Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Σκέψεις… ταξίδια… ιστορίες…

Παραμονές 28ης Οκτωβρίου. Παραμονές εθνικής εορτής. Γιορτάζομε το ΟΧΙ. Το ΟΧΙ που είπε ένας ολόκληρος λαός με ομοθυμία και ομοψυχία απίστευτη. Όλοι μια γροθιά για την υπεράσπιση της πατρίδας.
Τα τελευταία χρόνια ολοένα και πληθαίνουν οι φωνές, που εκεί γύρω στις 12 του Οκτώβρη, ημέρα που απελευθερώθηκε η Αθήνα από τους Γερμανούς το 1944, αρχίζουν να αναρωτιούνται. « Γιατί εμείς να γιορτάζωμε την αρχή του πολέμου και όχι το τέλος του, όπως συνήθως κάνουν όλοι οι πολιτισμένοι λαοί; Τόσο πολεμοχαρείς είμαστε;»
Προσωπικά θέλω να πιστεύω ότι γιορτάζομε την ημέρα αυτή για το θαύμα που συντελέστηκε τότε. Γιατί εμείς, ένας λαός που μονίμως διαφωνεί και τσακώνεται μεταξύ του, εκείνη την ημέρα συμφώνησε και μόνιασε. Την απόφαση, σε πείσμα όλων των προγνωστικών και των προβλέψεων, να αγωνιστούμε για τις αρχές και τα ιδανικά μας. Με οποιοδήποτε κόστος, να πολεμήσωμε και να υπερβούμε τον εαυτό μας. Γιαυτό δεν λογαριάσαμε ούτε τον θάνατο ούτε τις κάθε είδους απώλειες. Μόνο το χρέος και το καθήκον σκεφτήκαμε. Και γι αυτό, νομίζω, ότι είχαμε και τόσο θαυμαστά και αξιοσημείωτα αποτελέσματα.
Ύστερα, συμπολίτες, θυμηθείτε.
Στις 12 Οκτωβρίου του 1944 οι Γερμανοί εγκαταλείψανε την Αθήνα. Μα όχι όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Δεν το συζητάμε ιδιαίτερα, αλλά τον μισό νομό Χανίων-ναι ναι, τον δικό μας τόπο-οι καταχτητές τον εγκατέλειψαν τον Ιούλιο του 1945. Μάλιστα το διάστημα αυτό που παρέμειναν εδώ ενώ ήταν ήδη νικημένοι, συμπεριφέρθηκαν ακριβώς όπως και προηγουμένως. Τρομοκρατούσαν, λήστευαν, δολοφονούσαν και κατέστρεφαν. Λογαριάζονται σε εβδομήντα οι συντοπίτες μας που βρήκαν βίαιο θάνατο από τους ηττημένους καταχτητές.*
Αλλά και όταν εγκατέλειψε την υπόλοιπη Ελλάδα ο στρατός κατοχής, εμείς δεν ευτυχήσαμε. Δεν απολαύσαμε τα καλά της ειρήνης. Αμέσως μετά άρχισαν τα Δεκεμβριανά και σε λίγο ο εμφύλιος. Με χιλιάδες Έλληνες σκοτωμένους κι εκτοπισμένους. Με αμέτρητες καταστροφές στις πόλεις και την ύπαιθρο. Σελίδες της ιστορίας βαμμένες με το αίμα πολλών. Δεν χρειάζονται γιορτές για αυτά, θαρρώ.
Σήμερα όμως παραμονές της εθνικής μας επετείου διαλέγω να μοιραστώ μαζί σας τον πρώτο πρώτο εορτασμό του ΟΧΙ. Τότε που δεν ήταν ακόμα μια γιορτή θεσμοθετημένη από την Πολιτεία, όπως έγινε μετά. Για τους πρώτους που θέλησαν μια εορτή μνήμης και τιμής για την σημαδιακή αυτή ημέρα.
Ήταν οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, που στην πρώτη επέτειο στις 28 Οκτωβρίου 1941 είχαν ξεσηκωθεί. Ήθελαν με κάποιον τρόπο να μην ξεχαστεί αυτή η μέρα. Ανάμεσα στα άλλα απαιτούσαν από τους δασκάλους τους να μην κάνουν μάθημα. Μαθεύτηκε όμως ότι η πρυτανεία αντιδρούσε και έστελνε μπιλιετάκια στους καθηγητές με την προσταγή: «Η 28η Οκτωβρίου είναι εργάσιμος ημέρα.»
Στα πηγαδάκια των φοιτητών ακούστηκε ότι ο συνταγματολόγος Κωνστ. Τσάτσος-αυτός που έγινε και πρόεδρος της Δημοκρατίας στις μέρες μας- είπε: μα θα φανώ εγώ πιο φοβητσιάρης από τους μαθητές μου; Και παρ όλη την απειλή της απόλυσης και της σύλληψης, πήγε στο μεγάλο αμφιθέατρο, που ξεχείλιζε από φοιτητές όλων των ετών.
«Ύστερα μπήκα στην αίθουσα διδασκαλίας,» γράφει ο ίδιος «Απάνω από 500, όρθιοι όλοι […] Τα χέρια μου τρέμαν. Αμέσως ύστερα ψάλλανε τον Εθνικό Ύμνο με στεντορία φωνή, αλλά με συγκίνηση και με τέλεια –έτσι την αισθάνθηκα– ακρίβεια και μέτρο. Στο τέλος φώναξαν τα παιδιά «Ζήτω η Ελλάς». Και σήκωσα και εγώ το χέρι μου και φώναξα: «Ζήτω η Ελλάς». Ύστερα έγινε ησυχία και είπα στα παιδιά –μέσα σε απόλυτη σιγή– αυτά τα λόγια απάνω κάτω. […]
Από μέρες τώρα διαλογίζομαι με αγωνία πώς θα σας αντικρύσω σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα. Σκέφτηκα πολύ. Σκέφτηκα. Σας, σκέφτηκα τη μέρα τούτη, σκέφτηκα πιο πέρα τη μοίρα του τόπου αυτού μέσα στα χρόνια και το πόρισμα όλης αυτής της σκέψης που έγινε, δε σας το κρύβω, σκέψη ολονύκτια, ήταν η απόλυτη, η ακλόνητη, η ατράνταχτη πίστη μου στο μεγαλείο του έθνους και στο μέλλον της φυλής μας. (Σ’ αυτό το σημείο τα παιδιά με χειροκρότησαν με ενθουσιασμό).
Μη νομίσετε πως το πόρισμα τούτο είναι γέννημα ενός τυφλού ενθουσιασμού. Στην ηλικία μου άλλες δυνάμεις κυριαρχούν εντός μας. Το πόρισμα τούτο βγαίνει από μιαν ήσυχη, αντικειμενική παρατήρηση της εθνικής μας ιστορίας. Τοποθετημένη στο σύνορο του ευρωπαϊκού πολιτισμού η φυλή μας δέχτηκε τις επιθέσεις συχνά των βαρβάρων που έρχονταν να τον καταλύσουν. Στην αρχαιότητα, με τους Μηδικούς Πολέμους, δεν έσωσε τον θησαυρό που ονομάζομε ευρωπαϊκό πολιτισμό; Είναι νοητός ευρωπαϊκός πολιτισμός χωρίς μια ελεύθερη Αθήνα; Στους μέσους χρόνους, επί χίλια χρόνια έφραζε τις πύλες της νότιας Ευρώπης και προφύλαγε την αρχαία κληρονομιά ώσπου να ανδρωθούν άλλοι λαοί και να την αξιοποιήσουν. Και στους νέους χρόνους ανάλογους αγώνες αγωνίσθηκε η φυλή μας. Συχνά μέσα στους αγώνες αυτούς η χώρα ολόκληρη κατακτιόνταν και φαινόταν σαν να ήταν να σβήσει για πάντα πια το μεγάλο γένος. Και όμως, μέσα από την τέφρα ξαναζούσε πάντα ξανά ο φοίνικας της ψυχής μας, με τις ίδιες αρετές, τις ίδιες δυνάμεις και τις ίδιες κακίες και άρχιζε ξανά η εθνική ζωή προς καινούργια πεπρωμένα. Ό,τι τόσες φορές συνέβαινε στους αιώνες, γιατί ν’ αμφιβάλλομε πως θα συμβεί ξανά και τώρα; […]
Εσείς, μόλις εγκαταλείψετε τα φοιτητικά εδώλια θα βρείτε μιαν ελεύθερη χώρα, ένα πιο αναπεπταμένο παρά ποτέ πεδίο δράσης. Όσα κατακτήσανε αυτοί που κοιμούνται στα χιόνια της Αλβανίας, αυτοί που γυρίζουν χωρίς πόδια, χωρίς χέρια, και χωρίς μάτια στους δρόμους, εσείς θάχετε την τιμή και την ευτυχία να τα καρπωθείτε και να τα αξιοποιήσετε. Γι’ αυτό η θέση της γενεάς σας θα είναι σημαντική. Δεν πρέπει να σταθείτε στο επίπεδο των ενθουσιασμών• πρέπει ν’ ανεβείτε στο επίπεδο της πολιτικής συνείδησης. Έχοντας από τη μοίρα μια μεγάλη πολιτική αποστολή να εκπληρώσετε, πρέπει από νωρίς να ανδρωθείτε πολιτικά και με σοβαρότητα, και με ωριμότητα να αντιμετωπίζετε τα προβλήματα του κοινωνικού μας βίου και προ παντός με το βαθύ αίσθημα της ιστορικής ευθύνης που σας βαραίνει.
Επί του παρόντος, πρώτο καθήκον σας είναι η φυσική και ηθική επιβίωση της φυλής. Το να ζήσετε, εσείς προ πάντως οι νέοι, μη νομίσετε πως είναι μια ιδιοτελής σκέψη. Το να ζήσει ο καθένας σας είναι εθνικό σας καθήκον. […]
Συνοδευόμενος από τα ζωηρά χειροκροτήματα των παιδιών βγήκα από την αίθουσα με τη συναίσθηση ότι ήμουν άτονος συγκριτικά με τη στάση των παιδιών. […] »**

*Από το βιβλίο του Σταύρου Γ. Βλοντάκη “Η οχυρά θέσις Κρήτης” εκδόσεις ΑΝΤΙΓΟΝΗ, 2021
**Από το βιβλίο του Κωνστ. Τσάτσου “Η λογοδοσία μιας ζωής», ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ, 2001


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα