Η πρώτη ημέρα του χρόνου είναι πρώτα απ’ όλα ημέρα ευχών! Σας εύχομαι λοιπόν υγεία και κάθε χαρά και ευτυχία για τον καινούργιο χρόνο που ξεκινούμε σήμερα! Ύστερα, η πρώτη του χρόνου είναι μια καλή ευκαιρία να δούμε πίσω και μπροστά. Να αντλήσουμε σοφία από το παρελθόν και να προγραμματίσουμε καλύτερα το μέλλον. Το σημερινό και το επόμενο άρθρο της στήλης, είναι προς αυτή την κατεύθυνση… Τα τελευταία χρόνια ακούγεται συχνά η πρόταση για συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων, για Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, για σύμπραξη με σκοπό τη σωτηρία της πατρίδας και άλλα παρόμοια. Αλλά αφού μιλάμε για τη σωτηρία της πατρίδας, θα πρέπει πρώτα να έχουμε στο μυαλό μας καθαρό τι εννοούμε με τη λέξη πατρίδα. Κατά ένα γενικότερο ορισμό (βλ. Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας), πατρίδα είναι «οτιδήποτε συνδέει τα άτομα – μέλη ενός έθνους, το πάτριο έδαφος και η κοινή κληρονομιά τους, καθώς και τα ίδια τα μέλη του συνόλου, του έθνους». Πρακτικά μιλώντας, βρίσκω ότι δύο βασικά χαρακτηριστικά και ζητούμενα της πατρίδας (που εμπεριέχονται στον παραπάνω ορισμό της πατρίδας), είναι ότι εντός του «πατρίου εδάφους» αφ’ ενός μεν τα άτομα – μέλη αισθάνονται πιο ασφαλή απ’ ότι αλλού και αφ’ ετέρου μπορούν να κάνουν πιο εύκολα τις δουλειές τους απ’ ότι αλλού. Και όσο μεν αφορά στην ασφάλεια της πατρίδας, διατηρούμε ζωντανό το παράδειγμα των πλείστων Ελλήνων κατά τον αγώνα 1940-41 και την αντίσταση στα χρόνια της Κατοχής. Ακόμα και κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, οι Έλληνες πρόθυμοι προσήλθαν στα στρατόπεδα της Επιστράτευσης, ασχέτως του τι βρήκαν και τι αντιμετώπισαν εκεί εξαιτίας της τραγικής, όπως αποδείχτηκε, φαρσοκωμωδίας της Χούντας. Έκτοτε τέτοιο κίνδυνο δεν αντιμετώπισε η πατρίδα. Μέσα σ’ αυτό που ονομάσαμε πατρίδα, σύμφωνα με το δεύτερο χαρακτηριστικό που της προσέδωσα, ο βιομήχανος θα κάμει πιο εύκολα τις επενδύσεις του, ο έμπορος θα βρει πιο εύκολα τους πελάτες του, όσοι αναζητούν ακροατήριο θα το βρουν πιο εύκολα και ως πρόσφατα ο επιστήμονας και ο εργαζόμενος εύρισκαν πιο εύκολα εργασία. Μέσα όμως στον τόπο αυτό που ονομάσαμε πατρίδα, οι συναγωνισμοί, οι ανταγωνισμοί και οι διαγκωνισμοί είναι χωρίς τέλος και εσχάτως χωρίς διαιτητή, αφού το νεοφιλελεύθερο κράτος αποποιήθηκε τον ρόλο αυτό. Είναι γνωστό, το ζούμε άλλωστε, ότι κάθε αναταραχή, κάθε ανατροπή, λειτουργεί υπέρ κάποιων και σε βάρος κάποιων άλλων. Είναι, νομίζω, σε όλους φανερό ότι αυτό που σήμερα ονομάζουμε «κρίση», δεν είναι για όλους καταστροφή. Μεγάλες ομάδες του πληθυσμού επωφελούνται από την κρίση και τη θεωρούν καλή ευκαιρία για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Δεν είναι λίγα τα δημοσιεύματα που φέρουν αρκετά μέτρα της Τρόικας να είναι προελεύσεως εσωτερικού, υποβαλλόμενα και επιβαλλόμενα από μια συγκεκριμένη τάξη συμπατριωτών μας. Κι αν είναι αλήθεια ότι κάθε κόμμα έχει λόγο ύπαρξης γιατί κάτι διαφορετικό εκπροσωπεί που δεν το έχουν τα άλλα. Κι αυτό, όπως δείξαμε, δεν μπορεί παρά να είναι το «συμφέρον» ή κάποια απόχρωση του συμφέροντος κάποιων. Κι αν δεν μας λένε άλλα, ενώ έχουν άλλα στο πίσω μέρος του μυαλού τους. Ε! Τότε πώς είναι δυνατόν να γίνει αυτή η πολυσυζητημένη συμμαχία, σύμπραξη, συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων; Μήπως κάτι τέτοιο στρεβλώνει την έννοια της δημοκρατίας; Και συζητάμε αυτά ενώ έχουμε πρόσφατη την εμπειρία της σύμπραξης τεσσάρων κομμάτων που η καλύτερη λύση που βρήκαν ήταν να βάλουν πρωθυπουργό έναν τραπεζίτη! Και βέβαια είναι γνωστή η τύχη του εμπνευστή της σύμπραξης και η πορεία των υπολοίπων. Έχουμε άραγε κανένα εχέγγυο, πέρα από μεταφυσικά ιδεολογήματα, ότι η σύμπραξη όλων των πολιτικών δυνάμεων θα φέρει κάτι καλύτερο για την πατρίδα; Ερχόμαστε εδώ να θυμηθούμε τη φράση του Αμερικανού συγγραφέα Ambrose Bierce (1842–1914), που είπε ότι «Η πολιτική είναι μια πάλη συμφερόντων μεταμφιεσμένη σε αγώνα αρχών». Λοιπόν; Τι κάνουμε; Είναι όλοι ίδιοι; Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι όλοι ίδιοι. Αλλά στο τέλος, αν το επιτρέψουμε εμείς, πράγματι, γίνονται όλοι ίδιοι! Και ποιος είναι ο δικός μας ρόλος σαν πολιτών και ψηφοφόρων; Πιστεύω ότι τρία πράγματα μπορεί και έχει υποχρέωση να κάμει ο καθένας: πρώτον να σκεφτεί και να συνειδητοποιήσει ποιό και με ποιον είναι το συμφέρον του (η σκληρή πραγματικότητα προτάσσει το οικονομικό), δεύτερο να μη δώσει πολύ μεγάλη δύναμη σε κανένα κόμμα, αυτό θα υποχρεώσει σε λογικούς συμβιβασμούς και συμφωνίες σε κοινούς τόπους συγγενικών κομμάτων, όχι για τη σωτηρία της πατρίδας, αλλά για τη λειτουργία της δημοκρατίας (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά που τραβάμε τα πάθαμε από τις ισχυρές αυτοδυναμίες που δώσαμε) και τρίτο να μην αφήσει κανένα κόμμα να κυβερνά επ’ αόριστον (γιατί τότε αποκτά καθεστωτική συνείδηση και εν πολλοίς τις συνέπειες αυτού πληρώνουμε τώρα). Το δεύτερο και το τρίτο είναι τεχνικής φύσεως και δεν είναι τόσο δύσκολο να τα πράξει κανείς. Το πρώτο όμως, το να συνειδητοποιήσει, δηλαδή, καθένας ποιό και με ποιόν είναι το συμφέρον του, ούτε αυτονόητο είναι, ούτε εύκολο να το καταφέρει. Σχετικό με τα παραπάνω και ιδιαίτερα με το πόσο συνειδητοποιούμε το συμφέρον μας, είναι το άρθρο της στήλης «Όλως επικουρικώς…», με τίτλο «Συνέβη στα Χανιά στα χρόνια του Βενιζέλου», που θα δημοσιευθεί την άλλη Παρασκευή.