στην συντριπτική του πλειοψηφία ο Ελληνικός λαός, ίσως υπό το βάρος της εμπειρίας του μετεμφυλιακού Αθηναϊκού κράτους, σιώπησε, αδράνησε, «λούφαξε» και δεν εκδηλώθηκε μαζικά παρά την αποστροφή του προς την δικτατορία.
Μοναδική εξαίρεση η κατάληψη της Νομικής και του Πολυτεχνείου, που έδρασαν σαν καταλύτες και μορφοποίησαν την μαζική λαϊκή απόρριψη της Χούντας . Η βίαιη και αδυσώπητη καταστολή όμως έφερε την σκληρότερη Χούντα του Ιωαννίδη που έστω και απογυμνωμένη από οποιοδήποτε μανδύα πολιτικής νομιμοποίησης, συνέχισε να κυβερνά για οκτώ ακόμα μήνες.
Η χούντα κάθε άλλο παρά νεκρή ήταν μετά τον Νοέμβριο του 1973 – είχε να επιτελέσει ακόμα το «έργο» που της ανατέθηκε από τους Αμερικανούς, αυτό της ανατροπής του Μακαρίου και της διχοτόμησης της Κύπρου, συμφωνημένης από το 1971 στο περιθώριο της Νατοϊκής διάσκεψης της Λισαβώνας.
Μετά την πτώση της δικτατορίας όμως, συνέβηκε το εκπληκτικό, όλοι οι Έλληνες να είναι «αντιστασιακοί» σε μια εμφανή προσπάθεια να αποτινάξουν την «ενοχή» της επταετούς αδράνειας, να ενδυθούν την αίγλη του ήρωα της Δημοκρατίας, πράγμα που εξηγεί και γιατί το Πολυτεχνείο, σαν μοναδικό φαινόμενο μαζικής αντίστασης κατά της Χούντας, μυθοποιήθηκε, οικειοποιήθηκε και φετιχοποίηθηκε ώστε να αποτελεί την κολυμβήθρα του Σιλωάμ για το ξέπλυμα της «ένοχης» επταετούς αδράνειας.
Μέσα από αυτή την οπτική, η σύνδεση της πτώσης της χούντας με την καταστροφή της Κύπρου κάθε άλλο παρά βολική είναι, αφού καταρρίπτει τον μύθο της πτώσης της Χούντας από την αντίσταση του Ελληνικού λαού (βλέπε Πολυτεχνείο) και την απενεχοποίηση της μαζικής επταετούς αδράνειας – υποταγής, όπως και απενεχοποίηση για την τουρκική κατοχή στην Κύπρο.
Αν μάλιστα τα πιο πάνω, συνδυαστούν και με το γεγονός ότι ενώ στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών τον Απρίλιο του 1967 στην Ελλάδα δεν υπήρξε αντίσταση, ενώ αντίθετα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974 υπήρξε αντίσταση και μάλιστα ένοπλη, τόσο από τις νομιμόφρονες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας (Αστυνομία, Εφεδρικό Σώμα), όσο και από ένοπλες ομάδες πολιτών (π.χ. ομάδες Λυσσαρίδη) που μάλιστα κατά τόπους επικράτησαν του πραξικοπήματος (π.χ. Πάφος), τότε γίνεται αντιληπτό ότι ίσως και να ενυπάρχει ένα είδος «ζηλοφθονίας» απέναντι στην Κύπρο που πρόβαλε αντίσταση.
Η «δυσμενής» σύγκριση των δύο περιπτώσεων δημιουργεί μεταξύ άλλων και την ανάγκη δημιουργίας και συντήρησης ενός μυθολογικού αφηγήματος περί μαζικής αντίστασης κατά της Χούντας, γι’ αυτό και υπήρξε οικειοποίηση της ηρωικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Η ανάγκη για υποβάθμιση της συμβολής της Κύπρου στην πτώση της δικτατορίας, και της κατ΄ αντιδιαστολή ανάδειξης του Πολυτεχνείου σαν τον μόνο παράγοντα της πτώσης της Χούντας εξυπηρετεί την μικρόνοια του Νεοέλληνα της Μεταπολίτευσης που θέλει να πιστεύει ότι υπήρξε ενεργός «παίκτης» και όχι αδρανής δέκτης.
Ο Νεοέλληνας μετατρέπεται έτσι σε Μικροέλληνα, που προτιμά να βλέπει στον καθρέφτη φαντασιακά «αντιστασιακά» είδωλα του εαυτού του!
Το Ελλαδικό κράτος ποτέ του δεν ανέλαβε τις ευθύνες του έναντι στον Κυπριακό Ελληνισμό. Υπακούοντας τυφλά στο Νατοϊκό πρόσταγμα «μη πόλεμος Ελλάδας – Τουρκίας» προσπάθησε να κρύψει για δεκαετίες ότι στην Κύπρο Ελλαδίτες στρατιώτες σκοτώθηκαν πολεμώντας τον Τουρκικό στρατό …
– Δεν αναγνωρίστηκε επίσημα στους Έλληνες αξιωματικούς της ΕΦ και της ΕΛΔΥΚ η πολεμική δράση στην Κύπρο.
– Δεν αναγνωρίστηκαν συνταξιοδοτικά ή άλλα (π.χ. υγειονομική περίθαλψη) ωφελήματα στους βετεράνους της ΕΛΔΥΚ.
– Το Ελληνικό μεταγωγικό Νοράτλας που καταρρίφθηκε από φίλια πυρά κοντά στο αεροδρόμιο Λευκωσίας παρέμεινε θαμμένο για πάνω από σαράντα χρόνια μαζί με τα λείψανα των καταδρομέων που επέβαιναν σε αυτό, αφού αποτελούσε ζωντανή απόδειξη της (ελάχιστης) συμμετοχής του Ελληνικού κράτους ενάντια στον Αττίλα.
Και φυσικά τις κρίσιμες ώρες άφησε την Κύπρο εντελώς αβοήθητη, διατάσσοντας την επιστροφή των δύο Ελληνικών υποβρυχίων που έπλεαν προς Κερύνεια, ενώ τα Ελληνικά αεροπλάνα παρέμειναν καθηλωμένα, αφήνοντας το Τουρκικό προγεφύρωμα να εδραιωθεί.
Θυμάμαι εικοσάχρονος φαντάρος το καλοκαίρι του 1974, μέσα από τις φλόγες της Τουρκικής λαίλαπας που κατάκαιε την Κύπρο, γυρίζαμε με αγωνία το βλέμμα μας στον ουρανό περιμένοντας να δούμε Ελληνικά αεροπλάνα που δεν ερχόντουσαν. Θυμάμαι τις μέρες εκείνες τις φήμες που κυκλοφορούσαν για την Ελληνική βοήθεια που τάχα έφτανε, για το ότι οι δρόμοι στο λιμάνι της Λεμεσού «σφάδαζαν» κάτω από τις ερπύστριες των Ελληνικών αρμάτων που δήθεν συνεχώς αποβιβάζονταν…
Παραμυθίες τις οποίες πρόθυμα δεχόμασταν σαν αλήθειες – που απεγνωσμένα γυρεύαμε ν΄ ακούσουμε … δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να μας άφηνε μόνους. Δεν ξέραμε τότε ούτε για το «Η Κύπρος κείται μακράν» του Καραμανλή, ούτε είχαμε ακούσει το επαίσχυντο «Οι τούρκοι κτυπούν την Κύπρο, και εμείς είμαστε Ελλάς» του Μπονάνου (Αρχηγός Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων).
Όλα αυτά τα μάθαμε πολύ αργότερα… Η Κύπρος κατάμονη, έρμαιο στις ορέξεις του «Αττίλα». Αυτό το συναίσθημα της εγκατάλειψης, στοιχειώνει ακόμα και σήμερα πολλούς Κύπριους. Η πληγή αυτή πονάει πιο πολύ όταν μηδενίζεται η συμβολή της Κύπρου στην πτώση της χούντας.
Με εξαίρεση την περίοδο του «Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος» από τον Α. Παπανδρέου, στο πολιτικό επίπεδο κυριάρχησε το Ποντιοπιλατικό δόγμα του «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται» σαν απότοκο του «η Κύπρος κείται μακράν» του Καραμανλή.
Σε επίπεδο Ελλαδικής κοινής γνώμης κυριάρχησε σταδιακά ο «ωχαδερφισμός», η απαξίωση και η συγκατάβαση για την Κύπρο. Δεν θα ξεχάσω ότι 3-4 μόλις χρόνια μετά το 1974, όταν ήμουν φοιτητής στην Γαλλία μου φώναξαν κατάμουτρα σε μια Γενική Συνέλευση Ελλήνων φοιτητών: «Εμείς σας ταΐζουμε και μιλάτε και από πάνω»! Την δεκαετία του 1980 πάλι, όταν βρισκόμουν στην Αθήνα κάποιοι Ελλαδίτες συνάδελφοι μου έλεγαν ότι «εμείς εδώ εξαιτίας της Κύπρου, ξοδεύουμε σε όπλα και δεν μπορούμε αγοράσουμε φέτα, ενώ κινδυνεύουμε και με πόλεμο με την Τουρκία για εσάς».
Αποτελούσαν οι μικροψυχίες αυτές, εκδηλώσεις μεμονωμένων βλακέντιων; Θα ήθελα πολύ να το πιστεύω αυτό, αλλά δεν το νομίζω! Νομίζω ότι αποτελούσαν (και αποτελούν) δείγματα γραφής της Ελλαδικής μικρόνοιας των Μικροελλήνων που βλέπουν την Κύπρο σαν «βάρος» που ξεβολεύει από τις ψευδαισθήσεις του εφησυχασμού!
Μέσα σε αυτό το πλέγμα του εφησυχασμού βολεύτηκαν και οι «αντιστασιακές» συνειδήσεις που κρύβονται πίσω από το μεγαλείο του Πολυτεχνείου.
Πέραν της απαξίωσης της Κύπρου, για να βολευτούν συνειδησιακά διάφοροι τέτοιοι «προοδευτικοί» σχετικά με τα συμπλέγματα ενοχής προς την Κύπρο, ανακάλυψαν και την δικαιολογία (που στην Κύπρο μόνο οι εοκαβητατζήδες χρησιμοποιούν) ότι δεν είναι το χουντικό πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου που προκάλεσε την Τουρκική εισβολή, αλλά δήθεν η ομιλία του Μακαρίου στον ΟΗΕ, ομιλία που εκφωνείτο την ώρα που η Τουρκική αποβατική αρμάδα βρισκόταν ήδη στα ανοικτά της Κερύνειας!
Οι αντιδράσεις στην ομιλία του Α. Συρίγου, που επαναλαμβάνω δηλώνει το προφανές, υποδηλώνουν την προσκόλληση στο μετα-δικτατορικό αφήγημα της παλλαϊκής αντίστασης στην Χούντα κρυμμένοι πίσω από την αίγλη της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και φυσικά η αναγνώριση της συμβολής της Κύπρου στην πτώση της δικτατορίας δεν βολεύει το αφήγημα αυτό.
Τσιγκλίζει τις βολεμένες αντιστασιακές (δήθεν) συνειδήσεις που νομίζουν ότι απαλλάσσονται από τα συμπλέγματα ενοχής σε σχέση με την θυσία της Κύπρου. Ενισχύουν την αντίληψη όλων εκείνων που πιστεύουν ότι το Ελλαδικό κράτος «ξόφλησε» την οφειλή του προς την Κύπρο με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κι ότι είναι καιρός πια οι Ελληνοκύπριοι ν΄ αφήσουν τους «μαξιμαλισμούς» και να δεχτούν να γίνουν τουρκικά υποζύγια στα πλαίσια μιας συγκαλυμμένης διχοτόμησης μέσω μιας Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Οι Τούρκοι πολιτικοί συχνά-πυκνά μας λένε ότι πρέπει να τους είμαστε και ευγνώμονες (sic) γιατί με την «ειρηνευτική επιχείρηση» στην Κύπρο, επανάφεραν την Δημοκρατία στην Ελλάδα! Μόνο οι «προοδευτικοί» Ελλαδίτες πολιτικοί που εξεγέρθηκαν με αφορμή τα όσα αυτονόητα ο Αγγελος Συρίγος είπε, πιστεύουν ότι το Πολυτεχνείο, και όχι η καταστροφή της Κύπρου έριξαν την Χούντα!
Στην Μεταπολίτευση κτίστηκαν ολόκληρες πολιτικές καριέρες πάνω στην μυθολογία της «αντίστασης» και η ομιλία Συρίγου έβαλε φωτιά στα μπαντζάκια τους.
Οι αντιδράσεις λοιπόν των όποιων νεοελλήνων πολιτικών στην ομιλία Α. Συρίγου υποδηλώνουν την μικρόνοια του «προοδευτικού» χώρου και την έλλειψη αντίληψής ως προς το τι αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός από το 1974 μέχρι σήμερα.
Πέραν από την υποκρισία, η απαξίωση της Κύπρου από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, υπονομεύει την ψυχική ενότητα για αντιμετώπιση του Τουρκικού ιμπεριαλισμού από τον Ελληνισμό, από τον Έβρο και το Αιγαίο, μέχρι την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Ιδιαίτερα σήμερα που ένας πιθανός ελληνο-τουρκικός πόλεμος δεν χρειάζεται την Κύπρο για να ξεσπάσει αφού η Τουρκική ιμπεριαλιστική αναθεωρητική βεντάλια ξεδιπλώνεται από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο, χρειάζεται περισσότερο από ποτέ να σφυρηλατήσουμε την θέληση μας για συνέχιση της ύπαρξης μας σαν ενιαία ιστορική οντότητα.
Χρειάζεται να γίνει επιτέλους συνείδηση ότι η Κύπρος δεν «φταίει» για τον κίνδυνο ενός απευκταίου πιθανού ελληνο-τουρκικού πολέμου αλλά είναι η Τουρκική βουλιμία, δομικό στοιχείο του Τουρκικού ιμπεριαλιστικού αναθεωρητισμού που είναι η αιτία της υπαρξιακής απειλής ενάντια στον σύνολο Ελληνισμό.
Για να μπορέσει όμως ο Ελληνισμός να λειτουργήσει αποτρεπτικά προς τον Τουρκικό ιμπεριαλισμό, χρειάζεται να οικοδομήσει πολιτικές ανάσχεσης που να εδράζονται στα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα, και όχι να εξυπηρετούν τις Νατοϊκές στοχεύσεις που πάντα πριμοδοτούν το πιο σημαντικό γι’ αυτούς γεωπολιτικό «οικόπεδο» που ονομάζεται Τουρκία.
Για να γίνει η υπέρβαση αυτή που κρατά δέσμιο του κατευνασμού και «δεδομένο» τον Ελληνισμό για δεκαετίες, και να αποδείξει ότι έχει την πολιτική βούληση για να επιβιώσει και όχι να γίνει βασάλος, θα πρέπει επιτέλους να αντιμετωπίσει το δίλημμα που έθεσε ο Παναγιώτης Κονδύλης στο Επίμετρο της «Θεωρίας του Πολέμου» διαφορετικά θα γίνει στην καλύτερη περίπτωση ευνούχος στο Σαράϊ του Σουλτάνου, στην δε χειρότερη γιουσουφάκι στο χαρέμι του!
Για όσους Μικροέλληνες υποτιμούν, απαξιώνουν και σνομπάρουν την Κύπρο, και την θεωρούν «βάρος» καλύτερα να αφουγκραστούν τα όσα η Τουρκία (είτε των Κεμαλιστών, είτε των Ισλαμιστών) λέει ξεκάθαρα για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, και ας καταλάβουν επιτέλους ότι αν χαθεί η Κύπρος θα χαθεί η Ελλάδα, και ότι είναι καιρός να πάψουν να κρύβονται πίσω από την αίγλη του Πολυτεχνείου.
«Είχε λέει άλλη δουλειά η Ελλάδα,
Κάτι πανηγυρισμούς,
Κι είμαστε και μακρυά και δεν μπορούσε,
Λέει λυπόταν,
Δεν το περίμενε,
Ειλικρινά λυπόταν,
Ειλικρινά λυπόταν πάρα πολύ»
Κώστας Μόντης
Η αλήθεια αλλιώς.Γραμμένη από τον Τύμβο της Μακεδονίτισσας με θέα τον εξευτελισμό του Πενταδάκτυλου.Αντιγραφή από την Ιστοσελίδα Hellasjournal ως τροφή για σκέψη……Με εκτίμηση