-Απόψε το βράδυ θα βρεθούμε στο Χέρι.
Είναι μια συνηθισμένη πρόταση που ανταλλάσουν ολοχρονίς οι νέοι της πόλης μας, μιας και το μνημείο που ανεγέρθηκε για να τιμήσουμε τα θύματα του ναυαγίου του πλοίου ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ κοντά στο Φιρκά, αναπαριστά ένα χέρι που προβάλλει μέσα από τα κύματα ζητώντας απεγνωσμένα βοήθεια.
Ρώτησα κάποτε έναν έφηβο αν γνωρίζει γιατί στήθηκε αυτό το σύμπλεγμα και τι απεικονίζει. Μου απάντησε ότι βεβαίως και ξέρει γιατί υπάρχει μια επιγραφή στην βάση της σύνθεσης που αναφέρει το γεγονός. Μόνο που δεν θυμόταν αν το ναυάγιο αφορούσε πλοίο ή την πόλη του Ηρακλείου και το πότε ακριβώς έγινε-πριν εκατό χρόνια, ρωτούσε;
Προ ημερών σε άλλη συζήτηση άκουσα κάποιους σαραντάρηδες συμπολίτες να αναρωτιούνται γιατί άραγε να είναι αποφράδα ημέρα για τα Χανιά η 8η Δεκεμβρίου.
Προβληματίστηκα. Πως είναι δυνατόν να μην ξέρουν για αυτά τα δυό γεγονότα που σημάδεψαν την νιότη μας εμάς των μεγαλυτέρων; Το ναυάγιο του πλοίου ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ στην Φαλκονέρα, που είχε θύματα πάνω από διακοσίους πενήντα ανθρώπους (μερικοί τους υπολογίζουν μέχρι τετρακόσιους) και μόνο σαράντα έξι διασωθέντες και την πτώση του αεροπλάνου της πτήσης 954 Χανιά Αθήνα στην Κερατέα με ενενήντα νεκρούς. Και τα δυό συνέβησαν την ίδια μέρα. Την 8η Δεκεμβρίου του 1966 το πρώτο και την 8η Δεκεμβρίου του 1969 το δεύτερο. Στην μνήμη μου, της μαθήτριας του γυμνασίου τότε, έχει χαραχθεί ανεξίτηλα η εικόνα της σιωπηλής πόλης που ακολούθησε την αγγελία του ναυαγίου και της αεροπορικής τραγωδίας. Οι ιστορίες ανθρώπων που από κάποιο απρόσμενο γεγονός άλλαξαν πλοίο ή πτήση και γλύτωσαν. Ή άλλες που πάλι κάποιοι από μια παραξενιά της τύχης επιβιβάστηκαν, ενώ δεν ήταν στο πρόγραμμά τους, στα μοιραία μέσα και χάθηκαν. Τις ιστορίες ηρωϊσμού της νεαρής Άλκηστις Αγοραστάκη που κατάφερε να βοηθήσει και να διασώσει κάποιους από το ναυάγιο αλλά δεν επέζησε η ίδια. Την τάξη μου την σχολική, όλες οι κοπέλες με ένα άσπρο γαρύφαλο στο χέρι, να αποχαιρετά στον Άγιο Λουκά την συμμαθήτριά μας Σεβαστή, που χάθηκε πηγαίνοντας να δώσει εξετάσεις για ένα δίπλωμα στα Αγγλικά.
Τόσα πολλά ανθρώπινα δράματα και πόνοι. Κι αυτό το απανωτό. Μέσα σε τρία χρόνια δυό κατραπακιές. Η πόλη και οι άνθρωποί της δεν είχαν προλάβει να χωνέψουν, να πάρουν μια ανάσα από την μία συμφορά και τους ήρθε κι η δεύτερη. Πραγματικά αυτά τα δυό τραγικά γεγονότα μας σημαδέψανε εμάς τους νέους εκείνης της εποχής. Καϋμός και ανασφάλεια είχανε κυριέψει την πόλη. Και όλοι της γενιάς μου γνωρίζουμε το εκκλησάκι του Αγίου Παταπίου στην αυλή του γηροκομείου μας, που γιορτάζει την ίδια μέρα και που έχει μπλεχτεί σε διάφορες ιστορίες με τα δύο αυτά ατυχήματα.
Γι αυτό παραξενεύομαι όταν ακούω ότι νεώτεροι άνθρωποι δεν ξέρουν τίποτα γι αυτά. Την επιγραφή στο Χέρι, ναι μεν την διαβάζουν αλλά επιδερμικά, αδιάφορά. Δεν τους αφορά. Νομίζουν ότι αφορά παλιά γεγονότα που έχουν περάσει πια ανεπιστρεπτί. Ότι το μνημείο βρέθηκε εκεί για να κανονίζουν τις συναντήσεις τους χωρίς όμως να υπεισέρχονται στο βαθύτερο νόημα και την απελπισία που κρύβει αυτό το χέρι που καλεί βοήθεια από το πουθενά, απεγνωσμένα και μάταια. Κι όμως μόνο 50 χρόνια έχουν περάσει.
Και τώρα εσύ τι κάνεις; Ακούω τον εαυτό μου να αναρωτιέται. Γιατί βάλθηκες να θυμίσεις «οικεία κακά» σε όσους θα αποφασίσουν να σε διαβάσουν; Δεν το κάνω για να σας μαυρίσω την καρδιά, γι αυτό να είστε σίγουροι.
Για μένα αυτό είναι ένα μικρό μνημόσυνο γι αυτούς που χάθηκαν αναίτια. Και μια υπενθύμιση σε όσους θρήνησαν δικούς τους ανθρώπους ότι κι εμείς θυμόμαστε και δεν ξεχνάμε.
Αλλά πέρα από αυτό είναι και άλλα. Το γεγονός ότι δεν πρέπει να θεωρούμε τίποτα δεδομένο, τίποτα αυτονόητο. Oτι πρέπει να είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή για να αντιμετωπίσουμε οτιδήποτε μας συμβεί. Οι λίγοι διασωθέντες σώθηκαν από τύχη βέβαια, αλλά και από την πίστη ότι έπρεπε να παλέψουν και να μην εγκαταλείψουν την προσπάθεια.
Ότι ακόμα και μετά από τέτοια τρομερά περιστατικά η ζωή συνεχίζεται. Με λαβωματιές, με προβλήματα, με την έλλειψη αυτών που χάθηκαν, με την συνεχή αναζήτησή τους, αλλά προχωρά.
Ότι ακόμα και από το χειρότερο κακό μπορεί να προκύψει κάτι καλό. Όπως το ότι το κράτος αντιλήφθηκε τις παραλείψεις του και διόρθωσε κάποιες από αυτές. Το να υπάρχει απαγορευτικό απόπλου των σκαφών υποχρεωτικό για όλους στις μεγάλες κακοκαιρίες, καθιερώθηκε από τότε και έπειτα. Όπως και το ότι από το ναυάγιο του ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ προέκυψε η ανάγκη των Χανιωτών να μην αφήνουν τα συμφέροντα των ιδιωτών εφοπλιστών να παίζουν με την ζωή τους και να πάρουν τις τύχες της ατμοπλοϊκής σύνδεσης της πόλης μας με την πρωτεύουσα, στα χέρια τους.