-Θα την κάνωμε την βόλτα μας και φέτος. Με ενημέρωσε η πρόεδρος του εκδρομικού συλλόγου με τον οποίο έχω περιηγηθεί πολλά μέρη ανά την Ελληνική επικράτεια. Θα την κάνωμε, συνέχισε, γιατί ο κόσμος έχει σκάσει. Δεν αντέχει άλλο πια. Οπότε ετοιμαζόμαστε.
Εν τω μεταξύ η κυβέρνησή, που γνωρίζει πολύ καλά ποιο είναι το καλό μας, περισσότερο και από εμάς τους ίδιους, ανακοινώνει μέτρα για ταξιδιώτες, για ταξίδια….. Για μια απλή εκδρομή έξω από την πόλη σου απαιτούνται άπειρα δικαιολογητικά, αμέτρητες άδειες και «πιστοποιητικό νομιμοφροσύνης από τον κορωνογιό». Τα ταξίδια έχουν γίνει πολύπλοκη υπόθεση στις μέρες μας .Εγώ νοσταλγώ την εποχή που για να ταξιδέψεις έπρεπε να σκεφτείς μόνο τα οικονομικά και τον χρόνο σου. Άντε να το συζητήσεις και λίγο με την οικογένεια και τους συναδέλφους για να τακτοποιηθούν κάποιες εκκρεμότητες.
Με το μυαλό γεμάτο καλοκαιρινές αποδράσεις περιδιαβαίνω τον διαδικτυακό ιστό. Αυτός σαν να με περιγελά και να παίζει με τον πόνο μου. Εκδρομές, βόλτες, εξωτικοί προορισμοί. Το μαχαίρι στριφογυρίζει στην πληγή ανελέητα. Πάω να αλλάξω θέμα αναζήτησης και πριν πατήσω το τελικό κλικ, με την άκρη του ματιού μου πιάνω ένα χτυπητό τίτλο.
«Παναγιώτης Ποταγός: ο μεγάλος Έλληνας εξερευνητής του 19ου αιώνα» γράφει η ανάρτηση.
Συνεπαρμένη αρχίζω να διαβάζω για ένα συν-έλληνα που μετά από μια 15ετία ταξιδιών και μακρινών εξερευνήσεων, παρέμεινε, αταξίδευτος, σε ένα χωριό στην Κέρκυρα μέχρι τον θάνατό του. Και τί ταξίδια ήταν αυτά που έκανε, μόνος του, σε κείνους τους δύσκολους καιρούς. Μέχρι τα βάθη της Ασίας και της Αφρικής έφτασε η χάρη του. Ταξίδια που και στις μέρες μας είναι δύσκολα, ταξίδια όπου δεν πας για ξεκούραση και διασκέδαση αλλά για γνώση, εμπειρίες και γνωριμία με άλλους ανθρώπους και πολιτισμούς.
Ο Παναγιώτης Ποταγός γεννήθηκε στην Βυτίνα της Αρκαδίας το 1838. Από τον πατέρα του που πέθανε όταν ο Παναγής ήταν πολύ μικρός, βρήκε μια «μαθηματική γεωγραφία», αρχαίους συγγραφείς και πολλά φιλοσοφικά βιβλία, που όπως αποδεικνύεται από την μετέπειτα ζωή του τα διάβασε και τα μελέτησε επισταμένως. Δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά τους αρχαίους γεωγράφους και ιστορικούς. Σπουδάζει ιατρική και εξασκεί για κάμποσα χρόνια το επάγγελμα. Γνωρίζουμε ότι όσον καιρό δούλευε ως γιατρός έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους συναδέλφους του και τον κόσμο για την επαγγελματική του ικανότητα αλλά και για την αλτρουϊστική του δράση. Κοντά στα τριάντα του, το αποφασίζει. Το πρώτο ταξίδι ξεκινά από την Συρία, περνά από το Ιράκ, Περσία, Αφγανιστάν, διασχίζει τα βουνά του Ινδικού Καυκάσου, του Παμίρ, συνεχίζει στην έρημο Γκόμπι, στην Βόρειο Κίνα στην Μογγολία για να καταλήξει στην ανατολική Σιβηρία από όπου επιστρέφει μέσω Αγίας Πετρούπολης και Οδησσού στην Κωνσταντινούπολη.
Στο δεύτερό του ταξίδι που ξεκίνησε από το Σουέζ περιηγήθηκε την βόρειοδυτική Ινδία, την Νότιο Περσία, το Αφγανιστάν και επέστρεψε στο Κάϊρο.
Το τρίτο του ταξίδι αρχίζει από το Κάϊρο. Μέσω Σουδάν φτάνει στην Κεντρική Αφρική μέχρι την περιοχή του Βόρειου Κογκό.
Με την επιστροφή του στον γενέθλιο τόπο προσπαθεί να βγάλει σε βιβλίο τις ιστορίες των ταξιδιών του. Κάποιος μελετητής του Ποταγού στις μέρες μας, ισχυρίζεται πως ο εξερευνητής δεν κατάφερε να πείσει τους συμπατριώτες μας τότε, για την αλήθεια των ταξιδιών και των αναμνήσεών του. Γι αυτό με πολύ μεγάλη δυσκολία καταφέρνει να εκδώσει μόνο ένα τόμο 700 σελίδων με τον τίτλο «Περιηγήσεις». Ο τόμος χωρίζεται σε 4 βιβλία, όπου περιγράφει τα ταξίδια του, κάνει συγκριτικές μελέτες για τις χρονολογίες των αρχαίων λαών και προσπαθεί να ερμηνεύσει διάφορα φαινόμενα κυρίως μετεωρολογικά (υπάρχει και ένα κεφάλαιο με τον τίτλο “περί διαιρέσεως της γης εις ζώνας και του ανθρώπου εις φυλάς»).
Δύο χρόνια μετά, καταφέρνει να εκδώσει το έργο του και στα γαλλικά.
Ο δεύτερος τόμος μας πληροφορεί ο συγγραφέας στον πρόλογο του πρώτου, όταν εκδοθεί, θα περιέχει την περιγραφή των ηθών, των εθίμων, των θρησκειών και της ιστορίας των λαών που γνώρισε. Πράγματα που σήμερα θα είχαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από αυτά που κατέγραψε στο εκδοθέν βιβλίο. Ο δεύτερος τούτος τόμος δυστυχώς δεν εκδόθηκε ποτέ και η γνώση που θα παίρναμε από αυτόν χάθηκε μαζί με τον συγγραφέα. Ο Ποταγός μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στο χωριό Νυφές της Κέρκυρας, όπου και έζησε λιτά και φτωχικά, διηγούμενος ιστορίες για εμίρηδες, παλάτια και διαμάντια, μέχρι τον θάνατό του το 1903.
Την αξία του ήρωά μας μπορούμε να αντιληφθούμε αν συγκρίνωμε τα ταξίδια εξερευνήσεων που έκαναν οι Ευρωπαίοι αυτής της εποχής, χρηματοδοτούμενα και υποστηριζόμενα από τα κράτη και τις γεωγραφικές εταιρείες των χωρών τους ( με απώτερο στόχο την κυριαρχία σε ανθρώπους και σε πλουτοπαραγωγικές πηγές των περιοχών προορισμού) με αυτό του Έλληνα εξερευνητή. Ο Ποταγός ταξίδευε μόνος. Κανένας κρατικός φορέας και καμιά χώρα δεν τον προστάτευε. Τον έκανε αποδεκτό και ευπρόσδεκτο στα δύσκολα εκείνα μέρη, μόνο το όνομα της χώρας προέλευσής του.
Είναι γεγονός ότι οι περιοχές αυτές της κεντρικής Ασίας παρέμεναν άγνωστες στο «πολιτισμένο» κόσμο, όχι τόσο, εξαιτίας των δύσκολων φυσικών συνθηκών και της απομόνωσης τους, όσο πιο πολύ χάρη στην εχθρότητα με την οποία αντιμετωπίζονταν οι δυτικές δυνάμεις και οι αποστολές τους. Με τον Ποταγό έγινε το αντίθετο . Η ελληνική υπηκοότητα λειτουργούσε πάντα σαν «διαβατήριο» στα μέρη αυτά, Το όνομα Αλέξανδρος και Έλληνας ήταν μεγάλο πλεονέκτημα. Άνοιγε και τις πιο καλοκλειδωμένες πύλες μακρυνών πόλεων. Και τα πια ερμητικά, σφραγισμένα παλάτια. Εμίρηδες, πρίγκηπες και βασιλιάδες μάλωναν ποιος θα υποδεχτεί και θα φιλοξενήσει καλύτερα και περισσότερο τον ταξιδευτή που ερχόταν από τα ίδια μέρη με τον θρυλικό Ισκαντάρ . Ο Ποταγός είδε και έμαθε πολλά. Για την ζωή, τις συνήθειες, για την θρησκεία και την ιστορία πολλών λαών.
Μπόρεσε να μας δώσει στοιχεία για τις «άγνωστες» χώρες της κεντρικής Ασίας. Επιχείρησε κυρίως, να συνδέσει τόσο τους τόπους όσο και τους λαούς με τις αναφορές που περιέχονταν στην αρχαία γραμματεία. Στον Όμηρο, τον Ηρόδοτο, τον Αρριανό, τον Πτολεμαίο, και τον Στράβωνα. Πολύ ξεχωριστό ελληνικό ενδιαφέρον έχουν οι διάφορες πληροφορίες που μας δίνει για την επιβίωση στα μέρη αυτά ελληνικών πολιτισμικών στοιχείων. Στην Εράτ του Δυτικού Αφγανιστάν για παράδειγμα, αναφέρει ότι χρησιμοποιούνταν ακόμα τότε κάποιες ελληνικές λέξεις και ως μέτρο αποστάσεων, το στάδιον. Στην Καμπούλ και τη Φεϊζαμπάτ οι εμίρηδες κατείχαν πολλές μεταφράσεις των Αρχαίων, ακολουθούσαν το αστρονομικό σύστημα του Πτολεμαίου, διάβαζαν τα «Φυσικά» του Αριστοτέλη, την ιατρική του Ιπποκράτη και του Γαληνού, ενώ ο Πλάτωνας είχε σχεδόν αγιοποιηθεί.
Πολύτιμες , είναι και οι πληροφορίες για αρχαιολογικά ευρήματα, ελληνικά νομίσματα, αλλά κυρίως για ήθη και έθιμα λαών του Αφγανιστάν με φανερές ελληνικές καταβολές, Ιδιαίτερα των Καφριστανών (απίστων) που ο Ποταγός γνώρισε δύο δεκαετίες πριν από τον υποχρεωτικό εξισλαμισμό τους (το 1896) που εξαφάνισε τα περισσότερα από τα ελληνικά στοιχεία που ακόμα επιβίωναν μέχρι τότε, σ’ αυτούς.
Αν και η συμβολή του Ποταγού στη γεωγραφική γνώση της εποχής του, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα εθνογραφικά της κεντρικής Ασίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, η αξία του δεν αναγνωρίστηκε από την γεωγραφική Ευρωπαϊκή κοινότητα (εκτός μόνον της γαλλικής).
Κυρίως λόγω μη χρήσης από τον «ερασιτέχνη» Ποταγό των καθιερωμένων την εποχή αυτή υπολογιστικών μεθόδων και οργάνων, Βλέπετε εκείνος αντί τα βαρομετρικά και αστρονομικά όργανα μέτρησης και υπολογισμού που ίσχυαν τότε, προτιμούσε να ακολουθεί και να μελετά τις οδηγίες των αρχαίων Ελλήνων γεωγράφων και ιστορικών. Εξ άλλου κάποιοι ισχυρίζονται πως ξεκίνησε τα ταξίδια ψάχνοντας να βρει τον λίθινο πύργο που αναφέρει στα γραπτά του ο Κλαύδιος Πτολεμαίος τον 2ο μ. Χ. αιώνα. (σημείο που βρισκόταν στο μέσον του δικτύου των χερσαίων εμπορικών διαδρομών, στον δρόμο του μεταξιού).
Μεγάλη απορία εξέφραζαν τότε διάφοροι, για τα κίνητρα των περιηγήσεων αυτών. Κάποιοι λέγανε πως ο Ποταγός ένοιωθε μεγάλη ανάγκη να φύγει από μία ελληνική πολιτική πραγματικότητα που τον απογοήτευε βαθιά και που δεν έπαψε να τον στιγματίζει, με αποκορύφωμα την σκληρή αντιπαλότητα του λίγα χρόνια αργότερα με την κυβέρνηση του Χαρ. Τρικούπη. Εκτός από την εχθρότητα του προς το πολιτικό καθεστώς, μεγάλη παρουσιάζεται και η απέχθεια του Ποταγού για τον τρόπο λειτουργίας των πολιτικών φατριών και το χαμηλό πολιτικό, κοινωνικό αλλά και ηθικό επίπεδο του λαού. Μεγάλη πικρία είχε εξ άλλου και για το πνευματικό κατεστημένο της εποχής.
Ωστόσο εγώ επιλέγω μια κουβέντα του ίδιου του Ποταγού που την αναφέρει μόνο στην Γαλλική έκδοση του βιβλίου του και που θεωρώ ότι τον χαρακτηρίζει. Και μας μαθαίνει αυτόν τον μακρυνό και τόσο παραγνωρισμένο, άγνωστο πρόγονο:
«Διακινδύνευσα», λέει, «την ζωή μου για την τιμή της χώρας μου, που δεν πρέπει να αντιπροσωπεύεται μόνο από το έδαφος μας και τα ένδοξα ερείπια μας, αλλά από εμάς τους ίδιους, στην προσπάθεια μας να γίνουμε αντάξιοι των προγόνων μας».