1. Εισαγωγή
Ο τουρισμός έχει σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια αλλά και στην εγχώρια οικονομία, στο φυσικό αλλά και στο δομημένο περιβάλλον, όπως επίσης και στον πληθυσμό στον τόπο προορισμού. Ο τουρισμός αποτελεί σημαντική βιομηχανία σε παγκόσμια κλίμακα, και τη βαριά βιομηχανία για την Ελλάδα. Με τη συμβολή του το έτος 2014 (βάσει στοιχείων του ΣΕΤΕ), ανέρχεται σε 17 δις ευρώ, όταν το συνολικό ΑΕΠ εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά € 3,5 δις σε ονομαστικούς όρους, αποδεικνύεται ότι ο τουρισμός αποτελεί έναν από τους πολύ λίγους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ο οποίος προσφέρει υπό συνθήκες οικονομικής κρίσης. Την τελευταία δεκαετία, ο αριθμός των επισκεπτών στη χώρα μας παρουσιάζει σταθερή αύξηση, κατέχοντας το 2004 την 18η θέση με 11,7 εκατομμύρια διεθνείς τουριστικές αφίξεις και την 11η θέση στις παγκόσμιες εισπράξεις. Το 2009 την 16η θέση με 14,9 εκατομμύρια διεθνείς τουριστικές αφίξεις και την 15η θέση στις εισπράξεις παγκοσμίως και το 2013 την 16η θέση στις αφίξεις, με 17,9 εκατομμύρια διεθνείς τουριστικές αφίξεις και στην 19η θέση στις εισπράξεις παγκοσμίως.
Στη χώρα μας το μεγαλύτερο ποσοστό τουριστών προέρχονται κατά 93%, από την Ευρώπη. Κατά κύριο λόγο είναι Βρετανοί και Γερμανοί, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 25-30% του συνολικού αριθμού των αφίξεων. Ωστόσο, τα τελευταία δέκα χρόνια οι αφίξεις των τουριστών από την Κεντρική Ευρώπη, τη Ρωσία και την Κίνα έχουν αυξηθεί σημαντικά. Το έτος 2013 χαρακτηρίστηκε ως έτος επιτυχιών για τον τουρισμό στην χώρα μας όπως επίσης και το 2014 που ήταν ένα πολύ καλό τουριστικό έτος. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος οι ταξιδιωτικές εισπράξεις την περίοδο από το Ιανουάριο ως τον Απρίλιο 2014 αυξήθηκαν κατά 27,8% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2013 και το ταξιδιωτικό ισοζύγιο ήταν πλεονασματικό κατά 252 εκατομμύρια ευρώ έναντι του ταξιδιωτικού ισοζυγίου του 2013, το οποίο παρουσίασε πλεόνασμα 194 εκατομμύρια ευρώ.
2. Οικονομικά μεγέθη και προοπτικές
Α. Οικονομικά χαρακτηριστικά
Η οικονομική ύφεση έκανε την εμφάνισή της το 2009 και επηρέασε αρνητικά το τουριστικό προϊόν. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι από το 2009 και για δύο έτη το ποσοστό της συμβολής του τουρισμού στο Α.Ε.Π. δεν παρουσίασε σημαντικές μεταβολές. Το 2012 άρχισε να ανακάμπτει και πάλι η χώρα ως τουριστικός προορισμός, με τη συμβολή του τουρισμού στο Α.Ε.Π. της χώρας να κινείται και πάλι στα ίδια προ κρίσης επίπεδα του 16,4%.
Τα οικονομικά μεγέθη του τουρισμού στην Ελλάδα τη δεκαετία 2004 – 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, αποτυπώνονται στον Πίνακα 1 που περιλαμβάνει τη συμβολή της τουριστικής οικονομίας στο Α.Ε.Π. της χώρας, την απασχόληση σε σχέση με τη συνολική απασχόληση στην Ελλάδα, τις εισπράξεις από τον τουρισμό και τις διεθνείς τουριστικές αφίξεις στη χώρα.
Από τα στοιχεία αυτά καταδεικνύεται ότι η συμβολή της τουριστικής οικονομίας στο Α.Ε.Π. της χώρας είναι σημαντική σε κάθε περίπτωση, ωστόσο εμφανίζει κάμψη κατά την τριετία 2007-2009. Αξιοσημείωτο είναι ότι μετά το 2009 και για δύο έτη το ποσοστό της συμβολής του τουρισμού στο Α.Ε.Π. δεν παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές, ενώ το 2012 αρχίζει να ανακάμπτει, με ποσοστό 16,4% στα προ κρίσης επίπεδα.
Σε σχέση τώρα με την απασχόληση στην τουριστική οικονομία ως ποσοστό του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων στην Ελλάδα, παρατηρούμε ότι από το 2006 έως και το 2009 η συνολική απασχόληση στον τουρισμό παρουσιάζει πτώση, με τα χειρότερα έτη της δεκαετίας να είναι το 2009 και το 2011 με ποσοστά 17,7% και 17,6% αντίστοιχα. Από το 2012, ωστόσο, ο αριθμός των απασχολούμενων στον τουριστικό κλάδο αυξάνεται σε ποσοστό 18,3% επί του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων, χωρίς όμως να καταφέρει έως σήμερα να φτάσει στα επίπεδα προ κρίσης (π.χ.: στο 19,8%, το έτος 2006 που εμφανίζει την καλύτερη τιμή).
Σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι μετά το 2012, η συμβολή του τουρισμού στο Α.Ε.Π. της χώρας αλλά και στην απασχόληση παρουσιάζει αύξηση. Αυτή αποκρυπτογραφείται ως ένα μήνυμα αισιοδοξίας για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού στην χώρας, αλλά και για σημαντική ενίσχυση στην καταπολέμηση της ανεργίας, έστω και σε εποχιακό επίπεδο.
Σε σχέση με τα έσοδα είναι εμφανές ότι αυτά κινούνται σε αυξητική πορεία από το 2004 ως και το 2008 που ανέρχονται στα 11,6 δις ευρώ, ενώ το 2009 σημειώνεται κατακόρυφη πτώση τους στα 10,4 δις ευρώ. Αυτή η καθοδική πορεία συνεχίζεται και για το 2010, κυρίως λόγω της εμβάθυνσης της κρίσης στην οικονομία, με τις διεθνείς ταξιδιωτικές εισπράξεις να φτάνουν στη χαμηλότερη τιμή της δεκαετίας, μόλις στα 9,6 δις ευρώ. Αξιοσημείωτη είναι ακολούθως, όμως, η σταθερή άνοδος τους, με αποκορύφωμα το έτος 2013, όπου τα έσοδα αγγίζουν την υψηλότερη τιμή όλης της δεκαετίας 2004-2013, τα 11,7 δις ευρώ.
Στο πεδίο των αφίξεων οι μεταβολές εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας 2004-2013, με το 2004 να αποτελεί το έτος με τη χαμηλότερη τιμή, στα 11,7 εκατομμύρια επισκέπτες. Αυτός ο αριθμός αυξάνεται διαχρονικά, και το 2009 οι αφίξεις ανέρχονται περί τα 14,9 εκατομμύρια, όσες περίπου και οι αφίξεις το 2010 (15 εκατομμύρια). Το 2011 οι αφίξεις αυξάνονται κατά 1,4 εκατομμύρια ενώ το 2012 μειώνονται ξανά, για να λάβουν την καλύτερη τιμή τους το 2013 με 17,9 εκατομμύρια επισκέπτες.
Επιπλέον, η συμμετοχή του τουρισμού είναι πολύ σημαντική στη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Το 2010, η κάλυψη ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου ανήλθε σε ποσοστό της τάξεως του 46,8%.
Σε σχέση με την αλληλεξάρτηση την οποία έχει ο τουρισμός με άλλους κλάδους της παραγωγής, έχει υπολογιστεί ότι η τουριστική κατανάλωση ασκεί επιρροή στο 60% των κλάδων της οικονομίας και η τιμή του τουριστικού πολλαπλασιαστή ανέρχεται σε 2,18. Αυτό συνεπάγεται στο ότι για κάθε ευρώ τουριστικής κατανάλωσης έχουμε υπερδιπλάσια δευτερογενή κατανάλωση στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα οικονομικά στοιχεία, η ύφεση το 2009 επηρέασε αρνητικά τον τουρισμό στην χώρα. Όμως, από το 2010 και έπειτα οι αφίξεις αυξάνονται, γεγονός το οποίο οφείλεται κατά κύριο λόγο στους αυξημένους επισκέπτες προερχόμενους από τη Ρωσία και το Ισραήλ, αυξάνοντας παράλληλα και το συνολικά έσοδα. Όπως παρατηρούμε από τον Πίνακα 1 οι μεταβολές των διεθνών τουριστικών εισπράξεων είναι δυσανάλογες με αυτές του αριθμού των αφίξεων, στοιχείο που φανερώνει ότι η μέση κατά κεφαλή δαπάνη μειώνεται. Ενδεικτικά, το 2004 η μέση κατά κεφαλή δαπάνη ανήλθε στα 882 ευρώ, το 2009 στα 697 ευρώ, το 2011 στα 639 ευρώ, η οποία είναι και η χαμηλότερη της δεκαετίας και το 2013 ανέβηκε ελαφρώς στα 653 ευρώ.
Β) Προοπτικές
Ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να ακολουθήσει τροχιά ανόδου, παρά την κρίσιμη οικονομική συγκυρία της χώρας. Μερικές προτάσεις που μπορούν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση είναι.
• Ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος μέσω ενίσχυσης των επενδύσεων και προώθηση στις μεγαλύτερες ξενοδοχειακές μονάδες.
• Μεγαλύτερη αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς του τόπου.
• Περαιτέρω ανάπτυξη χειμερινού και κοινωνικού τουρισμού.
• Μείωση της παραοικονομίας.
• Ενίσχυση στην εκπαίδευση προσωπικού υποδοχής τουριστών, και
• Προώθηση της νέας τεχνολογίας, σε ακόμη μεγαλύτερο εύρος παροχής υπηρεσιών του τουριστικού τομέα
Όλα τα παραπάνω σε συνάρτηση με τον φυσικό πλούτο της χώρας, θα αποτελέσουν αναμφισβήτητα πόλο έλξης για τουρισμό υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου. Ωστόσο, το ζητούμενο είναι να μπορέσει η χώρα να επανέλθει σε καθεστώς ομαλότητας στη βασική καθημερινότητα και να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε σχέση με την πολιτική παράμετρο που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό το παραγόμενο τουριστικό προϊόν.