Μας αξίωσε ο Θεός και φέτος να φθάσουμε, παρά τα όποια προβλήματα, και να πανηγυρίσουμε ανοιξιάτικα την κορωνίδα των εορτών, το Αγιον Πάσχα. Χιλιονοματισμένη με απαρχή βέβαια την Πρωτομαγιά. Και μάλιστα αν την 1η Μαΐου συμπέσει και το Πάσχα των Ορθοδόξων, κάτι που συνέβη το 2016.
«Σήμερον έαρ μυρίζει» όχι μόνον στη φύση, αλλά και στων ανθρώπων τις καρδιές.
Ζούμε την Ανοιξη. Η φύση είναι ολόχαρη. Οι όμορφες ψυχές θα τραγουδήσουν τη φύση, την αναγέννηση, το εαρινό χαμόγελο και θα αναπέμψουν δοξολογία προς τον Δημιουργό.
Δοξολογούν τον Θεό, τον οποίο ανευρίσκουν και βιώνουν μέσα στη φύση. Στην αποκάλυψη αυτή του Θεού, όπως το μαρτυρεί και ο απόστολος Παύλος «Τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και θειότης» (Ρωμ. 1, 20). Ο ορατός και ο αόρατος κόσμος μαρτυρούν την ύπαρξη του Θεού – Δημιουργού. Μας καλούν να δούμε τον Θεό μέσα στη φύση, κάτι που επικαίρως αναφέρουμε με την είσοδό μας στην κορυφή της Ανοίξεως. Να αναφερθούμε μέσα από το κύριο θέμα του γραφτού μας αυτού.
Ο Θεός, κατά την παλαιά Διαθήκη, δημιούργησε τον κόσμο. Η θεία Δημιουργία ακολούθησε ένα σχέδιο βαθμιαίας προόδου από τα ατελέστερα στα τελειότερα με κορωνίδα τον άνθρωπο.
Η τάξη και η αρμονία, η οποία δεσπόζει στον ουρανό, συγκινεί αστρονόμους και μη και μαζί με τον Δαβίδ αναφωνούν: «ως εμεγαλύνθη το έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας» (Ψαλμ. 103, 24). Μην ξεχνάμε, επίσης, αυτά που για τη φύση είπε ο Χριστός κατά την ομιλία Του: «Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού, πώς αυξάνει. Ου κοπιά ουδέ νήθει. Λέγω δε υμίν ότι ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως εν τούτων» (Ματθ. 6,28 και Λουκ. 12,27).
Από τη φύση, επίσης, λαμβάνει αφορμή για να διδάξει υψηλές, για τη σχέση του ανθρώπου και του Θεού, διδασκαλίες Του. Τούτο είναι εμφανέστατο όταν ο Χριστός λέγει: «Εγώ ειμί η άμπελος και ο πατήρ μου γεωργός εστίν… Εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα» (Ιωάνν. 15,15).
Η φύσις είναι ένα πλούσιο έργο του Θεού. Θαυμάζουμε αυτή τη σπατάλη. Και, το κακό είναι ότι ο άνθρωπος, και μάλιστα της καταναλωτικής εποχής μας, δεν μπορεί να την απολαύσει, παρ’ όλο που ο Θεός τον έπλασε, και μάλιστα μετά απ’ αυτήν για να την χαρεί και την απολαύσει. Δυστυχώς, ο άνθρωπος ούτε τη σέβεται, ούτε και δι’ αυτής ανάγεται προς τον Θεό. Τη μολύνει, τα πάντα τα εν αυτή και ούτε συνυπάρχει ομαλά με τα έμβια όντα της φύσεως και αυτόν τον συνάνθρωπό του. Συγκάτοικοι κάτω από τον ίδιο τον ουρανό.
Και, έτσι αυτή κατήντησε μια ατέλειωτη σε λειτουργία και θύματα αρένα. Ο άνθρωπος όχι μόνο δεν μελετά με πίστη και θαυμασμό τη φύση, ως δώρο και ευλογία του Θεού, αλλά και τυφλώνεται από το αδηφάγο πάθος του να τη λεηλατήσει. Να την κατασπαράξει. Οι παλιοί πιστοί και θεόφρονες ερευνητές δεν υπάρχουν πια. Σήμερα ερευνούν τη φύση και τους αστέρες όχι προς δοξολογία προς τον Θεό και την αληθινή ψυχοσωματική ευδαιμονία των ανθρώπων.
Ο Θεός μας μιλά και με τη φύση. Μας διδάσκει και με τη φύση. Μας τρέφει με τη φύση. Αναπαυόμαστε και αναγεννιόμαστε μέσα στη φύση. Εμείς όμως όχι όπως οι “θεόφρονες”, αλλά ως αθεόφρονες, και Θεό δεν λατρεύουμε για το μεγαλείο αυτό της Δημιουργίας, αλλά, όπως και προαναφέραμε, το μαστιγώνουμε και το πληγώνουμε.
Αλλά το καπηλευτήκαμε και το κατασκάψαμε με τους πυραύλους, τα χημικά όπλα και το γεμίσαμε με ανθρώπινα πτώματα και υψώσαμε κολαστήρια και κέντρα ψυχοσωματικού θανάτου.
Η φύσις είναι το θαύμα του Θεού. Ο Θεός αποδεικνύεται θαυμαστός μέσα στη φύση. Η φύσις ομιλεί με τη δική της γλώσσα. Με τον θαυμαστό πλούτο της. Με την σκοπιμότητά της, το σφρίγος της, τα μυστήριά της, την τάξη και αρμονία της και με αυτό το είναι της περί της υπάρξεως του Μεγάλου Δημιουργού.
Και θα πρέπει να στεκόμαστε με την προσήκουσα ιερότητα και σεβασμό, ευγνωμοσύνη και τιμή μπροστά σ’ αυτό το μεγαλείο.