Τώρα που έχουμε Χριστούγεννα είπε κι ο Κώστας να πάρει ένα λαχείο.
Το αγόρασε από έναν πλανόδιο λαχειοπώλη κι όλο το χάιδευε μέσα στην τσέπη του.
– Λες μωρέ; Κι αν κερδίσω, κι αν κερδίσω…
Μπα, αυτά δε γίνονται ούτε στα παραμύθια.
Σαν παραμύθι δε μοιάζει όμως, όλο αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια;
Eκατσε σε μια γωνιά και προσπάθησε να αποστηθίσει τον αριθμό του λαχείου.
Τζίφος…
Πολλά νούμερα· κι ήταν τόση η αγωνία του που μετά το 5 ξέχναγε το 8.
Εκείνο το παντέρμο το 8, σημαδιακό ήτανε…
Γύρισε όλη την πόλη και χάιδευε το λαχείο μέσα στην τσέπη του.
Νόμιζε ότι έτσι θώπευε (άκου θώπευε…) την τύχη του.
«Τυχερός είσαι;», τον ρώτησαν στο καφενείο.
Σιγά μην ήταν.
Πιο πολύ κακόκεφος έμοιαζε, μόνο που τον ρώταγαν.
Παντέρμη τύχη.
Αλλους ανεβάζεις κι άλλους κατεβάζεις…
Το χάιδεμα, χάιδεμα όμως, ακόμη και καθιστός.
Ηλθαν τα κεράσματα, ξεχάστηκε το λαχείο, πιάσανε την κουβέντα για τα προηγούμενα Χριστούγεννα, για το ταγκό των Χριστουγέννων, …μετά το 5 εξαφανίστηκε το 8.
– Σήμερα κληρώνει μωρέ.
– Δε με νοιάζει. Δεν πήρα λαχείο…