«Η διάθεση του πλεονάσματος πρέπει να γίνει κατά προτεραιότητα στη νέα γενιά, στην απασχόληση και στη στήριξη των παιδιών. Η πολιτική επιλογή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ παραπέμπει σε φιλανθρωπία φεουδαρχών και όχι σε διανομή πλεονάσματος που μπορεί να καρπίσει προς όφελος των πολλών και φυσικά της πατρίδας», δηλώνει στο προς Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Άννα Διαμαντοπούλου.
Η πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι το πλεόνασμα προέρχεται από υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης, και κάνει λόγο για «συνειδητή διάλυση της μεσαίας τάξης», «που οδηγεί σταδιακά σε δυο τάξεις: στους πολύ ισχυρούς που κάνουν deals με το κράτος και τους φτωχούς που περιμένουν από το κράτος»
Αναφερόμενη στις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά, η Άννα Διαμαντοπούλου υπογραμμίζει ότι η πρόκληση για την ηγεσία του νέου φορέα είναι να διατυπώσει ένα «αφήγημα έξω από τα “τσιτάτα” και τις κοινοτυπίες του παρελθόντος» που «θα αιτιολογήσει το Νέο και θα κινητοποιήσει τους πολίτες ώστε να συμμετέχουν», υπογραμμίζει.
Σχετικά με το ζήτημα των μετεκλογικών συνεργασιών του νέου φορέα επισημαίνει ότι δεν πρέπει να ετεροπροσδιορίζεται, αλλά βασικό κριτήριο για τη στάση του θα πρέπει να είναι το συμφέρον της χώρας.
Η πρόεδρος του Δικτύου θεωρεί ότι «η “καθαρή” έξοδος από τα μνημόνια, είναι μια τεχνητή ένεση ηθικού στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Είναι μια τακτική που βοηθά κάποιες διπλωματικές και πολιτικές στοχεύσεις».
Για την τρίτη αξιολόγηση, η κ. Διαμαντοπούλου θεωρεί ότι «είναι πολιτικά απαιτητική, οικονομικά κρίσιμη και ταυτόχρονα φαίνεται ότι οι θεσμοί, ενώ εκκρεμεί και η συγκρότηση της γερμανικής κυβέρνησης, δεν επιθυμούν να φορτωθούν το πρόβλημα της Ελλάδος για μία ακόμα φορά», ενώ προτείνει οργανωμένη «θεσμική λογοδοσία» στη Βουλή.
Επίσης αναφερόμενη στις διεργασίες για το μέλλον της Ευρώπης δηλώνει αισιόδοξη υπογραμμίζοντας τη συμβολή των προτάσεων του Εμανουέλ Μακρόν και τη Λευκή Βίβλο του Ζαν Κλοντ Γιούνγκερ.
Όσον αφορά στα κρούσματα βίας στα ΑΕΙ η πρώην υπουργός Παιδείας κάνει λόγο για «φάντασμα φόβου και αδράνειας», που «πλανάται πάνω από τα ελληνικά ΑΕΙ», καλώντας τη πανεπιστημιακή κοινότητα να αντιδράσει δυναμικά
•Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ διαπραγματεύεται την τρίτη αξιολόγηση. Πώς κρίνετε τις μέχρι τώρα συζητήσεις με τους πιστωτές; Ο κ. Τσίπρας υποστηρίζει ότι θα τα καταφέρει εγκαίρως. Εσείς τι λέτε;
Καμία έως τώρα αξιολόγηση -εξαιτίας της θεατρικής διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης- δεν έχει κλείσει στην ώρα της και αυτό είχε πάντα σημαντικό κόστος για τους πολίτες. Η τρίτη αξιολόγηση είναι πολιτικά απαιτητική, οικονομικά κρίσιμη και ταυτόχρονα φαίνεται ότι οι θεσμοί, ενώ εκκρεμεί και η συγκρότηση της γερμανικής κυβέρνησης, δεν επιθυμούν να φορτωθούν το πρόβλημα της Ελλάδος για μία ακόμα φορά. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ανάγκη, έστω και τώρα, μιας οργανωμένης «θεσμικής λογοδοσίας» στη Βουλή. Η πρότασή μας είναι, ο υπουργός Οικονομικών να παρουσιάσει στη Βουλή το σύνολο των προαπαιτουμένων της τρίτης αξιολόγησης και το χρονοδιάγραμμά τους, ώστε η Βουλή να το παρακολουθεί ανά εβδομάδα. Αυτή θα μπορούσε να είναι μια αποτελεσματική και πολιτικά διαφανής μέθοδος. Σπεύδω να τονίσω ότι, ουσιαστικά, η συζήτηση αυτή αφορά το μέλλον της οικονομικής επιτήρησης στη χώρα και όχι έναν διάλογο για την ουσιαστική έξοδο από το Μνημόνιο.
•Πιστεύετε ότι θα υπάρξει «καθαρή» έξοδος από τα Μνημόνια στις αγορές όπως υποστηρίζει ο πρωθυπουργός και τα κυβερνητικά στελέχη;
Η «καθαρή» έξοδος από τα μνημόνια είναι μια τεχνητή ένεση ηθικού στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Είναι μια τακτική που βοηθά κάποιες διπλωματικές και πολιτικές στοχεύσεις, αλλά όχι την σωστή επιλογή για την πορεία της χώρας μετά τον Αύγουστο του 2018. Είναι γνωστό ότι για το ζήτημα αυτό υπάρχουν τέσσερα σενάρια στο τραπέζι. Πιστεύω ότι είναι εθνικά αναγκαίο να συζητηθούν στη Βουλή και να επιδιωχθεί η συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για το ποιος είναι ο καλύτερος μεταβατικός τρόπος που θα βοηθήσει την υπόθεση της ανάπτυξης και την εξομάλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και αδικιών. Σε διαφορετική περίπτωση, φοβάμαι ότι θα έχουμε μια νέα, μεγάλη και άχρηστη σύγκρουση όπου η κυβέρνηση θα επαίρεται για την «έξοδο» και η αντιπολίτευση θα την κατηγορεί για το αντίθετο.
•Το κυβερνητικό επιτελείο δηλώνει σίγουρο ότι θα διανείμει μέρος του πλεονάσματος. Πέρσι σημειώθηκε διαμάχη γιατί προτίμησε να δώσει η κυβέρνηση 13η σύνταξη. Πώς θα πρέπει να διανεμηθεί φέτος;
Η κυβέρνηση αποφάσισε να πετύχει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα με αύξηση φόρων αντί με μείωση δαπανών, με υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης, όπως κυνικά παραδέχθηκε ο κ. Χουλιαράκης στη Βουλή. Φορολογούμενος του 2016, με εισόδημα 74.000 ευρώ, πλήρωσε συνολικά για φόρους και εισφορές 71.092 ευρώ (φόρος εισοδήματος, εισφορά αλληλεγγύης, προκαταβολή φόρου, τέλος επιτηδεύματος, ασφαλιστικές εισφορές). Αυτό δεν είναι απλώς υπερφορολόγηση, είναι συνειδητή διάλυση της μεσαίας τάξης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που οδηγεί σταδιακά σε δυο τάξεις: στους πολύ ισχυρούς που κάνουν deals με το κράτος και τους φτωχούς που περιμένουν από το κράτος.
Πάνω, λοιπόν, στην καταστροφή της μεσαίας τάξης γίνεται η συζήτηση για τη διανομή του πλεονάσματος. Μία στοιχειωδώς σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση θα επιδίωκε το θέμα αυτό να αναδειχθεί στη Βουλή κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού. Εκεί πρέπει να αναπτυχθούν τα επιχειρήματα για το πού πρέπει να διατεθεί το όποιο πλεόνασμα. Κατά τη δική μου άποψη, αλλά και την εμπεριστατωμένη πρόταση της Ώρας Αποφάσεων, η διάθεση του πλεονάσματος πρέπει να γίνει κατά προτεραιότητα στη νέα γενιά, στην απασχόληση και στη στήριξη των παιδιών. Η πολιτική επιλογή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ παραπέμπει σε φιλανθρωπία φεουδαρχών και όχι σε διανομή πλεονάσματος που μπορεί να καρπίσει προς όφελος των πολλών και φυσικά της πατρίδας.
•Όλες οι εξελίξεις στο εσωτερικό γίνονται την ίδια στιγμή που σημειώνονται έντονες διεργασίες στην Ευρώπη με την ισχυροποίηση των λαϊκιστών, της ακροδεξιάς και, τελευταία, με αφορμή την Καταλονία και αποσχιστικών τάσεων. Προς τα πού πάει η Ευρώπη και η ΕΕ, κυρία Διαμαντοπούλου;
Σε όλο τον πλανήτη παρατηρούνται αλλαγές και αναταράξεις. Οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι μεταναστευτικές ροές, η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, η κλιματική αλλαγή και η νέα γεωπολιτική ισορροπία, οδηγούν σε βαθιές αλλαγές στην πολιτική και στην οικονομία. Κάνουν ταυτόχρονα πιο σαφή την ανάγκη της ισχυροποίησης της ΕΕ και τη συμμετοχή των επιμέρους κρατών στην μεγάλη αυτή οικογένεια. Η τελευταία δεκαετία υπήρξε δύσκολη για την Ευρώπη. Προσωπικά, όμως, είμαι αισιόδοξη. Οι λαϊκιστές, ακόμη και αυτονομιστές που βρέθηκαν σε κυβερνήσεις, επ΄ ουδενί λόγω δεν αμφισβήτησαν τη συμμετοχή τους στην ΕΕ. Ο αντιευρωπαϊσμός είναι εργαλείο ανεύθυνων αντιπολιτεύσεων. Η οικονομική ανάπτυξη επέστρεψε, ενώ από ισχυρούς ηγέτες τίθεται το όραμα μιας μεγάλης και ισχυρής Ευρώπης.
•Ποιες απαντήσεις απαιτούνται; Συμβάλλουν οι θέσεις του Εμανουέλ Μακρόν και οι προτάσεις Γιούνκερ; Η στάση της Γερμανίας πού βλέπετε να είναι;
Ο κ. Μακρόν εισάγει ένα καινούργιο όραμα για την Ευρώπη και τολμά, με συγκεκριμένες προτάσεις, να μιλήσει για τη νέα εποχή την οποία εγκαινίασε οι ίδιος αλλάζοντας το πολιτικό στερέωμα της Γαλλίας. Πρότεινε την προοδευτική σύγκλιση των διαφορετικών καθεστώτων στην κοινωνική πολιτική, την εξομοίωση των φόρων επιχειρήσεων στην ευρωζώνη, την αποτελεσματική φορολόγηση των συναλλαγών, τη θέσπιση του αξιώματος του Ευρωπαίου εισαγγελέα για τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου κ.λπ. Βλέπει μακριά και απαντά στη μιζέρια, τον εθνοκεντρισμό και στις παθογένειες που έχει προκαλέσει η καθυστέρηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης της Ένωσης. Οι προτάσεις αυτές ενισχύουν την λευκή βίβλο του κ. Γιούνκερ και προσδιορίζουν ένα δρόμο εφαρμογής της. Αντίστοιχα, πιστεύω ότι και η Άγγελα Μέρκελ, μέσα από την εκπλήρωση της 4ης θητεία της, θα προσπαθήσει να αφήσει το αποτύπωμά της στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα και στην ανασυγκρότησή του. Το επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμο για το κτίσιμο της Νέας Ευρώπης
•Ας έρθουμε στα εσωτερικά μας, στον υπό διαμόρφωση νέο κι ενιαίο φορέα, ποιο πιστεύετε ότι πρέπει να είναι το αφήγημα για τη χώρα;
Η χώρα χρειάζεται ένα νέο κόμμα για να αναζωογονήσει το πολιτικό σύστημα και να δώσει διέξοδο στους πολίτες που δεν βλέπουν φως. Η δημιουργία βέβαια ενός πραγματικά νέου φορέα, έχει νόημα και θα συγκινήσει τους πολίτες, αν μπορεί να θέσει και να απαντήσει με διαφορετικό τρόπο, τα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα του αύριο, του 21ου αιώνα. Το κεντρικό πρόβλημα της χώρας είναι η πολύ μικρή πίτα ανάπτυξης. Το ζητούμενο δεν είναι πώς θα μοιράσουμε την υπάρχουσα μικρή πίτα, παίρνοντας από αυτόν που έχει λίγα για να δώσουμε σε αυτόν που έχει ελάχιστα. Το ζητούμενο είναι να αυξάνουμε σταθερά την διαθέσιμη πίτα. Κι αυτό προϋποθέτει νέο μοντέλο παραγωγής. Ψηφιακή Ελλάδα για τον δημόσιο υπάλληλο, τον δικαστή, τον γιατρό, τον ασθενή, τον δάσκαλο, τον μαθητή, τον αγρότη, τον επιχειρηματία. Μια χώρα που όλοι οι πολίτες της θα υποχρεωθούν να μάθουν και έτσι θα μπορέσουν να συμμετάσχουν σε πέντε χρόνια από τώρα, σε μια τεχνολογική μεταμόρφωση της χώρας. Βήμα-βήμα, τομέα-τομέα, η χώρα να αλλάξει κεντρικό στόχο, να προσελκύσει κάθε είδους επενδύσεις, ώστε να φέρει πίσω τα νιάτα της και να αλλάξει τους ρυθμούς ανάπτυξής της. Ένα αφήγημα έξω από τα «τσιτάτα» και τις κοινοτυπίες του παρελθόντος, θα αιτιολογήσει το Νέο και θα κινητοποιήσει τους πολίτες ώστε να συμμετέχουν.
• Με ποιους πρέπει να συνεργαστεί ο υπό ίδρυση νέος ενιαίος φορέας; Με τη ΝΔ ή τον ΣΥΡΙΖΑ; Σας ρωτώ γιατί το θέμα απασχολεί και του υποψήφιους, ενώ υπάρχει και η άποψη ότι αυτά τώρα είναι άκαιρα.
Πρώτον, ο ετεροπροσδιορισμός μέσα από την απόρριψη ή την αποδοχή συνεργασίας σημαίνει είτε έλλειψη πρότασης είτε πολιτικάντικο κλείσιμο του ματιού σε συγκεκριμένες ομάδες ψηφοφόρων. Δεύτερον, ένα υπεύθυνο πολιτικό κόμμα απαντά στο ερώτημα αυτό με βάση το συμφέρον της χώρας. Εφόσον εξαρτάται από αυτό, δεν πρέπει να επιτρέψει την ακυβερνησία και το χάος, αλλά να θέσει -με βάση το πρόγραμμά του- ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους διακυβέρνησης.
•Σχετικά με τα κρούσματα βίας και ανομίας στα πανεπιστήμια, κυρία Διαμαντοπούλου, έχοντας την εμπειρία της μεταρρύθμισής σας, πώς πιστεύετε ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα το φαινόμενο αυτό;
Η βία στα πανεπιστήμια δεν είναι φυσικό φαινόμενο, είναι το αποτέλεσμα κακών πολιτικών, δειλίας και ανικανότητας για πολλά χρόνια. Η σημερινή κυβέρνηση, έχοντας τεράστιες ευθύνες για την πολιτική και ιδεολογική κάλυψη αυτών των φαινομένων -και στο παρελθόν και σήμερα- απέδειξε με την ανατροπή της μεταρρύθμισης που κάναμε, ότι αρνείται να θωρακίσει θεσμικά τα πανεπιστήμια απέναντι στην βία των μειοψηφιών. Ένα φάντασμα φόβου και αδράνειας πλανάται πάνω από τα ελληνικά ΑΕΙ. Θεωρώ ότι η πανεπιστημιακή κοινότητα πρέπει, πλέον, να αντιδράσει δυναμικά. Να απαιτήσει την επαναφορά της μεταρρύθμισης, ώστε μέσω των πανεπιστημιακών κανονισμών να δημιουργηθούν πανεπιστημιακές υπηρεσίες αστυνόμευσης και ελέγχου των εισερχομένων στους χώρους των ιδρυμάτων. Ταυτόχρονα, η Ελληνική Αστυνομία πρέπει να θέσει τέλος στο άβατο της ανομίας των Πανεπιστημιακών χώρων. Η καταπάτηση και η καταστροφή δημόσιας περιουσίας, η μη ελεύθερη διακίνηση ιδεών, η ατιμώρητη χρήση βίας στα ελληνικά πανεπιστήμια, είναι βασικά συμπτώματα έκπτωσης και εξασθένησης της Δημοκρατίας. Μήπως, όμως, αυτό είναι βολικό για κάποιους, ανάμεσα στους οποίους και οι κυβερνώντες;