Ημέρες καραντίνας. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορούν τα μύρια όσα. Με κέντρο τον κορωνογιό-όσο και να προσπαθούν κάποιοι να μας κάνουν να κοιτάξουμε προς άλλες κατευθύνσεις-οι περισσότερες αναρτήσεις εμμονικά, εξακολουθούν να περιστρέφονται γύρω από το θέμα αυτό. Τόσο αυτές που μιλούν για τον ιό τον ίδιο σοβαρά και επιστημονικά, αλλά και ένα σωρό άλλες. Ανάμεσά τους κι αυτές που προσπαθούν να διασκεδάσουν την υποχρεωτική μας κατάσταση, με τραγούδια, παραστάσεις, ανέκδοτα και ιστορίες. Εκεί λοιπόν μέσα σ αυτόν τον αχταρμά, να και ένα κείμενο με κάποιες, λίγες φωτογραφίες. Ζώα σε αιχμαλωσία παρουσίαζαν οι συντάκτες και μας καλούσαν μέσα από την εμπειρία του αναγκαστικού μας εγκλεισμού αυτές τις μέρες, να κατανοήσουμε την ζήση αυτών των πλασμάτων, στην αιχμαλωσία που τους επιβάλλει το ανθρώπινο είδος. Οι ζωολογικοί κήποι, τα ενυδρεία και τα παντός είδους πάρκα ψυχαγωγίας παγκοσμίως, είναι γεμάτα από τέτοιου είδους πλάσματα. Κι ήταν τόσο ζωντανές οι εικόνες, που τα αισθήματα των ζώων διακρίνονταν ξεκάθαρα. Ένας ελέφαντας δεμένος με αλυσίδα από το πόδι, να ακουμπά και να σπρώχνει απελπισμένος, ματαίως, τον τοίχο του κελιού του. Ένα υποσιτισμένο λιοντάρι να σκύβει το κεφάλι νικημένο, υποταγμένο στην μοίρα και την δύναμη του ισχυρότερου, πίσω από τα κάγκελα ενός χτισμένου χώρου. Ένας ουρακοτάγκος να σε κοιτά πίσω από το συρματόπλεγμα με ένα τέτοιο θλιμμένο βλέμμα που σε αγγίζει βαθιά. Ένα δελφίνι, που του πρέπει τα πέλαγος και η απεραντοσύνη των ωκεανών, να κάνει άλματα και παιχνίδια στον περιορισμένο χώρο μιας πισίνας.
Σοκαρίστικα με την έκφραση και τα τόσο ζωντανά, σχεδόν ανθρώπινα αισθήματα πόνου, απελπισίας και ανημπόριας που απέπνεαν οι φωτογραφίες. Βλέπετε έχω δει άγρια ζώα μέσα στο φυσικό τους περιβάλλον και μπορώ να καταλάβω την διαφορά. Σε διάφορα ταξίδια ανά τον κόσμο συνάντησα πολλά ζωντανά. Άλλα μεγαλύτερα, άλλα μικρότερα, άλλα παράξενα, άλλα άγνωστα. Μα η κορυφαία συνάντηση με αυτά τα ωραία πλάσματα, που τα αποκαλούμε ζώα γιατί δεν έχουν λογική, έγινε πριν κάμποσα χρόνια σε ένα καταπληκτικό ταξίδι της εκδρομικής μου παρέας, στην Ναμίμπια. Μιας Αφρικανικής χώρας που συνορεύει με την Νοτιαφρικανική ένωση από τα νότια και από τα δυτικά της βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Μιας υπέροχης χώρας όπου ζήσαμε πολλά. Ανάμεσα στα άλλα, επισκεφθήκαμε και το εθνικό πάρκο Ετόσα. Μην φανταστείτε κανένα χώρο περιορισμένο. Για να καταλάβετε μιλάω για ένα πάρκο που καταλαμβάνει έκταση όσο τρεις φορές η Κρήτη. Εκεί λοιπόν όλα τα ζώα της περιοχής-όλα και τα άγρια-ζουν ελεύθερα και ανενόχλητα. Εκεί για να τα δούμε πρέπει, εμείς οι άνθρωποι να περιοριστούμε και να προσέχουμε. Αυτά είναι στο φυσικό τους περιβάλλον. Εμείς είμαστε οι ξένοι που πρέπει να δείξωμε καλή διαγωγή για να γίνωμε αποδεκτοί. Εκεί λοιπόν ένα πρωϊνό , αχάραγα, ξεκινήσαμε. Σε βαθύ σκοτάδι για να προλάβουμε τις δροσερότερες ώρες της μέρας, γιατί βλέπετε η ζέστη επηρεάζει όλα τα ζωντανά που τα μεσημέρια προτιμούν να ξεκουράζονται. Γυρεύαμε να συναντήσουμε κάποια από τα ζώα που ζούσαν μέσα σ αυτήν την τεράστια έκταση. Καθισμένοι σε ένα φορτηγό που στην καρότσα του είχαν προσθέσει καθίσματα κλιμακωτά, έτσι ώστε όλοι οι καθήμενοι να έχουν πλήρη ορατότητα, ανοιχτό από παντού, χωρίς προστατευτικά τζάμια, γυρίζαμε από νερόλακο σε νερόλακο και από σαβάνα σε σαβάνα για να πραγματοποιήσουμε την συνάντηση των ονείρων μας. Όλα θέλαμε να τα δούμε. Μα ο κρυφός μας πόθος, η ανομολόγητη επιθυμία μας ήταν να δούμε τα big five, τα μεγάλα πέντε, δηλ. λιοντάρια ελέφαντες, ρινόκερους, βούβαλους και λεοπαρδάλεις. Δεν το πολυσυζητούσαμε όμως, γιατί το είχαμε συνειδητοποιήσει πως η συνάντηση αυτή ήταν τελείως θέμα τύχης.
Με το που ξεκινήσαμε να οι πρώτες αντιλόπες. Ενθουσιασμός, χαρά, οι φωτογραφικές μηχανές σε θέση μάχης. Πολύ σύντομα είχαμε δει πλήθος από αυτές. Μικρές, μεγαλύτερες, με μικρά κέρατα, με μεγάλα κέρατα, με ίσια κέρατα, με στριφογυριστά. Με γραμμές, χωρίς γραμμές. Όλες τις παραλλαγές τις συναντήσαμε. Πήξαμε στις αντιλόπες. Σε λίγο, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό αρχίσαμε να τις απαξιώνουμε:
-Πάλι αυτές; Λέγαμε. Ας δούμε και κάτι άλλο.
Και βλέπαμε. Να ζέβρες. Κοπάδια ζέβρες, να ζαλίζεσαι να τις κοιτάς όλες μαζί. Τόση ρίγα πια.
Να μια παρέα από καμηλοπαρδάλεις-τι γλυκά πλάσματα. Οι θηλυκές, μας λένε, γεννάνε όρθιες. Και το μωρό καμηλοπαρδαλάκι κάνει τη γνωριμία του με την ζωή με μια μεγαλόπρεπη τούμπα ύψους δυό περίπου μέτρων πάνω στο έδαφος.
Να και ένα κοπάδι γκνού-τι περίεργο ατσούμπάλο ζώο. Λες και έχεις πιάσει πέντε έξι άλλα διαφορετικά ζωντανά και τα έχεις ενώσει άτσαλα.
Να και μια οικογένεια από ύαινες. Τα δυνατότερα σαγόνια στο ζωϊκό βασίλειο. Μπορούν να σπάσουν μέχρι και κόκκαλο ελέφαντα.
Να και οι ελέφαντες. Τεράστιοι, νωθροί, περπατούν και τρώνε. ‘Ολο περπατούν και τρώνε- βέβαια τόσος όγκος πώς να τραφεί, που χρειάζονται ως 150 κιλά φύλλα ημερησίως για να χορτάσουν. Μας προειδοποιούν όμως. Αν θυμώσουν είναι ανεξέλεγκτοι.
Το τι είχαμε δει αυτές τις ώρες του πρωϊνού. Τσακάλια, αγριογούρουνα, στρουθοκαμήλους, πουλιά παράξενα. Όμως εμάς η προσδοκία μας ήταν άλλη. Θέλαμε κι άλλα. Θέλαμε και αυτά που δεν είχαμε δει μέχρι τα τότε. Όσο η μέρα προχωρούσε αρχίσαμε να απογοητευόμαστε. Παρηγοριόμαστε όμως μεταξύ μας:
-Το ξέραμε εξ αρχής ότι δεν ήταν σίγουρο, τί θα δούμε. Δεν πάμε σε ζωολογικό κήπο, που ξέρεις τα εκθέματα. Σε πάρκο πας. Εκεί θα δεις ό,τι η τύχη, φέρει μπροστά σου. Ναι, η ώρα περνά και πλησιάζουμε στο μεσημέρι, οπότε μάλλον τέλειωσε. Ότι είδαμε, είδαμε. Τα λιοντάρια και τις λεοπαρδάλεις θα τις αφήσωμε για άλλο ταξίδι.
Μα ξάφνου μια φωνή από τον οδηγό. Κάτι είδε. Λες να….; Μπα και άλλη φορά είπε πως είδε λιοντάρια, αλλά τελικά δεν ήταν τίποτα. Ο οδηγός όμως είναι πιο σοβαρός, τώρα. Μας τονίζει πως πρέπει να κάνουμε απόλυτη ησυχία.
-Τα βρήκαμε αυτή τη φορά, ξαναλέει. Είναι μπροστά μας και είναι πολλά.
Εμείς σιωπηλοί, περιμένουμε. Ξεκινά το αυτοκίνητο σιγά, σιγά. Αδημονία, προσμονή. Ο οδηγός σταματά και γυρίζει. Με νοήματα μας δείχνει μπροστά. Σε απόσταση 2-3 μέτρων δυό λέαινες καθισμένες δίπλα στους θάμνους. Μένουμε άναυδοι. Τι θέαμα! Η αδρεναλίνη είχε φθάσει στα ύψη. Είχαμε τέλεια επίγνωση ότι είμαστε ενώπιος ενωπίω, ότι τίποτα δεν μας χωρίζει. Εμείς τρωτοί, αδύναμοι και ένα ζώο πανίσχυρο, οπλισμένο με δυνατά νύχια και δόντια. Κάπου στο βάθος του μυαλού μας τριγύριζε η σκέψη ότι οι υπεύθυνοι του πάρκου δεν θα μας άφηναν απροστάτευτους, ότι ο οδηγός ήταν ήρεμος, αλλά τι θα γινόταν αν συνέβαινε κάποιο ατύχημα; Κι αυτό το αυτοκίνητο, το γύρω γύρω ανοιχτό, ξαφνικά πολύ μας χαλούσε. Αισθανόμαστε τελείως μα τελείως ανυπεράσπιστοι. Περιττό να σας πω βέβαια, ότι φόβος ξεφόβος οι φωτογραφικές είχανε πάρει φωτιά. Ο οδηγός μάς κάνει νόημα. Πίσω από τις δυό θηλυκές, κάθονται κι άλλα. Τελικά ήτανε μια παρέα από επτά λιοντάρια. Μείναμε έκθαμβοι να τα κοιτάζουμε, να τα θαυμάζουμε. Κάποια στιγμή η λέαινα η πρώτη, η πιο κοντινή μας και πιο μεγαλόσωμη, σηκώθηκε. Τεντώθηκε, γύρισε προς το μέρος μας και μας κοίταξε. Τι βλέμμα ήταν αυτό! Περήφανο, εξουσιαστικό. Στην ομάδα είχαμε καταπιεί τη γλώσσα μας. Τώρα θα μας χιμήξει, σκεφτόμαστε. Αλλά εκεί εμείς, μέσα από τον φακό να της ανταποδίδουμε τη ματιά και να την αποτυπώνουμε. Αυτή όμως ίδια βασίλισσα, αφού απεύθυνε ένα καταδεχτικό βλέμμα στους υπηκόους της, μας γύρισε την πλάτη και έφυγε για άλλο πιο δροσερό λημέρι. Τελείως μας απαξίωσε Ξωπίσω της όλη η αγέλη την ακολούθησε, αγνοώντας επιδεικτικά τα αδύναμα, αστεία πλάσματα που είχαν μπροστά τους, που ούτε για φαγητό δεν τους έκαναν. Την ακολουθήσαμε για κάμποση ώρα μέχρι που χάθηκε μέσα σε κάποιες λόχμες, μακριά από τον δρόμο.
Βλέποντας την να κινείται αντιλήφθηκα γιατί το λιοντάρι θεωρείται ο βασιλιάς των ζώων, ενώ δεν είναι ούτε το μεγαλύτερο ούτε το δυνατώτερο. Είναι όμως ένα ζώο με απίστευτη μεγαλοπρέπεια. Θα μπορούσαμε όλοι να πάρουμε μαθήματα μεγαλοσύνης από την λέαινα μας.
Όλη εκείνη η εκδρομή σημαδεύτηκε από αυτήν την συνάντηση. Κι ενώ ήταν ένα εξαιρετικό ταξίδι με πολλά νέα πράγματα που είδαμε και βιώσαμε, φυλές, φύση, ποτάμια, φαράγγια, ερήμους αυτό που το σηματοδότησε ήταν αυτή η συνεύρεση εκείνο το πρωί με όλα αυτά τα ζώα που συναντήσαμε. Ειδικώτερα όμως με τον βασιλιά τους..
Όταν τα έχεις δει έτσι μέσα στο φυσικό τους περιβάλλον αντιλαμβάνεσαι πως η αιχμαλωσία, δεν τους ταιριάζει. Ούτε και σε μας ταιριάζει. Η διαφορά μας, όσο το σκέπτομαι, είναι πως αυτά μέσα στο κλουβί παθαίνουν μελαγχολία κι αδυνατίζουν. Ενώ εμείς μέσα στο κλουβί του σπιτιού μας, με τα παντός είδους μέσα να μας κάνουν πλύση εγκεφάλου, παθαίνουμε μελαγχολία, κατάθλιψη, το ρίχνουμε στο φαγητό και παχαίνουμε.
Προσοχή, λοιπόν στην διατροφή μας!