Χρόνια πολλά και καλά, συμπολίτες.
Γεμίζουνε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τούτες τις γιορτινές μέρες με τα έργα του: «Στο Χριστό στο κάστρο», τα «Χριστούγεννα του τεμπέλη». «Φώτα ολόφωτα», «Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα διηγήματα».
Ηθοποιοί παλιοί αλλά και νεότεροι διαβάζουν κείμενά του στο ραδιόφωνο. Αποσπάσματα έργων του αναφέρονται σε εορταστικά αφιερώματα από εφημερίδες και περιοδικά, έντυπα ή ηλεκτρονικά.
Ξάφνου ο κοσμοκαλόγερος των ελληνικών γραμμάτων είναι επίκαιρος όσο ποτέ. Περιέργως η «χαρίεσσα» καθαρεύουσα που χρησιμοποιεί μοιάζει να μην εμποδίζει κανένα για την κατανόηση των κειμένων του. Όλοι σχολιάζουν μόνο τη λυρική του γραφή. Ενώ γράφει κυρίως σε πεζό λόγο, τον ονομάζουν ποιητή και τονίζουν τον «τρόπο που εξέφρασε την εθνική λαϊκή ψυχή» και το πώς κατάφερε να αναδείξει το «ντόπιο ήθος σε αισθητικό και πνευματικό γεγονός».
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε το 1851 στη Σκιάθο σε μια πολυμελή, φτωχική οικογένεια. Αγαπούσε πολύ τα γράμματα, αλλά οι οικονομικές δυσκολίες τον έκαναν να αλλάζει συνεχώς σχολεία. Αφού πέρασε από τις αίθουσες της Σκιάθου, της Σκοπέλου, της Χαλκίδας και του Πειραιά κατόρθωσε να πάρει απολυτήριο στα 23 του χρόνια. Μετά, γράφτηκε στη φιλοσοφική σχολή Αθηνών «ὅπου ἤκουα κατ’ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξένας γλώσσας» αναφέρει ο ίδιος. Με την εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο αρχίζει αμέσως να δημοσιογραφεί και να κάνει μεταφράσεις ξένων συγγραφέων από τα αγγλικά και τα γαλλικά, γλώσσες που τις είχε κατακτήσει με πολλή μελέτη, σε βάθος.
Λένε ότι ήταν ο πρώτος επαγγελματίας συγγραφέας στην Ελλάδα με την έννοια ότι βιοποριζόταν αποκλειστικά από τα διηγήματα που έδιδε για δημοσίευση σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Τον περισσότερο χρόνο της ζωής του τον πέρασε στην Αθήνα, νοσταλγώντας το νησί του. Βαθιά επηρεασμένος από την ορθοδοξία έμεινε στα νεανικά του χρόνια για λίγο καιρό στο Άγιο Όρος. Επέλεξε, τελικά, να επιστρέψει στην πόλη, ζώντας όμως έναν βίο λιτό και ασκητικό. Επί χρόνια ήταν ψάλτης σε εκκλησιές και μελετούσε πάντοτε εκκλησιαστικά βιβλία.
Ζούσε σε συνθήκες μεγάλης ανέχειας. Λέγεται ότι είχε χρήματα μόνο την ημέρα που πληρωνόταν. Όταν έπαιρνε την αμοιβή για τα γραψίματά του, εξοφλούσε αμέσως τα προηγούμενα χρέη, έστελνε ένα μέρος στην οικογένειά του στο νησί, όπου συντηρούσε τρείς ανύπανδρες αδελφές, μοίραζε κάποια στους φτωχούς και έμενε πάλι χωρίς χρήματα μέχρι την επόμενη φορά. «Κατ’ έκείνην την ημέραν συνέβη να είμαι πλούσιος…» γράφει ο ίδιος. Παρ’ όλη την φτώχεια του, είναι παροιμιώδες το περιστατικό που συνέβη, όταν ο διευθυντής μιας εφημερίδας του έδωσε μισθό για τις υπηρεσίες του 150 δραχμές. Ο Παπαδιαμάντης τις κοίταξε και είπε πως είναι πολλές. Τον έφταναν, υποστήριξε, μόνο οι 100.
Η κακή του υγεία τον ανάγκασε να επιστρέψει στη Σκιάθο, όπου και πέθανε από πνευμονία στα εξήντα του χρόνια.
Έγραψε κάποια λίγα μυθιστορήματα και ποιήματα, αλλά εκεί που είναι αξεπέραστος είναι τα διηγήματα. Όσο καιρό ζούσε, δεν ευτύχησε να εκδώσει τα έργα του σε βιβλία. Έγραφε για να ζήσει και όπως μαρτυρείται, μόλις παρέδιδε τα κείμενά του στις εφημερίδες, έπαυαν να τον απασχολούν. Οι πνευματικοί άνθρωποι στον καιρό του ελάχιστα ασχολήθηκαν μαζί του ενόσω ζούσε. Μόνο ο Παλαμάς κι ο Παύλος Νιρβάνας εξέφρασαν άποψη για το έργο του. Μετά τον θάνατό του, οι κριτικές έγιναν περισσότερες και πολύ εγκωμιαστικές. Όσοι τον γνώρισαν μιλάνε για το πόσο μοναχικός, ντροπαλός, σχεδόν φοβισμένος ήταν. Απόκοσμος και εσωστρεφής Ωστόσο αυτός ο άνθρωπος, όταν έγραφε για την φύση του νησιού του, όταν μιλούσε για τους καθημερινούς ανθρώπους του μόχθου και της δυστυχίας, γινόταν ο πιο εύγλωττος ποιητής και ο καλύτερος γνώστης των σκέψεων και αισθημάτων τους. Τόσο, που σήμερα επιστήμονες παντός είδους, δικηγόροι, εγκληματολόγοι, ψυχίατροι, κοινωνιολόγοι ανατέμνουν τα κείμενά του και προσπαθούν να τα ερμηνεύσουν.
Απόψε άκουγα το χριστουγεννιάτικο διήγημά του, που λόγω των ημερών κυκλοφορεί ευρέως: «Στο Χριστό στο κάστρο». Η ιστορία μιας παρέας απλών ανθρώπων, που με μπροστάρη τον παπά ξεκινάνε να πάνε με βάρκα και με πολύ κακές καιρικές συνθήκες να συνδράμουν κάποιους συγχωριανούς τους που έχουν αποκλειστεί στο έρημο τώρα πια κάστρο. Συγχρόνως λειτουργούν και την αλειτούργητη για χρόνια και κλειστή εκκλησιά που γιορτάζει την ημέρα των Χριστουγέννων.
Ακούω προσεχτικά την αφήγηση. Περιγράφονται οι άνθρωποι, μα και η φύση. Το θαλάσσιο δύσκολο ταξίδι, οι αντιδράσεις κι οι φόβοι των χωριανών που σε μια στιγμή, αψηφήσανε την ταλαιπωρία και τις κακές καιρικές συνθήκες πρώτα για να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους και μετά για να εκπληρώσουν ένα ηθικό χρέος.
Κάπου ακούω τον αφηγητή να διαβάζει: «τώρα οι άνθρωποι γινήκανε απόκοτοι». Τι κουβέντα τωρινή, είναι τούτη. Γιατί σήμερα έτσι είμαστε, απόκοτοι κι απόμακροι. Κι όμως το διήγημα αυτό, γράφτηκε στα 1892. Αποδεικνύεται, όμως, ότι σε όλες τις εποχές οι άνθρωποι τα ίδια βάσανα και προβλήματα αντιμετωπίζουν.
Σε άλλο διήγημα στον «Βαρδιάνο στα σπόρκα» η γριά Σκεύω ντύνεται με ανδρικά ρούχα και μεταμφιέζεται σε φύλακα, προκειμένου να σώσει τον μοναχογιό της που βρίσκεται άρρωστος στο χολεριασμένο του πλοίο που κάνει την επιβεβλημένη καραντίνα, στο λαζαρέττο του νησιού.
Πόσο σύγχρονα, πραγματικά, ακούγονται όλα αυτά; Μας κάνει καλό, θαρρώ, να μαθαίνουμε ότι και άλλοτε υπήρχαν παρόμοια με τα δικά μας, προβλήματα. Ανέκαθεν οι περισσότεροι πιστεύουμε πως ο κόσμος γυρίζει γύρω από τον εαυτό μας. Οι αντιδράσεις των ανθρώπων στη δυστυχία είναι πάντοτε οι ίδιες. Και τότε φοβόντουσαν, όπως και τώρα. Και τότε υπήρχαν άνθρωποι που υπερέβαιναν τα μέτρα και τον τρομοκρατημένο τους εαυτό, σαν τη γριά μάνα που δεν λογάριασε αρρώστια και θάνατο για να γλιτώσει το παιδί της. Αλλά υπάρχουν και οι άλλοι που παραμένουν εφ’ όρου ζωής μικροί και πανικοβεβλημένοι. Σε όλους τους καιρούς, οι φόβοι και τα θέλω των ανθρώπων φαίνονται τα ίδια. Σαν αυτούς που μαστορικά μας παρουσιάζει ο άγιος των Ελληνικών γραμμάτων. Και νομίζω ότι μας κάνει καλό να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είμαστε πολύ διαφορετικοί ανά τους αιώνες. Από γεννέσεως του κόσμου έως σήμερα.
Με το καλό να μας έρθει η νέα χρονιά, συμπολίτες. Ας ευχηθούμε να φέρει υγεία και περισσότερες χαρές. Και οι λύπες που θα κουβαλήσει να είναι μικρές κι ανάλαφρες. Καλή, δημιουργική χρονιά.