Μια φορά λέει η ιστορία, ήτανε μια πολιτεία. Μεγάλη και τρανή, πλουμισμένη με χίλια δυό καλούδια της τέχνης και της αρχιτεκτονικής. Και ένδοξη. Έζησαν εκεί μεγάλοι βασιλιάδες και σπουδαίοι σοφοί. Η παράδοση την περιβάλλει με μύθους και παραμύθια από την αρχή της ακόμα.
Όταν λέει, κάποιοι από τα Μέγαρα, αποφασίσανε να φύγουνε και να αναζητήσουν την τύχη τους σε άλλο τόπο, επτακόσια χρόνια πριν από την γέννηση του Χριστού, ρωτήσανε, όπως συνηθιζόταν τότε, το ξακουστό μαντείο των Δελφών πού θα βρούνε το κατάλληλο μέρος. Η Πυθία τους απάντησε να ψάξουνε να ανακαλύψουν την πόλη των τυφλών και να κατοικήσουν απέναντι. Ταξιδέψανε πολύ, περάσανε βουνά, λίμνες, ποτάμια και θάλασσες. Κάποια στιγμή βρεθήκανε σε έναν λόφο. Σταθήκανε και παρατηρήσανε τον χώρο. Είδανε την γη πίσω τους καλά προφυλαγμένη από την θάλασσα που την περιτριγύριζε και την αγκάλιαζε. Αντιληφθήκανε ότι αυτό το μέρος ήταν πολύ ασφαλές. Δύσκολα θα μπορούσαν οποιοιδήποτε εχθροί να το κυριεύσουν. Προσέξανε ότι ο τόπος εκεί ήταν ακατοίκητος ενώ στην απέναντι στεριά απλωνόταν χτισμένο ένα χωριό. Αμέσως καταλάβανε. Εδώ ήταν η πόλις των τυφλών που τους είπε η μάντισσα. Έτσι θεμελιώσανε για πρώτη φορά στον μυχό του Κεράτιου κόλπου, πάνω στο στενό του Βοσπόρου, στο στενό που ένωνε την Προποντίδα με την Μαύρη θάλασσα, την νέα τους πατρίδα. Την ονοματίσανε Βυζάντιο από το όνομα του αρχηγού τους του Βύζαντα. Στους επόμενους δέκα αιώνες η πόλις καταστράφηκε κάμποσες φορές από τους εκάστοτε ισχυρούς, όταν οι κάτοικοι δεν λάβαιναν υπ όψιν τις επιθυμίες τους. Μα πάντα αναγνωριζόταν το καίριον σημείον και η προνομιακή της θέση και την ξανάφτιαχναν.
Ώσπου, ο Κωνσταντίνος, αυτός που τον είπανε Μεγάλο και που η εκκλησία μας τον ανακήρυξε Άγιο, μετά από πολλές μάχες έμεινε ο μοναδικός κύριος και εξουσιαστής της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Αποφάσισε ότι του χρειαζόταν ένα νέο διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο. Η αιωνία πόλη της αυτοκρατορίας παρέμενε πάντα η Ρώμη, αλλά και άλλοι αυτοκράτορες προηγουμένως, είχαν ζήσει μακριά από αυτήν. Οι διάφοροι εχθροί, εσωτερικοί και εξωτερικοί, επέβαλαν την εύρεση μιας νέας έδρας. Οι Πέρσες, χρόνους πολλούς μετά την καταστροφή τους από τον Αλέξανδρο, είχαν σηκώσει κεφάλι και διεκδικούσαν από την Ρώμη το dominium mundi την κυριαρχία του κόσμου δηλ. Στην ουσία αμφισβητούσαν την Ρώμαϊκή αυτοκρατορία που εκείνη την εποχή εκτεινόταν από την Αγγλία ως τις εσχατιές της Ανατολής στην Ερυθρά θάλασσα και από τον Καύκασο μέχρι τον Άτλαντα στην βόρειο Αφρική. Ο αυτοκράτορας ήξερε πως και από τον βορρά υπήρχαν κίνδυνοι καθώς βαρβαρικά φύλλα Γότθοι, Βησιγότθοι, Βάνδαλοι, Ούννοι- τα ανίδρυτα έθνη τους αποκαλούσαν οι σύγχρονοί τους, (λαοί που δεν είχαν ακόμα τότε κρατική οντότητα αλλά που στην πορεία των αιώνων αποτέλεσαν την σημερινή Ευρώπη) ετοιμάζονταν για εξορμήσεις σε νοτιώτερα πλούσια και εύφορα εδάφη. Χρειαζόταν λοιπόν μια βάση στρατιωτική που να μπορεί να σταθεί ανάχωμα σε όλα τούτα.
Πρώτη σκέψη του Κωνσταντίνου, είναι να ξαναχτίσει την Τροία, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να συνδέσει Έλληνες και Λατίνους με βάση ένα κοινό μύθο. Γιατί οι Έλληνες ως Αχαιοί ήταν αυτοί που την πολιόρκησαν και την κατέλαβαν. Και ο Τρώας Αινείας είναι αυτός που φεύγοντας από την κατεστραμμένη πόλη του εγκαθίσταται μετά από πολλές περιπέτειες στην Ιταλία και ιδρύει την Ρώμη. Όμως οι ναύαρχοι τον ενημερώνουν ότι η Τροία δεν διαθέτει κατάλληλο λιμάνι για να συγκεντρωθεί πολυάριθμος στρατός και στόλος.
Επόμενη επιλογή, η Θεσσαλονίκη, πόλη όπου είχε γίνει κέντρο της αυτοκρατορίας ήδη από την εποχή του Γαλέριου. Απορρίπτεται όμως εξαιτίας της απόστασης και η λύση αυτή. Σαν τελική επιλογή προκρίνεται το Βυζάντιο. Αλλά ο αυτοκράτορας αποφασίζει την οίκηση στην αντικρυνή πλευρά του Βοσπόρου την ασιατική, στο Σκούταρη. Ο Θρύλος λέει ότι άγγελος Κυρίου κάθε βράδυ έπαιρνε τα εργαλεία, τις πέτρες κι όλα τα δομικά υλικά και τα μετέφερε στην απέναντι ακτή. Οπότε η θέσις της Πόλης είναι πλέον Θεϊκή επιλογή. Ο Κωνσταντίνος την ονοματίζει με το όνομά Νέα Ρώμη γιατί την θεωρεί τμήμα της αυτοκρατορίας, το ανατολικό. Στην συνέχεια γίνεται γνωστή με το όνομά του, Κωνσταντινούπολη και την κοσμεί με τείχη, παλάτια, εκκλησίες. κρήνες και δημόσια κτήρια. Μεταφέρει έργα τέχνης από όλη την αυτοκρατορία προσπαθώντας να της δώσει μεγαλοπρέπεια και αίγλη.
Για έξι χρόνια η πόλις κτίζεται και στολίζεται. Οι μύθοιι συνεχίζουν λέγοντας πως ο ίδιος ο αυτοκράτορας ανέλαβε να χαράξει τα όρια της. Οι μηχανικοί τον ρώτησαν πόσο ακόμα έχει σκοπό να τα προχωρήσει, μιας και είχε ξεπεράσει κατά πολύ τα παλιά ίχνη κατοίκησης. Κι αυτός απαντά: « θα προχωρώ ώσπου να σταματήσει αυτός που προπορεύεται από εμένα». Άλλη μια ένδειξη ότι το όλο εγχείρημα τελούσε κάτω από θεϊκή καθοδήγηση. Ώσπου στις 11 Μαΐου του 330 γίνονται τα εγκαίνια της. Οι γιορτές, λένε οι πηγές, κρατήσανε σαράντα μέρες. Η ημερομηνία αυτή θεωρείται και η απαρχή της ιστορίας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι επόμενοι αυτοκράτορες για αιώνες στολίζουν και γεμίζουν την Πόλη με τα πλουσιώτερα και σπανιότερα κτίσματα, μνημεία και αναθήματα.
Πάντοτε με την ονομασία Νέα Ρώμη και με τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκχριστιανισμένη και εξελληνισμένη, υπήρξε η πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Μιας δύναμης που διαφέντευε τον κόσμο «όπου γη βατή και όπου θάλασσα πλωτή.» Παγκόσμια πρωτεύουσα δύναμης και πολιτισμού πολύ πριν από την παγκοσμιοποιημένη εποχή μας. Η Κωνσταντινούπολη το 410 όταν οι Γότθοι του Αλάριχου καταστρέφουν ολοκληρωτικά την παλιά πρωτεύουσα, απομένει πλέον η μοναδική Ρώμη και γίνεται η Βασιλεύουσα. Βασιλεύουσα λένε οι ειδικοί σημαίνει ότι όποιος κατέχει την Πόλη κατέχει την βασιλεία. Ο κάτοχός της γίνεται ο αυτοκράτορας,
Η βασιλεύουσα πατώντας σε δυό ηπείρους και δυό θάλασσες υπήρξε το κέντρο του κόσμου για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από οποιαδήποτε άλλη αυτοκρατορία. Πόλη αναφορά στην συλλογική εθνική μας μνήμη δεν θα μπορούσε να με αφήσει αδιάφορη μια τέτοια ημερομηνία, σαν αυτής των εγκαινίων της.
Φαίνεται , σκέφτομαι, πως ο Μάιος είναι ο μοιραίος μήνας για την πόλη αυτή, που έγινε το λίκνο μιας σπουδαίας αυτοκρατορίας. Αρχές του Μάη εγκαινιάστηκε και τέλος του Μάη στις 29 το 1453, δηλ. μετά από 1123 χρόνια αλώθηκε από τους Οθωμανούς. Όμως πάντοτε είναι μια μυθική πόλη για την ιστορία τόσο την δικιά μας όσο και την παγκόσμια, στολισμένη με θρύλους και μύθους και στο κτίσιμο αλλά και στην απώλειά της,
Αγαπητή μας Αγγελική,
σ’ ευχαριστούμε και σε συγχαίρομε θερμά, που, πάντα, με τον όμορφο, τον χειμαρρώδη και περιεκτικό σου λόγο μάς ταξιδεύεις ανά τον κόσμο ολάκερο, πλουτίζοντας έτσι κι ομορφαίνοντας και τη δική μας κοινωνική ζωή. Τα καλύτερα σ’ ευχόμαστε και με καλή υγεία. Φιλικά Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ.