Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Σκέψεις… ταξίδια… ιστορίες

Έμαθα για την αθλήτρια αυτή λίγο πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο, σε μια αθλητική εκπομπή όπου μας σύστηναν όλους όσοι είχαν πάρει την πρόκριση-το εισιτήριο όπως έλεγαν- για τη σπουδαία αυτή αθλητική διοργάνωση.
Άκουγα μια μικροκαμωμένη κοπελιά να περιγράφει την πορεία της στο αγώνισμα που είχε επιλέξει και αγαπήσει. Είχε εμφάνιση νεαράς, αλλά έκπληκτη την άκουσα να λέει ότι είχε παρατήσει για κάποια χρόνια τον αθλητισμό. Ότι γύρισε συνειδητοποιημένη και σίγουρη πια σε μεγάλη ηλικία-τότε που οι περισσότεροι συνήθως τον εγκαταλείπουν-και ομολόγησε ότι ήταν 36 χρονών. Οι κουβέντες της στον παρουσιαστή, ο τρόπος της- απόλυτα αποφασισμένος και σταθερός- η πεποίθησή της ότι έκανε κάτι που το αγαπά και το θέλει και ότι δεν θα επιτρέψει σε κανέναν-ούτε καν στον χρόνο- να της στερήσει το όνειρό της, μου έκαναν μεγάλη εντύπωση. Ακόμα περισσότερο εντυπωσιάστηκα όταν άκουσα ότι δουλεύει ανελλιπώς στο οικογενειακό μεζεδοπωλείο και ότι προπονείται συχνά τις μικρές ώρες της νύχτας, όταν τελειώνει με τα σερβιρίσματα και τα καθαρίσματα. Μου δημιούργησαν τέτοια αίσθηση τα λεγόμενά της, που από τότε άρχισα να παρακολουθώ με μεγαλύτερο ενδιαφέρον την αθλητική της πορεία σε ένα άθλημα παντελώς αδιάφορο για μένα, το βάδην.
Αυτή ήταν η πρώτη μου γνωριμία με την Καρδιτσιώτισσα Αντιγόνη Ντρισπιώτη. Στην πορεία του χρόνου την είδα σε αγώνες και την άκουσα να λέει ότι συνήθως προπονείται στον δημόσιο δρόμο-μαζί με τα διερχόμενα αυτοκίνητα- ακολουθώντας συχνά τη διαδρομή από το σπίτι της μέχρι τη λίμνη Πλαστήρα. Άκουσα επίσης μια συναθλήτριά της να εκθειάζει το δέσιμο που είχαν ως ομάδα με τον ίδιο προπονητή και τους ίδιους στόχους και το πόσο οικογένεια είχαν γίνει -άνθρωποι που εμπνέουν τέτοια αισθήματα, μόνο τυχαίοι δεν είναι- σκέφτομαι.
Έτσι, όταν στην αρχή της περασμένης εβδομάδας έμαθα για το χρυσό που κατέκτησε στα 35 χιλιόμετρα βάδην, στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Μονάχου, δεν εξεπλάγην. Μόνο σκέφτηκα πως ήρθε επιτέλους η ώρα της δικαίωσης και της πραγμάτωσης των ονείρων της. Σε τέσσερεις μέρες ήρθε άλλο ένα χρυσό, αυτό των 20 χιλιομέτρων. Είδα στην οθόνη τον αγώνα, τον τερματισμό και τις δηλώσεις της αθλήτριας. Σήμερα πια, κανείς δεν την αγνοεί. Τα δυό χρυσά, ιδιαίτερα το δεύτερο, την έκαμαν πρόσωπο των αγώνων και των ημερών. Οι κουβέντες της αναπαράγονται με μεγάλα γράμματα, σε όλα τα μέσα. Για όνειρα που δεν έχουν ηλικία μιλάει η Αντιγόνη και για το να βάζεις στόχους, να δουλεύεις με πειθαρχία και υπομονή ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες και να τους πετυχαίνεις. Μετά, την είδα να δακρύζει στην απονομή των μεταλλίων. Μα πάνω από όλα είδα το χαμόγελό της. Ένα χαμόγελο που φωτίζει όλο το πρόσωπο και την κάνει να μοιάζει με ένα μικρό, ανέμελο παιδί. Ένα χαμόγελο που -σε πείσμα όλων -δεν λέει να την εγκαταλείψει.
Λίγο αργότερα άκουσα μια συναθλήτριά της που συμμετείχε στο ίδιο αγώνισμα να λέει: «Όταν είδα την Αντιγόνη να περνά τις άλλες, τρελάθηκα. Μου έδωσε τεράστια ώθηση αυτό το πράγμα, που έκανα κι εγώ μια καλύτερη επίδοση. Χάρηκα τόσο πολύ, που είναι σαν να πήρα εγώ το μετάλλιο».
Ναι, σκέφτηκα. Τέτοιους ανθρώπους πρέπει να έχουν πρότυπο τα παιδιά μας. Ανθρώπους που δεν το βάζουν κάτω. Που δεν αφήνουν τίποτα, να τους πτοήσει. Ούτε η ηλικία. Ούτε η έλλειψη οικονομικών πόρων. Που όταν πέφτουν, δεν σταματούν. Απλώς σηκώνονται, ξεσκονίζονται και συνεχίζουν. Που καταφέρνουν να εμπνεύσουν και να εμφυσήσουν τέτοια αισθήματα στους συναθλητές τους, ώστε να νιώθουν τη χαρά του άλλου, ως δική τους. Άνθρωποι που έχουν όραμα και θέληση. Άνθρωποι που διδάσκουν την αξία της δουλειάς, της πειθαρχίας, της ελπίδας.
Ύστερα θυμήθηκα και τους δικούς μας, τους Χανιώτες. Γιατί ξέρετε, έχουμε στην πόλη μας μια ομάδα αθλητών που διαπρέπουν και εκτός συνόρων. Που παρόλες τις αντιξοότητες, αυτοί επιμένουν να μένουν και να αθλούνται στα Χανιά. Είναι οι αθλητές της σφυροβολίας Χρήστος Φραντζεσκάκης και Μιχάλης Αναστασάκης και η αθλήτρια των 400 μέτρων με εμπόδια Δήμητρα Γναφάκη. Καθώς και οι προπονητές τους Κωστής Παπαμαρκάκης και Μιχάλης Μανουσάκης. Οι σφυροβόλοι μας κάνουν προπόνηση σε ένα χωράφι που τους το έχει παραχωρήσει ένας ιδιώτης, χωρίς τις αθλητικές ανέσεις που απαιτούν οι επιδόσεις τους και που η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να τους παρέχει. Την ώρα που ακόμα και στους δύσκολους καιρούς μας, χρήματα σπαταλώνται πέρα δώθε. Την ώρα που εμείς, οι πολίτες των Χανίων, καταφέραμε να αχρηστέψουμε ένα ολοκαίνουργιο κολυμβητήριο. Που δεν λυπηθήκαμε τα εκατομμύρια -τα βγαλμένακαι από τις δικές μας τσέπες- που είχαν δαπανηθεί για το φτιάξιμό του. Που δεν καταφέραμε, ως κοινωνία, να ομονοήσουμε, να συμφωνήσουμε και να το χρησιμοποιήσουμε. Όταν λοιπόν έχουμε τόσα χρήματα για πέταμα, όπως τα εκατομμύρια του κολυμβητηρίου των Κουνουπιδιανών, είναι τουλάχιστον αστείο να ακούω τοπικούς άρχοντες να ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να βρουν χρηματοδοτήσεις για να προσφέρουν τα αυτονόητα σε αθλητές που λαμπρύνουν -πρώτα από όλα- την πόλη μας.
Τι κοινωνία έχουμε γίνει; αναρωτιέμαι. Που μοιάζει αναίσθητη, αδιάφορη, με μόνο ενδιαφέρον το χρήμα; Που μοιάζει σαν εμείς να μην έχουμε καμιά υποχρέωση και όλα πρέπει να τα περιμένουμε από τους άλλους; Που αφήνουμε ταλέντα και ευκαιρίες ανεκμετάλλευτα, γιατί δεν υπάρχει πολιτικό όφελος;


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα