Πέρασα αυτές τις μέρες απέξω από την καρδιά της πόλης μας, την Αγορά. Κλειστές οι μεταλλικές πόρτες και μεγάλες επιγραφές στην όψη της, πληροφορούν τους διερχόμενους για τις νέες διευθύνσεις των καταστημάτων που υποχρεωτικά μετακόμισαν. Μου φάνηκε ότι ως κι ο κόσμος στην πλατεία είχε λιγοστέψει και ότι κάτι πολύ σημαντικό και σημαδιακό, της έλειπε. Σίγουρα η εικόνα στο κέντρο του τόπου μας, έχει αλλάξει. Τέλος εποχής, όπως συνηθίζεται να λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις. Αναφέρθηκα ήδη στην ανακατασκευή της αγοράς, την προηγούμενη βδομάδα. Διαβάζοντας όμως για την ιστορία της έμαθα μερικά ενδιαφέροντα πράγματα. Περιστατικά, παραλειπόμενα, γεγονότα που έμειναν στο ημίφως. Από αυτά που δίνουν χρώμα σε κάθε διήγηση, την κάνουν πιο ενδιαφέρουσα και στο τέλος σού εντυπώνονται περισσότερο και τα οποία θέλω να μοιραστώ μαζί σας..
«ΙΔΡΥΣΑΤΕ ΠΡΟΧΕΙΡΟΝ ΛΑΧΑΝΑΓΟΡΑΝ. Είναι έργον ανάγκης.»
Φωνάζει ο τοπικός τύπος τον Φεβρουάριο του 1908 προς τις αρχές της πόλης. καταγράφοντας προφανώς μια μεγάλη απαίτηση της κοινωνίας, Το Δημοτικό Συμβούλιο τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, επιβεβαιώνοντας αυτήν την αναγκαιότητα παίρνει την απόφαση για την κατασκευή νέας Αγοράς. Στα πρακτικά διαβάζομε τόσο για την πρόταση που τίθεται σε ψηφοφορία, όσο και τις συζητήσεις για την εξεύρεση των χρηματικών πόρων. Αλλά και τους προβληματισμούς για τις επιπτώσεις στην οικονομική ζωή του τόπου.-θα πέσουν οι τιμές των γύρω ακινήτων και άλλα τέτοια. Όμως η απόφαση είναι τελεσίδικη και το έργο δρομολογείται. Η προφορική παράδοση από τους μεγαλύτερους διασώζει, ότι το σχέδιο της νέας Αγοράς δηλ. το σχήμα του σταυρού, το έφερε από το Παρίσι, ο ίδιος ο Βενιζέλος.
Τα χρήματα βρίσκονται μετά από δάνειο της Τραπέζης της Κρήτης-της τράπεζας που είχε ιδρυθεί μετά την αυτονομία και η οποία τύπωνε το χρήμα της νέας Πολιτείας. Τον Δεκέμβριο του 1910 ο δεύτερος μειοδοτικός διαγωνισμός για την ανάθεση των εργασιών κατακυρώνεται και διορίζεται επιβλέπων μηχανικός και δύο επιστάτες. Την ίδια εποχή υπάρχουν στον τύπο διαμαρτυρίες για το έργο. Για την πολυτέλεια, για την υψηλή τιμή του, για τον άστοχη εκλογή οικοπέδου που με τις εργασίες επιχωματώσεως και εκχωματώσεως και «δήθεν εξωραϊσμού» θα στοιχίσει πολύ ακριβά. Παρ όλα αυτά τον Αύγουστο του 1911 ο δήμαρχος θα θέσει τον θεμέλιο λίθο. Στα θεμέλια θα ρίξει συμβολικά, ένα χρυσό εικοσάφραγκο της Ελλάδας και αργυρά νομίσματα της Κρητικής Πολιτείας. Στην συνέχεια απαλλοτριώνονται εκτάσεις, δίδονται αποζημιώσεις στους καλλιεργητές που καλλιεργούσαν λαχανικά μέσα στην τάφρο και ισοπεδώνονται τα τείχη με δυναμίτη. Θύμα των ανατινάξεων και ο αρχιεπίσκοπος Αγαθάγγελος Νινολάκης που τον τραυμάτισε ελαφρά «μέγας ογκόλιθος.» Στο έργο χρησιμοποιείται νερό από το πηγάδι του κήπου και όταν προκύπτει θέμα με τα προϊόντα των εκχωματώσεων αποφασίζεται να μεταφερθούν εκεί μια και «ο κήπος τα χρειάζεται για ρυμοτομία και καλλωπισμό.»
Η οικοδόμηση της Αγοράς δεν είναι χωρίς προβλήματα. Εργασίες που δεν είχαν προβλεφθεί στον αρχικό προϋπολογισμό συνέχεια προκύπτουν και οι συνεπακόλουθοι μειοδοτικοί διαγωνισμοί, γίνονται συνήθως θέμα διενέξεων. Μεγάλη κουβέντα και για πολύν καιρό γίνεται για τις πλακοστρώσεις των μαγαζιών και των διαδρόμων. Η στέγη καταλήγει βαρύτερη κατά 37 τόνους και αυτό σημαίνει περισσότερες εργασίες στήριξης και περισσότερα χρήματα. Η αποχέτευση και ο φωτισμός είναι από τα θέματα που απασχολούν σοβαρά τους υπευθύνους.
Μ αυτά και εκείνα η Αγορά τελειώνει μέσα σε δύο χρόνια. Λειτουργεί άτυπα από τον Νοέμβρη, αλλά για τα εγκαίνια επιφυλάσσεται ιδιαίτερη τιμή. Τέσσερεις μέρες μετά την κήρυξη της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα στις 4 Δεκεμβρίου του 1913, η νέα Αγορά των Χανίων εγκαινιάζεται από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο.
Ήδη από τον Σεπτέμβριο τίθεται το θέμα του τρόπου λειτουργίας της. Ζητούνται οι αντίστοιχοι κανονισμοί από τις αγορές Αθηνών και Πειραιώς, αλλά δεν βρίσκονται. Έτσι ψηφίζεται ένα κείμενο που στην πορεία των χρόνων διορθώνεται και βελτιώνεται. Η αγορά προορίζεται να περιλάβει μόνο μαγαζιά τροφίμων. Οι προμήθειες και η χονδρική θα γίνονται έξω στα υπόστεγα. Απαγορεύεται εντός η χρήση τροχοφόρων και ζώων. Τα εμπορεύματα θα μπαίνουν μέσα μόνο από τις πίσω πόρτες. Την καθαριότητα της, καθώς και τον έλεγχο των μέτρων, των σταθμών και την πώληση των εμπορευμάτων, τα αναλαμβάνει αγορανόμος.
Από τον Οκτώβριο γίνονται οι πρώτες πλειοδοσίες για την ενοικίαση των μαγαζιών. Οι πρώτοι ενοικιαστές αρχίζουν να ζητούν μετατροπές ή προσθήκες, όπως το να αλλάξουν μαγαζί, να ανοίξουν ένα παράθυρο, να βάλλουν γυάλινες πόρτες εκεί που είναι κιγκλιδώματα, να μπορούν να εκθέτουν προϊόντα στα πεζοδρόμια. Ο Δήμος δεν είναι πάντα θετικός στα αιτήματα των καταστηματαρχών. Με πολύ σκέψη και σύνεση προσπαθεί να εφαρμόσει τον κανονισμό. Οι παρασπονδίες από αυτόν είναι ελάχιστες. Ωστόσο υπάρχουν και θέματα πιο σοβαρά. Οι μωαμεθανοί κρεοπώλες της πόλης, διαμαρτύρονται που κατά κάποιον τρόπο αποκλείστηκαν από την Αγορά, μιας και η απαγόρευση της θρησκείας τους για χοιρινό κρέας δεν τους επιτρέπει να γειτονεύουν με τα μαγαζιά των χριστιανών που το χρησιμοποιούν – θέμα που τελικά μετά από συμβούλια και διαβούλια παραπέμπεται στον Νομάρχη. Θέμα και τα μαρμάρινα τραπέζια των ιχθυοπωλείων – κρεοπωλείων. Πολυτέλειες αχρείαστες που κοστίζουν ακριβά, φωνάζουν κάποιοι. Θέμα καθαριότητας και υγιεινής, αντιτείνουν άλλοι. Εγκαλείται ακόμα και ο ήλιος που μπαίνει από τα τζάμια της σκεπής, πέφτει πάνω στα κρεμασμένα κρέατα και τα αλλοιώνει. Αμέσως γίνεται σχετική μελέτη από τον μηχανικό του Δήμου ώστε να βαφούν οι υαλοπίνακες με λευκό χρώμα από μέσα και να εμποδιστεί ο ήλιος.
Με τον καιρό, απαλλοτριώνονται κτίρια και εκτάσεις από τον περιβάλλοντα χώρο, διανοίγεται η πλατεία, κτίζονται δημοτικά μαγαζιά απέξω από την Αγορά (ψυγείο κ.α.),
Τα χρόνια περνούν. Τα προβλήματα δεν λείπουν, αλλά λύνονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Τα Χριστούγεννα του 1940, μετά από έγγραφο της Γενικής Διοικήσεως της Κρήτης, η Δημοτική αρχή αποφασίζει ομόφωνα την κατασκευή αντιαεροπορικού καταφυγίου στην πλατεία. Με την έλευση των Γερμανών η Αγορά ερημώνει. Προϊόντα δεν υπάρχουν για να τροφοδοτήσουν τα μαγαζιά και η εγκάρσια στοά της επιτάσσεται από τον στρατό Κατοχής.
Οι επισκευές και η συντήρηση της Αγοράς, μαζί με τα τρέχοντα θέματα συνεχίζονται και κατά την δεκαετία του 1950 . Τότε συντάσσεται και σχέδιο κανονισμού λειτουργίας της.
Τον Ιούνιο του 1980 το κτίριο της Δημοτικής Αγοράς των Χανίων μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο χαρακτηρίζεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο: «Είναι κτισμένο στα 1910 σε σχήμα ελεύθερου σταυρού, επηρεάζεται από τα κτίρια της λεγόμενης ¨εποχής του σιδήρου¨ του τέλους του περασμένου αιώνα στην Ευρώπη και έχει αναπόσπαστα συνδεθεί με την ζωή της πόλης των Χανίων, της οποίας και αποτελεί το χαρακτηριστικότερο νεώτερο μνημείο», αναφέρει η απόφαση.
Η Αγορά και η πλατεία της διασχίζουν τον χρόνο, μέχρι τις μέρες μας. Βλέπουν τις αλλαγές στην πολιτεία μας, Βλέπουν τους ανθρώπους και τα αυτοκίνητα να περισσεύουν. Βλέπουν τα κτίρια απέναντί τους να μεγαλώνουν και να ψηλώνουν. Βλέπουν τα παιδιά να γίνονται παππούδες. Βλέπουν να γίνονται από σημείο αναφοράς των Χανιωτών, σημείο αναφοράς των τουριστών.
Ωστόσο έτσι είναι τα πράγματα. Η ζωή προχωρά, αλλάζει και εξελίσσεται. Η Αγορά και η πλατεία της κατασκευάστηκαν πάνω στα ερείπια ενός άλλου εμβληματικού χτίσματος της πόλης, του προμαχώνα της piatta forma. Από ένα μνημείο πολέμου, πήγαμε σε ένα μνημείο της ειρήνης. Και από την περιχαρακωμένη μέσα στα τείχη πόλη φτάσαμε σε μια ανοιχτή που έχει πιάσει τον κάμπο μέχρι την άκρη των βουνών.
Θέλω να πιστεύω ότι στα προσεχή χρόνια η ανακατασκευασμένη αγορά θα δει την πόλη μας να διατηρείται αρχοντική κι όμορφη. Και τις επόμενες γενιές των παιδιών και εγγονιών μας-των Χανιωτών του μέλλοντος- να προοδεύουν και να ευτυχούν.
Υ.Γ. Το σημερινό κείμενο στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου σε πληροφορίες από το βιβλίο της κ. Ζαχαρένιας Σημανδηράκη: Δημοτική αγορά Χανίων 80 χρόνια 1913-1993