Όταν ο Γάλλος διπλωμάτης και μηχανικός Φερδινάν ντε Λεσέψ ένωνε την Ερυθρά θάλασσα με την Μεσόγειο το 1866, ζήτησε να πάρει χώμα από την Σαντορίνη για να μονώσει τα τοιχώματα της διώρυγας του Σουέζ που κατασκεύαζε. Η άδεια του δόθηκε μα καθώς έσκαβαν για να πάρουν την θηραϊκή γη που ζήτησε, ανακαλύφθηκαν τα πρώτα προϊστορικά ίχνη κατοίκησης και ζωής στο νησί.
Για καιρό μετά, Γάλλοι επιστήμονες διεξήγαγαν αποσπασματικές αρχαιολογικές και γεωλογικές έρευνες. Οι πρώτες όμως, συστηματικές ανασκαφές ξεκίνησαν ένα αιώνα αργότερα το 1967 από τον σπουδαίο καθηγητή της προϊστορικής αρχαιολογίας Σπύρο Μαρινάτο. Τότε αποκαλύφθηκε η αρχαία πόλη του Ακρωτηρίου.
Τόπος που σύμφωνα με τα ευρήματα κατοικήθηκε από το 4500 π.Χ. και γρήγορα εξελίχθηκε σε ένα πλούσιο, όλο ευημερία λιμάνι. Η ακμή του σταμάτησε γύρω στο 1600π.Χ. τότε που μια μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης τον σκέπασε με τόνους ηφαιστειακής τέφρας και ελαφρόπετρας. Η διαφορά του από την ιταλική Πομπηϊα, πόλη της γείτονος που είχε την ίδια τύχη, είναι ότι εδώ δεν υπάρχουν ανθρώπινα θύματα. Στο Ακρωτήρι οι κάτοικοι είχαν προλάβει να το εγκαταλείψουν. Οι επιστήμονες εικάζουν ότι θα είχαν γίνει πολλοί προειδοποιητικοί σεισμοί. Τόσοι που δεν άφησαν περιθώρια σε όσους ζούσαν εκεί. Αντιλήφθηκαν ότι έπρεπε να φύγουν άμεσα. Ωστόσο γίνεται φανερό από τον τρόπο που ήταν τακτοποιημένα τα αγγεία, τα υφάσματα, τα σκεύη και οι περισσότερες οικοσκευές ότι είχαν την πεποίθηση και την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν σύντομα.
Το που ζήτησαν οι κάτοικοι, καταφύγιο, δεν το ξέρουμε. Ξέρουμε όμως ότι όταν εξεράγη το ηφαίστειο βύθισε στην θάλασσα το μισό περίπου νησί της Σαντορίνης δημιουργώντας την περίφημη καλντέρα και ένα δαχτυλίδι από μικρότερα νησιά απέναντι της. Η πόλις του Ακρωτηρίου θάφτηκε κάτω από τα ηφαιστειακά υλικά. Ακολούθησε καταρρακτώδης βροχή που μετέφερε ρευστή λάσπη στα ισόγεια των κτιρίων του οικισμού. Αυτό είχε σαν συνέπεια να τα διατηρήσει ανέπαφα. Έτσι με τις ανασκαφές, αποκαλύφθηκε μια πλούσια πόλη με πολυώροφα κτίρια δύο ή τριών ορόφων και πολλών δωματίων με πλούσιες τοιχογραφίες. Με οργανωμένες αποθήκες, βιοτεχνικούς χώρους, άριστη πολεοδομική οργάνωση με οδούς και πλατείες καθώς και αποχετευτικό δίκτυο που περνούσε κάτω από τον δημόσιο δρόμο και συνδεόταν απ ευθείας με τα σπίτια.
Οι τόσες πολλές και τόσο καλά διατηρημένες-ως επί το πλείστον-τοιχογραφίες, μας δείχνουν ένα κόσμο με υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας και πολιτισμού. Τα θέματα των τοιχογραφιών είναι πρωτότυπα και εμπνέονται κυρίως από την φύση. Συγχρόνως η λάβα έχει διατηρήσει ανέπαφα πλήθος εργαλείων και αντικειμένων. Τόσα που μέχρι σήμερα δεν είχαμε ιδέα ότι υπήρχαν. Μέσα από τα ευρήματα μάθαμε γι αυτά και για τον τρόπο κατασκευής τους. Έπιπλα, ξυλόγλυπτα, καλάθια, σκεύη μαγειρέματος, μουσικά όργανα και ένα σωρό άλλα.
Οι ανασκαφικές έρευνες φανερώνουν το ευρύ πλέγμα των εξωτερικών σχέσεων του Ακρωτηρίου, που εκτεινόταν από την Μινωϊκή Κρήτη ως την Ηπειρωτική Ελλάδα και από τα Δωδεκάνησα μέχρι την Αίγυπτο. Μας δείχνουν μια κοινωνία που ευημερούσε από το θαλάσσιο εμπόριο και την βιοτεχνία. Το λιμάνι της πρέπει να ήταν από τα σημαντικώτερα της εποχής. Τα πλοία που εικονίζονται στις τοιχογραφίες είναι μεγάλα και αξιόπλοα έτοιμα να πλεύσουν σε «μακρυσμένα λιμάνια και γαλάζιους πόντους».
Ενδιαφέρουσα είναι και η ύπαρξη στα ευρήματα πολλών σκευών μαγειρεύματος.. Σταθερές και φορητές εστίες μαγειρικής, φούρνοι, καθώς και ταψιά, ψηστιέρες, υποδοχές για σουβλάκια, μαγκάλια και επίπεδες πλάκες για το ψήσιμο πίτας. Φαίνεται επιπλέον ότι καλλιεργούσαν αμπέλια και ήξεραν να παράγουν κρασί.
Πριν κλείσω το σημείωμα τούτο θεωρώ καθήκον επιβεβλημένο να αναφερθώ με δυό λόγια στον αρχαιολόγο και καθηγητή αρχαιολογίας Σπυρίδωνα Μαρινάτο τον πρώτο ανασκαφέα του Ακρωτηρίου. Γεννημένος στην Κεφαλονιά το 1901 πέρασε και από την Κρήτη στα νεανικά του χρόνια. Υπήρξε διάδοχος του Στέφανου Ξανθουδίδη στην Εφορία Αρχαιοτήτων του νησιού μας και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Την 10ετία που παρέμεινε εδώ έκανε σπουδαίες ανασκαφές; Στην Αμνισό, στον Σκλαβόκαμπο, στο Αρκαλοχώρι, στου Αποδούλου και σε πολλά άλλα μέρη. Είχε δε, μεγάλη συνεισφορά στην ανέγερση του νέου τότε μουσείου. Οι έρευνές του όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό καθοριστικές για την Μινωϊκή Αρχαιολογία. Εξ άλλου, ξεκίνησε τις ανασκαφές στο Ακρωτήρι θέλοντας να αποδείξει μια παλιά του θεωρία, που όταν την διατύπωσε 30 χρόνια πριν, συνάντησε σφοδρές κριτικές και αντιρρήσεις. Ο Μαρινάτος υποστήριζε με ζέση ότι ο μινωϊκός πολιτισμός καταστράφηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας.
Μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο ανέλαβε την αποστολή να περιοδεύσει ανά την Ευρώπη να εντοπίσει κλεμμένες αρχαιότητες και να τις επιστρέψει στην Ελλάδα. Πράγμα που σε ένα μεγάλο βαθμό το πέτυχε. Πέθανε το 1974 σε ένα ατύχημα στην αγαπημένη του ανασκαφή τού Ακρωτηρίου και τάφηκε εκεί, όπως το είχε ζητήσει ο ίδιος.
Επισκέφθηκα το νησί πριν πολλά χρόνια, τότε που ήταν ένα αγαπησιάρικο μέρος, χωρίς περίσσια κίνηση. Όπου μπορούσες ακόμα να δεις γαϊδουράκια να βοηθούν τα αφεντικά τους στις αγροτικές εργασίες. Μπορούσες να θαυμάσεις την παραγωγή του νησιού σε ένα σωρό νοστιμιές με προεξάρχουσα την περίφημη σαντορινιά φάβα. Μα και ένα σωρό άλλα προϊόντα που η σκόνη και η κίσηρης που αφήνει να αιωρούνται στον αέρα το ηφαίστειο, τα έκαναν πεντανόστιμα. Τότε που το άστρο και η φήμη της δεν είχε φτάσει στα ύψη και η ζωή ήταν ακόμα ήσυχη.
Στις μέρες μας, η Σαντορίνη ή Θήρα είναι γνωστή και διάσημη στα πέρατα του κόσμου. Η έκρηξη που καταβύθισε ένα μεγάλο μέρος της, που κατέστρεψε την πόλη του Ακρωτηρίου και ίσως και τον Κρητικό πολιτισμό είναι αυτή που της έδωσε τα προσόντα που την κάνουν ξεχωριστή σήμερα. Την καλντέρα και το ηφαίστειο. Όσο δε, για το ηλιοβασίλεμά της θεωρείται από τα ωραιότερα στον κόσμο και ελκύει πλήθη τουριστών.
Μόνο που δεν ξέρω αν οι κάτοικοί της μέσα στην τουριστική λαίλαπα που ζουν τώρα, είναι το ίδιο χαρούμενοι και ξέγνοιαστοι όπως οι συντοπίτες τους που εικονίζονται στις τοιχογραφίες στο προϊστορικό Ακρωτήρι.