H 24η Σεπτεμβρίου είναι αφιερωμένη στον Καρκίνο του Θυρεοειδούς με στόχο την πρόληψη, την ευαισθητοποίηση και ενημέρωση του κοινού, καθώς η συχνότητα του έχει αυξηθεί σημαντικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η Μαρία Αλεβιζάκη* MD, PhD., καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών μίλησε στο in.gr για την ταχύτερα αυξανόμενη νεοπλασία τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες και τις θεραπευτικές επιλογές των ασθενών σήμερα.
Κυρία Αλεβιζάκη, εξηγήστε μας τη σημασία του θυρεοειδή αδένα για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Ο θυρεοειδής αδένας είναι ένας ενδοκρινής αδένας ο οποίος βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του τραχήλου. Παράγει δύο ορμόνες την θυροξίνη (Τ4) και την τριιωδοθυρονίνη (Τ3) και με αυτές ρυθμίζει τις καύσεις και το μεταβολισμό, καθώς και διάφορες σημαντικές λειτουργίες του οργανισμού μας, όπως την λειτουργία της καρδιάς, του γεννητικού συστήματος, του σκελετού.
Ποιες οι συχνότερες διαταραχές που επηρεάζουν τη λειτουργία του;
Η λειτουργία του θυρεοειδούς μπορεί να είναι αυξημένη και αυτή η πάθηση λέγεται υπερθυρεοειδισμός. Οι εκδηλώσεις είναι ταχυκαρδία εκνευρισμός, απώλεια βαρους και αυξημένη όρεξη. Η πιο συχνή διαταραχή όμως είναι ο υποθυρεοειδισμός, δηλαδή η ελαττωμένη λειτουργία. Εκδηλώνεται με υπνηλία, μικρή αύξηση του σωματικού βάρους, αδυναμία και δυσκοιλιότητα. Στα νοσήματα αυτά βρίσκουμε συχνά στο αίμα αυτοαντισώματα έναντι των θυρεοειδικών κυττάρων, είναι δηλαδή αυτοάνοσες παθήσεις.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αύξηση του καρκίνου του θυρεοειδούς. Πόσο συχνός είναι στην Ελλάδα και ποιο απ’ τα δύο φύλα αφορά περισσότερο;
Κάθε χρόνο διαγιγνώσκονται περίπου 10 νέες περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς ανά 100.000 πληθυσμού. Είναι μια πάθηση τρεις φορές πιο συχνή στις γυναίκες απ’ ότι στους ανδρες και, παρά το γεγονός ότι ένα ποσοστό δημιουργεί μεταστάσεις στους λεμφαδένες στον τράχηλο, έχει γενικά πολύ καλή πρόγνωση. Ο συχνότερος τύπος καρκίνου είναι το θηλώδες και είναι πολύ μικρό το ποσοστό που δίνει μακρυνές μεταστάσεις σε άλλα όργανα. Υπάρχει, όμως, και ένας άλλος τύπος καρκίνου, ο μυελοειδής, ο οποίος είναι μεν πιο σπάνιος, αλλά έχει μερικές φορές πολύ πιο επιθετική πορεία. Ο καρκίνος αυτός ειναι κληρονομούμενος σε ποσοστό 25-30% και παρουσιάζει πιο συχνά μεταστάσεις σε άλλα οργανα.
Πως γίνεται η διάγνωση του;
Κατα κανόνα, ο ασθενής αντιλαμβάνεται μια μικρή διόγκωση (όζο) στο μπροστινό μέρος του τραχήλου. Αυτοί ειναι οι όζοι του θυρεοειδούς που έχουν 5-10% πιθανότητα να υποκρύπτουν κάποια κακοήθεια. Για να ξεχωρίσουμε τους κακοήθεις όζους από τους καλοήθεις χρησιμοποιούμε ως εργαλεία το καλό εξειδικευμένο υπερηχογράφημα και σε περίπτωση ύποπτων όζων κάνουμε και παρακέντηση του όζου. Τα κύτταρα εξετάζονται στο μικροσκόπιο για να διαπιστωθεί η καλοήθεια ή η κακοήθεια. Για τον πιο σπάνιο τύπο καρκίνου, τον μυελοειδή χρησιμοποιούμε εναν καρκινικό δείκτη, την καλσιτονίνη, η οποία είναι αυξημένη στην πάθηση αυτή.
Τι θεραπευτικές επιλογές υπάρχουν και ποιες εξ αυτών είναι διαθέσιμες στην Ελλάδα;
Το πρώτο βήμα είναι η χειρουργική αντιμετώπιση από εξειδικευμένο χειρουργό. Η κλασσική αγωγή για το θηλώδες θυρεοειδικό καρκίνωμα μετά από την εγχείρηση, είναι η χορήγηση μιας ποσότητας ραδιενεργού ιωδίου για την καταστροφή των υπολειμμάτων και την καυτηρίαση των λίγων υπολειμματικών κακοήθων κυττάρων που ενδεχομένως υπάρχουν στους λεμφαδένες. Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο μπορεί να γίνει με δυο τρόπους, είτε με τη διακοπή της θυροξίνης, είτε με την χορήγηση ανασυνδυασμένης θυρεοτροπίνης, με την ίδια επιτυχία. Με την τελευταία μέθοδο η καθημερινή δραστηριότητα των ατόμων αυτών δεν διαταράσσεται και η ποιότητα της ζωής τους δεν επηρεάζεται.
Για το μυελοειδές καρκίνωμα, το οποίο είναι πιο επιθετική μορφή, έχουμε τα τελευταία χρόνια στη διάθεση μας μια νέα κατηγορία φαρμάκων που στοχεύουν απ’ ευθείας στους μοριακούς μηχανισμούς που κάνουν την καρκινογένεση, τις «στοχευμένες» θεραπείες. Τα φάρμακα αυτά είναι αναστολείς της τυροσινικής κινάσης, ενός συστήματος ενζύμων, το οποίο είναι ενεργοποιημένο στον καρκίνο και μεταδίδει συνέχεια μηνύματα πολλαπλασιασμού και διευκόλυνσης των μεταστάσεων. Με τα φάρμακα αυτά αναστέλλεται η μετάδοση μηνυμάτων μέσα στο κύτταρο και ο όγκος μπορεί να συρρικνώνεται και αποτελούν πολύ σημαντική εξέλιξη στην θεραπευτική των όγκων του θυρεοειδούς. Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιήθηκαν και για την αντιμετώπιση των «δύσκολων» περιπτώσεων θηλώδους καρκίνου του θυρεοειδούς που δεν ανταποκρίνονται στην θεραπεία με το ραδιενεργό ιώδιο.
Τα φάρμακα αυτής της κατηγορίας, που έχουν έγκριση για το μυελοειδές καρκίνωμα, είναι η βαντετανίμπη και η καμποζαντινίμπη, ενώ για τον θηλώδη καρκίνο είναι η σοραφενίμπη και η λενβατινίμπη και φαίνεται να σταθεροποιούν ή και μερικές φορές να δημιουργούν ύφεση του όγκου.
Για τον προχωρημένο μυελοειδή καρκίνο υπάρχει ήδη στην Ελλαδα αρκετή εμπειρία με την χορήγηση της βαντετανίμπης η οποία φαίνεται ότι σταθεροποιεί τη νόσο στη μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών και γίνεται γενικά πολύ καλά ανεκτή. Εμπειρία υπάρχει και με την χορήγηση της σοραφενίμπης σε προχωρημένους καρκίνους του θηλώδους τύπου που είναι ανθεκτικοί στο ραδιοϊώδιο.
Η ανακάλυψη συγκεκριμένων γονιδίων που σχετίζονται με τον καρκίνο του θυρεοειδούς, πως έχει επηρεάσει τη θεραπεία της νόσου;
Ειδικά στο μυελοειδές καρκίνωμα είναι γνωστό το υπεύθυνο ογκογονίδιο σε μεγάλο ποσοστό των ασθενών. Η διαπίστωση αυτή εχει οδηγήσει στη χρήση των «στοχευμένων» θεραπειών γιατί αυτές έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να αναστέλλουν την δράση του ογκογονιδίου μέσα στα κύτταρα. Για τον θηλώδη καρκινο σχεδιάζονται και δοκιμάζονται ήδη φάρμακα που κατευθύνονται στη δράση συγκεκριμένων ογκογονιδίων που είναι ενεργοποιημένα στην πάθηση αυτή.
Η εξατομίκευση της θεραπείας, πόσο έχει βελτιώσει το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών; Το κόστος της θεραπείας ειναι ανάλογο του αποτελέσματος;
Η εξατομίκευση γίνεται συστηματικά στην εφαρμογή της «στοχευμένης» θεραπείας. Η δόση μπορεί να εξατομικεύεται ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενούς. Το διάστημα ελεύθερο νόσου έχει αυξηθεί και το προσδόκιμο επιβιώσεως έχει επιμηκυνθεί. Πάντως, πρόκειται για «ακριβές» θεραπείες, αλλά το ευμενές αποτέλεσμα στην επιβίωση των ασθενών το κάνει να αξίζει το κόστος.
Τα νέα θεραπευτικά σχήματα, έχουν λιγότερες παρενέργειες; Πόσο επηρεάζουν την ποιότητα ζωής των ασθενών;
Οι νεότερες βελτιωμένες μορφές των φαρμάκων αυτών έχουν κάπως λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η ποιότητα ζωής των ασθενών επηρεάζεται συχνή κυρίως από δερματικά εξανθήματα ωστόσο δεν οδηγεί σε διακοπή της αγωγής, παρά μόνο σπάνια.
Μπορούμε να θεωρούμε ιάσιμο τον καρκίνο του θυρεοειδούς;
Κατά κανόνα είναι ιάσιμος, αλλα ακόμη και στην επίμονη μεταστατική νόσο έχουμε τώρα θεραπείες που τον σταθεροποιούν.
Μετά την αντιμετώπιση του καρκίνου, τι ποιότητα ζωής έχει το άτομο;
Επειδή η μεγαλη πλειοψηφία έχει ιάσιμη νόσο, η ποιότητα ζωης δεν επηρεάζεται αρνητικά ιδίως αφού περάσει το πρώτο διάστημα της διάγνωσης και θεραπείας και βεβαιωθούμε για την καλή απαντητικότητα του όγκου. Η μακροπρόθεσμη πορεία των ασθενών ακόμη και με τα νεότερα φάρμακα είναι ικανοποιητική.
*Η Μαρία Αλεβιζάκη MD, PhD. είναι Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας στην Ιατρική Σχολή Παν/μίου Αθηνών. Εχει διαδακτορικη διατριβή από την Ιατρική Σχολή Παν/μίου Αθηνών και PhD thesis, από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.
Κλινικές ειδικότητες: Παθολογία, Ενδοκρινολογία.
Εχει διατελέσει μέλος σε πολλές επιτροπές μεταξυ των οποίων του ΔΣ της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας, του ΔΣ της European Society of Endocrinology και της European Thyroid Association. Συμμετεχει στην συνατακτική επιτροπή πολλών διεθνών επιστημονικών περιοδικών με θεματα ενδοκρινολογίας και θυρεοειδούς.
Προσκεκλημένη ομιλήτρια σε πολλές Ελληνικές και διεθνείς επιστημονικές συναντήσεις για διαλέξεις σχετικές με το Θυρεοειδικό Καρκίνωμα, το Μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς και τα σχετικά κληρονομούμενα σύνδρομα, την υποκλινική νόσο του θυρεοειδούς και τις επιπλοκές από το καρδιαγγειακό σύστημα ορμονικών και μεταβολικών παραγόντων.
Εχει δημοσιεύσει περίπου 160 ερευνητικές εργασίες σε διεθνή περιοδικά μετά από κρίση
Εχει επιβλέψει πληθώρα διατριβών στην Ιατρική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών.
Κλινικά και ερευνητικά ενδιαφέροντα: Διαφοροποιημένο Θυρεοειδικό Καρκίνωμα: επιδημιολογία και αντιμετώπιση, Κληρονομούμενο Μυελοειδές καρκίνωμα θυρεοειδούς, Αυτοάνοση νόσος του θυρεοειδούς: επιδημιολογία, επίδραση περιβαλλοντικών και διατροφικών παραγόντων, Ορμονικές παράμετροι και καρδιαγγειακές επιπλοκές (Στεροειδή του φύλου, υποκλινική νόσος του θυρεοειδούς).
ΠΗΓΗ: In.gr