Πριν μερικά χρόνια αν κάποιος μας έλεγε ότι οι Τούρκοι θα διεκδικούσαν ΑΟΖ λίγα μίλια νότια της Κρήτης θα γελούσαμε και όταν ακούσαμε πρόσφατα τον Ερντογάν να εγείρει αξιώσεις στην Γαύδο, επίσης το αντιμετωπίσαμε με χαμόγελο.
Τους τελευταίους μήνες όμως και ιδίως μετά την υπογραφή του Τουρκολυβικού συμφώνου, τα χαμόγελα πάγωσαν. Ο αναθεωρητισμός που εκφράζει ο Ερντογάν για μεγάλο μέρος της ανατολικής μεσογείου, μας αφορά και μας απειλεί άμεσα.
Είναι γεγονός ότι η Τουρκία είναι ένας δύστροπος γείτονας με νεοοθωμανικές βλέψεις και στρατιωτική ισχύ που συστηματικά έχτισε τις τελευταίες δεκαετίες, και η γειτνίαση μαζί της μας υποχρεώνει να ξοδεύουμε ένα πολύτιμο κεφάλαιο, οικονομικό, διπλωματικό και στρατιωτικό.
Αν κάτι θετικό μπορούμε να βρούμε σε αυτήν τη μεγάλη πίεση που μας ασκεί τελευταία η Τουρκία, είναι κατά την γνώμη μου, ότι μας κινητοποιεί να προωθήσουμε θέματα που είχαμε τοποθετήσει κάτω από το χαλί για δεκαετίες και να ακολουθήσουμε μια περισσότερο ρεαλιστική εξωτερική πολιτική. Έτσι, η υπογραφή συμφωνιών για τον καθορισμό ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, έστω και με κάποιες αμοιβαίες υποχωρήσεις είναι αναμφισβήτητα θετικές εξελίξεις για την Ελλάδα και δεν χωρά αμφιβολία ότι αν είχαμε προχωρήσει νωρίτερα, τα αποτελέσματα θα ήταν καλύτερα για τα Ελληνικά συμφέροντα. Την ίδια άποψη εκφράζω και για την συμφωνία που επιτεύχθηκε για την ονομασία της Βόρειας Μακεδονίας, για ένα ζήτημα που ξοδεύτηκε χωρίς λόγο, όπως αποδείχτηκε, περιττό πολιτικό και οικονομικό κεφάλαιο για δεκαετίες, σε κάτι που προσφερόταν ως λύση με καλύτερους όρους πριν 30 χρόνια.
Η κινητοποίηση της Ελληνικής διπλωματίας με ισχυρό σύμμαχο τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αναμφισβήτητα αποτελούν για εμάς το ισχυρότερο όπλο για να αντιμετωπίσουμε την τουρκική επιθετικότητα και αυτό αποδείχτηκε ξεκάθαρα το τελευταίο διάστημα.
Η πρόσφατη αλλαγή στάσης της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με επίδειξη μεγαλύτερης αποφασιστικότητας σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο για την αντιμετώπιση των Τουρκικών προκλήσεων, ξεκινώντας από τον Έβρο, έφερε αποτελέσματα και υπάρχει σαφής αποκλιμάκωση της επιθετικότητας των γειτόνων μας, στην μεγαλύτερη ίσως κρίση που αντιμετωπίσαμε μετά το Κυπριακό. Είναι αναμενόμενο και επιδιωκόμενο κατά τη γνώμη μου, κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον να καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του συνόλου των διαφορών μας και πρέπει αυτό να γίνει έχοντας εξασφαλίσει τους καλύτερους δυνατούς όρους για τα ελληνικά συμφέροντα.
Υπάρχουν κάποιοι που αμφισβητούν την αξία της συμμετοχής μας στους Ευρωπαϊκούς και άλλους διεθνείς οργανισμούς και τους περιγράφουν περίπου ως επιζήμιους, απαιτώντας από αυτούς πλήρη ταύτιση με τις ελληνικές θέσεις.
Ως απόδειξη αυτού του λαθεμένου ισχυρισμού, αρκεί νομίζω να αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα που αφορά την οικονομία και το νόμισμα. Σε διάστημα μόνο ενός μήνα, το τελευταίο διάστημα η τουρκική λίρα έχασε το 10% της αξίας, της προφανώς επηρεασμένη από την ελληνοτουρκική κρίση. Το ίδιο διάστημα η Ελλάδα δεν υπέστη καμία απώλεια, για τον απλούστατο λόγο της συμμετοχής της στο Ενιαίο Ευρωπαϊκό Νόμισμα που τόσο αμφισβητήθηκε από τους “δραχμιστές”. Η οικονομία όμως είναι ένα υπερόπλο, που σε συνδυασμό με τις αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις μας, δρα αποτρεπτικά στην επιθετικότητα των Τούρκων.
Προφανώς δεν ισχυρίζομαι ότι όλα είναι τέλεια, αλλά ο κόσμος είναι ένας κόσμος συμφερόντων που καθορίζει τη στάση κυβερνήσεων και οργανισμών και μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα αποδεικνύεται περίτρανα, ότι πρέπει να έχει τις σωστές συμμαχίες και τις έχει, για την υπεράσπιση των δικών της συμφερόντων με ρεαλισμό και σεβασμό των διεθνών κανόνων.