Δεν θα μπορούσα να τελειώσω το αφιέρωμά μου για το Λαφονήσι, τον τόπο των νεράϊδων και των παραμυθιών, που εγώ γνώρισα πριν κάποιες δεκαετίες, χωρίς μια αναφορά στο μοναστήρι που στέκει σιμά, μόνο 5 χιλιόμετρα πιο πέρα από το νησάκι με την ροζ άμμο. Η μονή της Παναγιάς της Χρυσοσκαλίτισσας σκαρφαλωμένη πάνω στον βράχο της, ατενίζει το πέλαγο, εκεί που ενώνεται το Λιβυκό με το Ιόνιο και μας υποδέχεται κι αυτή με τις δικές της ιστορίες.
Χρυσοσκαλίτισσα γιατί το ένα της σκαλοπάτι, το τελευταίο είναι, λένε, χρυσό. Και γιατί δεν το είδα εγώ; αναρωτιέσαι απορημένη. Μην παραξενεύεσαι, σου έρχεται η απάντηση. Το χρυσό το σκαλοπάτι, το βλέπουν μόνο οι αληθινοί πιστοί. Κάποιοι άλλοι πάλι-πολύ βολικά- υποστηρίζουν ότι το χρυσό το σκαλοπάτι πουλήθηκε από το Πατριαρχείο για να πληρωθούν τα χαράτσια που είχαν επιβληθεί στη μονή, από τον σουλτάνο.
Πρώτη φορά γίνεται προσκύνημα το μέρος αυτό, όταν ένας γεωργός βλέπει κάθε βράδυ σαν όραμα, την φλόγα ενός καντηλιού και βρίσκει μέσα στον βράχο, μια εικόνα παλιά. Εικάζεται ότι είναι από την εποχή της εικονομαχίας τον 8ο ή 9ο μ.Χ. αιώνα. Οι πιστοί αποφασίζουν να οικοδομήσουν μια εκκλησία και ξεκινούν το κτίσιμο στους πρόποδες του βράχου. Όμως η εικόνα κάθε βράδυ γυρνάει πίσω στο μέρος που είχε βρεθεί. Κατάλαβαν λοιπόν οι Χριστιανοί, ότι η Παναγιά ήθελε ο ναός της να κτιστεί στην κορυφή του βράχου. Και υπάκουσαν στην προσταγή της.
Θρυλείται επίσης ότι όταν έγινε η μεγάλη σφαγή των κρυμμένων στο Λαφονήσι ντόπιων, την ημέρα του Πάσχα του 1824, οι Τουρκοαιγύπτιοι προσπάθησαν να καταστρέψουν και την μονή, όπως είχαν κάνει και με άλλες εκκλησιές της περιοχής. Με το που μπήκαν όμως στον περίβολο ένα άγριο μελίσσι, που είχε φωλέψει σε μια κόγχη του βράχου, ξεσμίλιωσε και δεν τους άφησε να περάσουν. Σήμερα, στον τόπο αυτό που παραφύλαγε το σμήνος, στο έμπασμα του μοναστηριού, βρίσκομε ένα εικονοστάσι με ένα ακοίμητο καντήλι. Προσφορά μνήμης στην μεγάλη Προστάτιδα.
Μιαν άλλη ιστορία φέρνει στο φως ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος στους «Κρητικούς του γάμους» και σχετίζεται με την επανάσταση του 1570, των Κρητών εναντίον των Βενετών.
Εκεί αναφέρεται ότι μετά το θλιβερό τέλος του αγώνα, τα νεκρά σώματα των πρωτοκαπετάνιων Γεωργίου Καντανολέοντος και του γιού του Πέτρου, μεταφέρθηκαν ξεχωριστά πάνω σε ακατέργαστη σανίδα σκεπασμένα με το λάβαρο της λευτεριάς από τον Αλικιανό μέχρι εδώ τα Εννιά Χωριά και τάφηκαν στον Άγιο Νικόλαο σε μια ακτή δίπλα από το μοναστήρι μας.
Η μονή, γνώρισε εποχές ακμής αλλά και ερήμωσης. Μην ξεχνάτε, κάποτε, στους χρόνους πριν τον τουρισμό, ετούτος ο τόπος ήταν ένα μέρος με ελάχιστους κατοίκους και με δύσκολες συνθήκες ζωής. Αρχίζει να ξαναπαίρνει ζωή μετά τα μέσα του 19ου αιώνα όταν οι φιλότιμοι και άξιοι μοναχοί του καταφέρνουν με χίλιους κόπους και βάσανα να μαζέψουν κάποια χρήματα. Τότε χαλνούν την παλιά εκκλησία και κόβουν τον βράχο για να μεγαλώσει ο χώρος. Το ότι η εκκλησία, αυτή που βλέπομε και σήμερα, αποπερατώθηκε μέσα σε τρεις μήνες και εγκαινιάστηκε την ημέρα της εορτής Της τον Δεκαπενταύγουστο του 1894 είναι κι αυτό ένα μικρό θαύμα. Όπως και η ιστορία που λένε μέχρι σήμερα, κάτοικοι της περιοχής, ότι ένα κοριτσάκι που έπεσε από την κορυφή του βράχου, βρέθηκε δίπλα στην θάλασσα, σώο.
Επίσης στο τέμπλο φαίνονται σημάδια από βολές πολυβόλου που έριξαν ενάντια στην μονή, άγγλοι πιλότοι όταν κατά την διάρκεια της κατοχής είχε εγκατασταθεί εδώ, Γερμανικό φυλάκιο. Με το φευγιό των Γερμανών τον Ιανουάριο του 1944, ξαναρχίζει η Χριστιανική ζωή του μοναστηριού.
Μια άλλη ιστορία που είναι πολύ γνωστή στην περιοχή της μονής είναι η γνωριμία του Νίκου Καζαντζάκη με τον ηγούμενο Γρηγόριο Πλοκαμάκη και οι συχνές επισκέψεις του εδώ. Ο Πλοκαμάκης είναι αυτός που ξεσήκωσε όλα τα χωριά της περιοχής και συνέτρεξαν τους ναυαγούς του Imperatrix όταν το 1907 το πλοίο ναυάγησε στο Λαφονήσι. Διασώζονται ακόμα προφορικές αφηγήσεις για την σχέση του Καζαντζάκη με το ηγούμενο που τον αναφέρει ως και στα βιβλία του.
Σήμερα με την Χρυσοσκαλίτισσα τελειώνω τις ιστορίες του Λαφονησιού. Ανέκαθεν θεωρούσα πως σε ένας τέτοιος τόπος, μυστηριακός και σημαδεμένος από την φύση και το Θείο θα έχει κι άλλα πράγματα να μας πει. Όμως η πολυκοσμία, η έλλειψη σεβασμού, η ισοπέδωση των πάντων και ο θεός Μαμωνάς, με κάνουν να σκέφτομαι ότι ίσως όλα αυτά έχουν κάνει κακό και στο μέρος. Έχουν διώξει τους θρύλους και τα παραμύθια και έχουν αφήσει μόνο σκληρή και αδυσώπητη πραγματικότητα.