Σήμερα γεννιέται Αύτός πού ύπάρχει αιώνια καί πραγματοποιείται τό πρό αιώνων κεκριμένον Μυστήριον. Είναι Θεός καί γίνεται άνθρωπος! Γίνεται άνθρωπος καί πάλι Θεός μένει!
«Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης έπί γης ώς άνθρωπος δι’ ημάς; έκαστον γάρ των ύπό σοΰ γενομένων κτισμάτων, τήν εύχαριστίαν σοι προσάγει’ οί’Άγγελοι τόν ϋμνον, οί ούρανοϊτόν Αστέρα, οί Μάγοι τά δώρα, οί Ποιμένες τό θαΰμα, ή γη τό σπήλαιον, ή έρημος τήν φάτνην ήμεϊς δε Μητέρα Παρθένον. Ό προ αιώνων Θεός έλέησον ήμάς».1
Ή προσδοκία τής σωτηρίας τοΰ μακρόκοσμου καί του μικρόκοσμου τής Δημιουργίας γίνεται έμπνευση στό ύμνογράφο καθώς τά πάντα γίνονται καί πορεύονται κατά τήν έπι- λογή του άνθρώπου. Ό παλαιός Άδάμ άποτελεΐ τήν έπιλογή του άνθρώπου νά ζήσει μακράν του Θεοΰ μέ όλες τις συνέπειες τοΰ φόβου καί τής σκιάς τοΰ θανάτου. Ό Χριστός, ό νέος Άδάμ προσλαμβάνει τήν άνθρώπινη φύση χωρίς τήν άμαρτία καί άνεβάζει τόν άνθρωπο καί τόν κόσμο στούς ούρανούς. Γιά τό λόγο αύτό ό ύμνωδός τονίζει τήν προσφορά όλης τής κτίσεως, μέ άλλα λόγια τήν ύποδοχή καί τό χαιρετισμό τής σωτηρίας μέ τήν προσφορά έκάστου των ύπ’ Λύτου γενομένων κτισμάτων.
Δι’ ό καί έμεΐς άναβοώμεν:
Σήμερα ή Βηθλεέμ μιμήθηκε τόν ούρανό. Αντί γι’ άστέρια, δέχτηκε τούς άγγέλους· άντί γιά ήλιο, δέχτηκε τον Ήλιο τής δικαιοσύνης. Καί πώς τούτο γέγονεν; «Όπου γάρ βούλεται Θεός νικάται φύσεως τάξις» ( δηλ. όπου θέλει ό Θεός, άνατρέπονται οί φυσικοί νόμοι).
Σήμερα γεννιέται Αύτός πού ύπάρχει αιώνια καί πραγματοποιείται τό πρό αιώνων κε- κριμένον Μυστήριον. Είναι Θεός καί γίνεται άνθρωπος! Γίνεται άνθρωπος καί πάλι Θεός μένει!
Καί ένώ έφθασαν οί πάντες νά προσκυνήσουν καί νά ταυτιστούν μέ τόν Μεσσία Χριστό τόν «γεννηθέντα έκ πνεύματος Άγιου καί Μαρίας τής Παρθένου», άφοΰ τά πάντα σκιρτούν άπό χαρά, θέλουμε κι έμεΐς νά σκιρτήσουμε, νά χορέψουμε, νά πανηγυρίσουμε. Δίχως κιθάρα, δίχως αύλό, δίχως τις κοσμικές καί ένίοτε άμαρτωλές χαρές. Πανηγυρίζουμε κρατώντας, άντί γι’ αυτά, τό Χριστό καί του ζητούμε νά γεννηθεί στήν προσωπική μας ζωή. Αύτός είναι ή έλπίδα μας, ή ζωή μας, ή σωτηρία μας, Αύτός ό αύλός καί ή κιθάρα μας. Γι’ αύτό έκκλησιαζόμαστέ σήμερα’ γιά νά πάρουμε άπό τή δύναμή Του, δύναμη’ γιά νά ψάλλουμε μαζί με τούς άγγέλους’ «δόξα έν ύψίστοις Θεω καί έπί γης ειρήνη έν άνθρώποις εύδοκία»2.
Οί Πατέρες ομιλώντας γιά τήν έορτή των Χριστουγέννων άντιλαμβάνονται πώς ό λόγος γιά τή θεία συγκατάβαση είναι ταυτόχρονα λόγος γιά τή θέωση καί σωτηρία του άνθρώπου καί του κόσμου. Είναι λόγος γιά τήν άκύρωση του προπατορικού άμαρτήματος καί τήν εύθυγράμμισή του στήν όδό τής σωτηρίας, τής αιώνιας ζωής καί τής θεώσεως. Ό Θεός άποκαλύπτεται στόν κόσμο ώς σωτήρας καί λυτρωτής μέ συγκατάβαση καί μακρο- θυμία. Ή θεία συγκατάβαση σηματοδοτεί τήν ειρήνη στή γή, γιατί άποκαθιστά τή σωστή σχέση άνάμεσα στόν θεό καί τόν άνθρωπο, άπαλλάσσοντας τό άνθρώπινο γένος άπό τήν πολλαπλή δουλεία τής φθοράς, του θανάτου καί τήν άμαρτία. Μέ τήν έν χρόνω γέννηση τοΰ Υιού καί Λόγου του Θεού παρέχεται ή δυνατότητα στόν άνθρωπο νά άποκαταστήσει τήν άστοχη προσπάθεια τής θέωσής του στόν παράδεισο3. Μέ άλλα λόγια όταν ό Χριστιανός, ένσωματωθεΐ στή νέα πραγματικότητα πού είσήγαγε ό Χριστός διά τής έπεμβάσεώς Του στήν ιστορία τής θείας οικονομίας καλείται νά διακόψει κάθε σχέση μέ τήν άμαρτία καί νά μορφώσει τόν έαυτόν του στήν άρετή. Ό ιερός Χρυσόστομος στήν ομιλία του «εις τήν γενέθλιον ήμερα τοΰ Σωτήρος ήμών Ίησοΰ Χρίστου» καλεΐ τούς πιστούς νά έπικε- ντρώσουν τις ένέργειές τους στή σωτηρία των ψυχών καί τήν έπιμέλεια των άρετών. « Θεω δέ άμοι,βή οΰδεμία παρ’ ήμών γένοίτ’ αν, άλλ’ ή μόνον ή σωτηρία ήμών καί τών ήμετέρων ψυχών, καί ή περί τήν άρετήν έπίμέλει,α. Μή τοίνυν γενώμεδα άγνώμονες περί τόν εύεργέτην, άλλα τα κατά δύναμίν άπαντες είσενέγκωμεν πίστιν, έλπίδα, άγάπην, σωφροσύνην, έλεημοσύνην, φιλοξενίαν4 ».
Ή άγαθή διάνοια, ή καθαρή καρδιά πού καίγεται άπό τήν άγάπη, ή μετάνοια, ή μεταστροφή καί ή πρόοδος στις άρετές έν Χριστώ άποτελοΰν καρποφορία τής καινής κτίσεως.
Οί άνθρωποι λοιπόν, καλούνται νά ύπερβουν όλες έκεινες τις έκδηλώσεις τοΰ «παλαιού» άνθρώπου καί νά «δουλεύσουν μέ τήν άγάπη τοΰ Θεού. Ή άγάπη άποτελει τό τέλος των άρετών»5. Καί βέβαια, ένέργεια καί απόδειξη τής τέλειας καί πλούσιας αγάπης πρός τόν Θεό αποτελεί ή γνήσια καί ανυπόκριτη άγάπη πρός τόν πλησίον. Μόνο άν άγαπα κάποιος άληθινά καί έμπρακτα τόν συνάνθρωπόν του, άγαπα άληθινά καί τόν Θεόν. Καί μόνο άν άγαπα άληθινά τόν Θεόν, άγαπα καί τόν άνθρωπο.
Αγαπητά μου παιδιά.
Οί Καμπάνες κτύπησαν χαρμόσυνα καί προανήγγειλαν τήν Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων. Όλοι έμεϊς παραδοσιακά θά κάνουμε μιά κίνηση. Θά ύποβάλλουμε τό σώμα μας σέ προϋπάντηση τής έπί γής παρουσίας τοΰ Θεού Λόγου, τόν όποιον θά συναντήσουμε στή Θ. Λειτουργία σέ όλο Του τό μεγαλείο. Θά Τόν συναντήσουμε γεννηθέντα στό σπήλαιο τής Βηθλεέμ. Θά Τόν δούμε νά είσοδεύει στή θ. Λειτουργία, νά κηρύττει, νά οδηγείται στό Σταυρό γιά θυσία, νά θυσιάζεται, νά προσφέρεται, νά έπιστρέφει στούς άγιους, δηλ. σέ μας τούς πιστούς καί έμεϊς νά γευόμαστε τό σώμα καί τό αίμα Του. Βιώνουμε ολόκληρο τό έργο τής θείας Οικονομίας. Θά Τόν δούμε στό πρόσωπο του συνανθρώπου μας, του άσθενοϋς, του έμπερίστατου, του κατατρεγμένου, του πληγωμένου, του θλιβομένου, του άπογοητευμένου. Γιά νά συμβιβαστούμε μέ όλα αύτά θά σηκωθούμε καί θά πορευθοΰμε στήν Εκκλησία.’Άν γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους δέν μπορούμε νά συμμετάσχουμε σέ δλη τήν άκολουθία καί τήν θ. Λειτουργία, άς πάμε όση ώρα μπορούμε. Τουλάχιστον στήν θεία Λειτουργία. Νά δούμε τόν έρχόμενο γεννηθέντα Χριστόν, νά άκούσουμε τό «Δεύτε ’ίδωμεν, πιστοί, που έγεννήθη ό Χριστός…» καί νά μήν άκούσουμε μόνο τά τροπάρια, άλλά νά βρεθούμε μέσα στό Μυστήριο.
Ή δλη λατρεία μας είναι Μυστήριο καί ειδικότερα ή θεία Εύχαριστία. Ή θεία Λειτουργία είναι πηγή όλης τής λατρείας. Άπό τή στιγμή πού ό Ιερέας θά πει «Εύλογητός ό Θεός…», γιά νά άρχίσει ή άκολουθία, έχουμε μπει στό μυστήριο τής Λατρείας. Καί όταν ψάλλεται «Δεύτε ’ίδωμεν, πιστοί…», δέν άκουμε άπλώς ένα άκουσμα μελωδικό, άλλά τό ’ίδιο τό έκδιηγοΰμενο μυστήριο τής Λατρείας καί άν είναι άνάλογη ή στάση τής ψυχής μας, πράγματι βιώνουμε τήν πορεία πρός τόν δρόμο πού οδηγεί στή Βηθλεέμ, τόν Ναό, πού γεννάται ή «άπαράλλακτος είκών του Πατρός», ό Χριστός, νά δούμε καί νά βιώσουμε τόν γεννόμε- νον άνθρωπον διά φιλανθρωπίας, ό όποιος, έχει φωτίσει τά Σύμπαντα. Νά Τόν δούμε στή φάτνη ώς νήπιον, τέλειον άνθρωπον καί τέλειον Θεόν’ πού δέν έλαβε καμιά αλλαγή, άντιθέτως στό πρόσωπό Του ενώθηκε ή Θεία καί ή άνθρώπινη φύση έκτος τήν αμαρτία, νά Τόν προσκυνήσουμε όπως οί Ποιμένες, οί άπλοι άνθρωποι καί νά σκιρτήσει ή ψυχή μας άπ’
αύτήν τήν ούράνια έπίσκεψη, άπό χαρά γιά τόν έξαγνισμό, τήν κάθαρση, τόν φωτισμό, άπό έκεΐνατά όποια θά γίνουν καί θά βιώσουμε στή χριστουγεννιάτικη θ. Λειτουργία.
Όποιος παιδιά μου θέλει νά είναι άληθινός χριστιανός, όποιος πραγματικά πιστεύει στόν Χριστό, όποιος πιστεύει ότι ή Εκκλησία άποτελεΐ τό Σώμα του Χρίστου, όποιος θά κοινωνήσει καί θά πάρει μέσα του τό Σώμα καί τό Αίμα τοΰ Χρίστου, όποιος άναθέτει τήν έλπίδα του στό Χριστό, τότε πραγματικά βιώνει τήν βασιλείαν «πάντων τών αιώνων» άκόμα καί άπό τήν παρούσα ζωή. Καί βεβαίως κανέναν δέν άναγκάζουμε, νά άκολουθήσει’ μόνο τόν έαυτό μας·
Σ’ αύτόν λοιπόν, τό Λόγο του Θεοΰ καί Υιό τής Παρθένου, πού άνοιξε δρόμο μέσα σέ τόπο άδιαπέραστο, άς άναπέμψουμε δοξολογία μαζί καί στόν Πατέρα καί στό’Άγιο Πνεύμα στούς αιώνες τών αιώνων. Αμήν.
Χριστούγεννα 2022.
Εύλογημένο καί δημιουργικό τό νέο έτος 2023.
Με πατρικές ευχές
Ο Κυδωνίας και Αποκορώνου Δαμασκηνός
Άναγνωσθήτω κατά τήν ήμέραν τής Χρίστου Γεγγήσως.
1. 11 δ ιό μελό ν Εσπερινού Χριστουγέννων, Ήχος β’).
2Λουκ. 2:14.
3. Γέβτιτς, Α.,1981. Θεός έφανερώθη έν σαρκί. Απόστολος Βαρνάβας. 42 : 380-384.
4. Ίωάννου Χρυσοστόμου, Εις τήν γενέθλιαν ημέραν τοΰ Σωτήρος ήμών ΊησοΟΧρίστου, PG 49, 360.
5. Ίωάννου Χρυσοστόμου, Κατά Λι/ομοίωι/,Άρχή καί τέλος αρετής άπάσης ή άγάπη» : Λόγος X, PG 48, 795.