Θετική -αλλά με αστερίσκους- θα είναι η κεντρική εισήγηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο για την Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του προγράμματος εξόρυξης υδρογοανθράκων Νοτιοδυτικά και Νότια της Κρήτης.
H συζήτηση θα γίνει στη σημερινή συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίο το οποίο σημειωτέον έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα, ενώ για το συγκεκριμένο θέμα έχει καταθέσει ερώτηση ο κ. Ορφανός από τη “Λαϊκή Συσπείρωση”.
Στις παρατηρήσεις των εισηγητών πάνω στη Στρατηγική Μελέτη επισημαίνεται μεταξύ άλλων:
α) Η ΣΜΠΕ δεν αρνείται την ύπαρξη επιπτώσεων από το Πρόγραμμα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων (Υ/Α) δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης…Ειδικότερα για τις γεωτρήσεις εξόρυξης των Υ/Α, η Υπουργική Απόφαση αριθμ. ΔΙΠΑ/οικ.37674 προβλέπει την επιμέρους έγκριση περιβαλλοντικών όρων ως έργα κατηγορίας Α1. Αυτό σημαίνει ότι θα δοθεί η ευκαιρία για αξιολόγηση από τους συναρμόδιους φορείς και ενδιαφερομένους, τόσο των ειδικότερων τεχνολογιών που θα χρησιμοποιηθούν, όσο και της χρήσης χημικών ουσιών, διαχείρισης των ρύπων και των αποβλήτων από την εξόρυξη, καθώς και των τεχνικών μέτρων πρόληψης και αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων εν γένει.
Ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο για τις σεισμικές έρευνες, που θα αποτελέσουν το σχετικά άμεσα εκτελέσιμο στάδιο του προγράμματος (διάρκειας έως oκτώ ετών) και για τις οποίες δεν υπάρχει ξεχωριστή πρόβλεψη για την περιβαλλοντική τους αδειοδότηση, δεδομένου ότι δεν συμπεριλαμβάνονται στα είδη έργων και δραστηριοτήτων για τα οποία απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Για τον λόγο αυτό, η όποια έγκριση της παρούσας ΣΜΠΕ θα πρέπει να καθορίσει με τον κατά το δυνατόν σαφέστερο τρόπο το πλαίσιο διεξαγωγής των σεισμικών ερευνών και τα μέτρα ελαχιστοποίησης των επιπτώσεων. Επιπλέον θα πρέπει να διευκρινιστούν οι κρατικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί τήρησης των περιβαλλοντικών όρων, είτε στην φάση έρευνας είτε στην παραγωγική φάση, τόσο για τους όρους που θα επιβληθούν με την ΣΜΠΕ, όσο και από τις επί μέρους εγκρίσεις περιβαλλοντικών όρων. Η εκπόνηση ενός σαφούς Περιβαλλοντικού Σχεδίου Δράσης (ΠΣΔ ή Environmental Action Plan – EAP) για τις σεισμικές έρευνες, το οποίο θα εγκριθεί από το ΥΠΕΝ και την Αρχή Σχεδιασμού του Προγράμματος, προτείνεται από την ΣΜΠΕ ως αντιστάθμισμα στην μη απαίτηση περιβαλλοντικής αδειοδότησης για τις έρευνες αυτές…Επισημαίνουμε ότι η ΣΜΠΕ αναγνωρίζει τον υποθαλάσσιο θόρυβο ως μια από τις «μεγαλύτερες περιβαλλοντικές προκλήσεις που αναδύονται από την υλοποίηση του Προγράμματος» και ότι αυτός είναι «δυσκολότερα διαχειρίσιμος από ένα αντίστοιχο χερσαίο Πρόγραμμα». Όπως και σε άλλες περιπτώσεις σεισμικών ερευνών, εξετάζονται οι πιθανές επιπτώσεις σε μεμονωμένα είδη και όχι στο επίπεδο των τροφικών πλεγμάτων και του ρόλου των ειδών στο οικοσύστημα. Οι επιπτώσεις στο οικοσύστημα δεν θα εμφανιστούν αμέσως, αλλά μετά από μήνες ή και χρόνια. Oι επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στους θαλάσσιους οργανισμούς, άρα και στο οικοσύστημα, δεν μπορούν να εξαλειφθούν, παρά μόνο να μετριαστούν, αν και oι μέθοδοι μετριασμού που εφαρμόζονται θεωρούνται ως ανεπαρκείς και προβληματικές.
β) Στις επιπτώσεις του Προγράμματος πρωταρχική θέση έχει και η ατυχηματική ρύπανση με Υ/Α (Επίπεδα κηλίδων Ι, II, IΙΙ), με επιπτώσεις στα θαλάσσια και παράκτια οικοσυστήματα και στην ποιότητα των θαλάσσιων υδάτων. Οι επιπτώσεις διαφέρουν αναλόγως με το επίπεδο των κηλίδων. Υφίσταται υψηλός κίνδυνος για κηλίδες επιπέδου ΙΙΙ με μακροχρόνιες επιπτώσεις στη θαλάσσια και παράκτια βιοποικιλότητα και στην ποιότητα του θαλασσινού νερού. Στην περίπτωση κηλίδων επιπέδου ΙΙ οι επιπτώσεις για τα θαλάσσια είδη είναι σοβαρές, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Θα απαιτηθούν μήνες / έτη για την πλήρη αποκατάστασή τους…Για την αντιμετώπιση της ατυχηματικής ρύπανσης γίνεται παραπομπή στις υποχρεώσεις (Εκθέσεις Κινδύνου και Σχέδια) που απορρέουν από τον Ν. 4409/2016 για την πρόληψη της κλιμάκωσης ή τον περιορισμό των συνεπειών σοβαρού ατυχήματος. Κρίνεται όμως απαραίτητο, οι υποχρεώσεις αυτές να διασαφηνίζονται περαιτέρω στην όποια έγκριση της ΣΜΠΕ. Όπως προαναφέρθηκε, θα πρέπει να είναι σαφείς και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους που θα διασφαλίζουν την τήρηση των μέτρων ασφαλείας που θα προβλέπονται στα διάφορα σχέδια.
γ) Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να γίνει σαφές ότι οι επιπτώσεις του Προγράμματος δεν συνίσταται μόνο σε αυτές που θα προκληθούν από ένα ατύχημα με διαρροή Υ/Α και δημιουργία κηλίδας. Επιπτώσεις μικρότερες ή μεγαλύτερες υπάρχουν σε όλα τα στάδια του Προγράμματος και υπό κανονικές συνθήκες εκτέλεσής, με φυσικά σημαντικότερες αυτές του σταδίου εκμετάλλευσης των Υ/Α (εφόσον αυτό υπάρξει).
δ) Στις θετικές επιπτώσεις κατατάσσεται από την ΣΜΠΕ η αύξηση του πληθυσμού στις πλησιέστερες παράκτιες περιοχές (σελ. 8.52), λόγω προσφοράς θέσεων εργασίας κ.λπ., στα πλαίσια υλοποίησης του Προγράμματος. Όμως αυτό δεν είναι απαραίτητα θετικό, δεδομένης της επιβάρυνσης των παράκτιων περιοχών. Επιπροσθέτως, η αύξηση του πληθυσμού προϋποθέτει και τις αντίστοιχες απαραίτητες υποδομές διαχείρισης λυμάτων, στερεών αποβλήτων, οδικού δικτύου κ.λπ.
ε) Η ΣΜΠΕ αναγνωρίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης Προγραμμάτων παρακολούθησης (Κεφάλαιο 9) και καθορίζει κατ’ ελάχιστον βιοτικές και αβιοτικές παραμέτρους, χημικές παραμέτρους και ουσίες προτεραιότητας, προγράμματα ελέγχου συστημάτων ασφαλείας κ.λπ., χωρίς ωστόσο να τα εξειδικεύει χωρικά και χρονικά. Επομένως θα πρέπει, είτε η όποια απόφαση έγκρισης της ΣΜΠΕ να συγκεκριμενοποιεί τις παραπάνω παραμέτρους (σημεία παρακολούθησης και συχνότητα), είτε να δίνει τις κατευθύνσεις ώστε αυτά διασαφηνιστούν στις επιμέρους Μ.Π.Ε. Επίσης, κρίνεται πολύ σημαντικό τα αποτελέσματα των προγραμμάτων παρακολούθησης να ανακοινώνονται και να είναι διαθέσιμα στους ενδιαφερόμενους φορείς (ερευνητικούς, τοπική αυτοδιοίκηση κ.λπ.) και στο κοινό.
στ) Είναι σαφής η αναγκαιότητα της (μερικής έστω) απεξάρτησης από την εισαγωγή υδρογονανθράκων από γεωστρατηγικής απόψεως / ενεργειακής αυτονομίας. Όμως, κατά την άποψή μας, ήταν ενδιαφέρον, μετά τον εντοπισμό και την εκτίμηση εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων, να γίνει και μία ανάλυση συνολικού περιβαλλοντικού κόστους όλων των σταδίων έρευνας και εκμετάλλευσης (εκπεφρασμένου και σε όρους οικονομικής αξίας) – οικονομικού οφέλους, ώστε να εδραιωθούν πλήρως η αναγκαιότητα, η σκοπιμότητα και η επιτυχία του Προγράμματος»
Καταλήγοντας στο Συμπέρασμα της η εισήγηση σημειώνει πως «δεν έχουμε αντίρρηση για την έγκριση της ΣΜΠΕ, με τις προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν στα παραπάνω σχόλια και παρατηρήσεις».
Αντιδράσεις οικολογικών φορέων
Αναφορικά με τη σημερινή συζήτηση η “Οικολογική Πρωτοβουλία” και το μέλος της κ. Γ. Παπαδάκης τόνισε πως «το οικολογικό κίνημα της Κρήτης και οι περιβαλλοντικές ομάδες δηλώνουμε ότι είμαστε κάθετα ενάντιοι στις εξορύξεις πετρελαίων σε μια κλειστή λεκάνη όπως η Μεσόγειος. Η κυβέρνηση που πανηγυρίζει πως η ναυαρχίδα της ανάπτυξης είναι ο τουρισμός πρέπει να σκεφτεί καλά ποιες θα είναι οι επιπτώσεις ενός ατυχήματος στην εξόρυξη. Θα ήταν προτιμότερο να στραφούν σε ήπιες πηγές ενέργειας, φιλικές στο περιβάλλον που δημιουργούν πραγματικές θέσεις εργασίας για τους κατοίκους του νησιού αντί να παίζουμε το παιγνίδι των πολυεθνικών που θα πάρουν το πετρέλαιο. Την ίδια στιγμή βλέπουμε ότι η Περιφέρεια και άλλοι τοπικοί φορείς νομίζουν ότι θα γεμίσουμε τις τσέπες μας πετροδολάρια και δεν ξέρουμε τι θα τα κάνουμε…».
Την ίδια ώρα, αναμένεται να πραγματοποιηθεί συγκέντρωση πολιτών την οποία έχει καλέσει το
Παγκρήτιο Δίκτυο Περιβαλλοντικών Οργανώσεων “ΟικοΚρήτη” «για να ζητήσουμε να σταματήσουν αμέσως οι σεισμικές έρευνες και το πρόγραμμα των εξορύξεων διότι πραγματικά δεν έχουμε να ωφεληθούμε σε τίποτα, ενώ οι επιπτώσεις θα είναι τραγικές για το περιβάλλον, την τοπική οικονομία και την ειρήνη», όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή του.
Παράλληλα, υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι «στην πραγματικότητα τα κοιτάσματα στο Ιόνιο και την Κρήτη είναι ακόμα άγνωστα, το κόστος εξόρυξης από πολύ μεγάλα βάθη (αν γίνει ποτέ) θα είναι πολύ υψηλό και τα πιθανά κέρδη θα πάνε κυρίως στις εταιρείες εξόρυξης και εκμετάλλευσης. Ακόμα στην απίθανη περίπτωση να ήταν μεγάλα τα κοιτάσματα της Ελλάδας και να είναι εφικτή η εξόρυξή τους, θα είχαμε κάποιο αξιόλογο όφελος; Το κράτος αναμένεται να εισπράξει περίπου το 20%. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Κύπρου, αν εξορυχθούν τα κοιτάσματα που έχουν εντοπιστεί, αυτό το κέρδος υπολογίζεται σε 40 εκατ. ευρώ ετησίως. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζεται το κόστος της στρατιωτικής υποστήριξης των εγκαταστάσεων που πιθανότατα θα χρειαστεί, ούτε το κόστος των δημόσιων υποδομών που συνδέονται με τις εξορύξεις ούτε το κόστος των επιπτώσεων στην υγεία, ούτε το κόστος της περιβαλλοντικής υποβάθμισης ή μιας πολύ πιθανής μεγάλης οικολογικής καταστροφής».
Ακόμα το Δίκτυο “ΟικοΚρήτη” τονίζει ότι «οι αντιδράσεις έχουν αρχίσει και είναι πολύ σοβαρές για να τις αγνοήσει κανείς. Το Δημοτικό Συμβούλιο Πλατανιά, ένας δήμος που πρόκειται να πληγεί περισσότερο από άλλους από την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νοτιοδυτικά και δυτικά της Κρήτης, γνωμοδότησε αρνητικά για τη ΣΜΠΕ. Τα επιχειρήματα του Δημοτικού Συμβουλίου είναι η ανεπαρκής εξασφάλιση από τις επιπτώσεις της εξόρυξης, η «επιδερμική» μελέτη του σεναρίου της Μηδενικής Λύσης και οι δραματικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον και στην οικονομία στην περίπτωση «ατυχήματος».
Αρνητική γνωμοδότηση επί της ΣΜΠΕ έχει εκφράσει και το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, θεωρώντας ότι παρουσιάζει μεγάλες ελλείψεις σε ότι αφορά τη σεισμικότητα της περιοχής».ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΛΥΣΗ
Επιπλέον, το Δίκτυο υποστηρίζει ότι «υπάρχει εναλλακτική λύση» και μεταξύ άλλων προσθέτει ότι «σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ μια ρηξικέλευθη ενεργειακή στρατηγική που θα αμφισβητήσει τους υδρογονάνθρακες και τις εξορύξεις, θα είναι βασισμένη κυρίως στην εξοικονόμηση και στην αποκεντρωμένη αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας χωρίς τις ακρότητες με τις οποίες έχουμε έρθει αντιμέτωποι. Μια πολιτική που θα επιβραδύνει την κλιματική αλλαγή και θα δώσει το περιθώριο να αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι επιπτώσεις της, θα διαφυλάξει το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, θα έχει περισσότερες θέσεις εργασίας και ορθότερη αναδιανομή του πλούτου».