Σάββατο, 1 Φεβρουαρίου, 2025

Σκέψεις… από μια εθελόντρια

Χάζευα τις φωτογραφίες που είχε αναρτήσει μια φίλη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από μια πρόσφατη εκδρομή της σε χώρα της Ευρώπης. Ξάφνου ανάμεσα στις πόζες χαμογελαστών ανθρώπων και στα τοπία είδα, και μια αλλιώτικη. Ήταν η φωτογραφία από μια πινακίδα στον δρόμο κάποιας πόλης. Ενα κουτί ήταν βιδωμένο πάνω σε ένα στύλο και μέσα είχε πλαστικές σακουλίτσες. Η επιγραφή πάνω στον στύλο προέτρεπε τους περιπατητές που βόλταραν με τα σκυλιά τους να πάρουν μια και να τη χρησιμοποιήσουν για να μαζέψουν τις ακαθαρσίες του ζωντανού τους. Με τρία σκίτσα τους υποδείκνυε και τον πιο απλό τρόπο για να κάνουν αυτήν τη  βρώμικη δουλειά χωρίς να λερώσουν καν τα χέρια τους. «Μπράβο πολιτισμός», σκέφτηκα και θυμήθηκα την αντίστοιχη δική μου εμπειρία στη συμπρωτεύουσα όταν, προ πολλών ετών, βρέθηκα εκεί.
Οι φίλοι που με φιλοξενούσαν δούλευαν κι εγώ αποφάσισα να περπατήσω και να πάρω μια γεύση από την μυθική αυτή, για μας τους Χανιώτες, πόλη. Να τη γνωρίσω, να ψυχανεμιστώ τους ανθρώπους της και να καταλάβω γιατί Χανιώτες και Θεσσαλονικείς έχουμε τέτοιο γερό δεσμό.
Πήγαινα λοιπόν χαλαρά χαζεύοντας τον ουρανό, τα κτήρια, τα φαγάδικα και τους ανθρώπους που κινούνταν πλάι μου όταν τελείως ξαφνικά απογειώθηκα και χωρίς να καταλάβω πώς, βρέθηκα τ’ ανάσκελα. Ευτυχώς δεν είχα χτυπήσει. Ετσι σηκώθηκα και προσπάθησα να καταλάβω τι είχε συμβεί. Λοιπόν απλούστατα είχα πατήσει πάνω σε ακαθαρσίες σκύλου που καθώς χάζευα δεν τις αντιλήφθηκα εγκαίρως και γλίστρησα. Οι άνθρωποι γύρω μου με βοήθησαν να ξεπεράσω το πρώτο σοκ, να καθαριστώ και συγχρόνως έψελναν τους ασυνείδητους που δεν προσέχουν τα ζώα τους. Η βόλτα μου λοιπόν έληξε άδοξα γιατί με το πέσιμο είχα κυλιστεί πάνω στις βρωμιές, οπότε γύρισα άρον-άρον στο σπίτι για να πλυθώ και να βγάλω το λερωμένο ρούχο. Μάταιος αγώνας γιατί ή μυρωδιά δεν έφυγε όλη μέρα, όσα μυριστικά κι αν έβαλα. Και το ρούχο καθαρίστηκε μετά την επιστροφή μου στα Χανιά σε ένα καθαριστήριο.
Μετά θυμήθηκα το ταξίδι μου στην πέραν του Ατλαντικού χώρα, όπου όλοι μα όλοι οι κάτοικοι του Μεγάλου Μήλου κυκλοφορούσαν μαζί με ένα σκυλί. Αυτοί όμως ήταν συνειδητοποιημένοι και πάντα κρατούσαν μαζί τους και τα χρειώδη. Αλλος με ένα φαράσι κι ένα σκουπάκι στο χέρι κι άλλος με σακκουλίτσες. Ηταν τόσο στη συνείδηση όλων αυτό το πράγμα που αν και τα σκυλιά ήταν περίπου όσα και οι άνθρωποι πουθενά μέσα σ’ αυτήν την μεγαλούπολη δεν έβλεπες ακαθαρσίες ζώων.
Κάνω τη σύγκριση με τα δικά μας όπου αν τολμήσεις και πεις σε κάποιον από όλους αυτούς που τον τελευταίο καιρό έγιναν ξαφνικά φιλόζωοι να μαζέψει ό,τι αφήνει το ζωντανό του, μάλλον θα ακούσεις τα εξ αμάξης. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν και συνειδητά αφεντικά, αλλά αυτά είναι, νομίζω, η μειοψηφία. Γι’ αυτό κι όταν περπατώ στην πόλη μας κοιτάζω κάτω με μεγάλη προσοχή.
Και καπάκι έρχεται η επόμενη σκέψη. Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι και μάλιστα νέοι, αισθάνονται την ανάγκη να αποκτήσουν ένα κατοικίδιο; Στη μεγάλη πόλη εκεί στην Αμερική το έβλεπες καθαρά πως ήταν η μοναξιά και η αποξένωση η αιτία που όλοι είχαν ένα ζωντανό. Μα εδώ; Εδώ που είναι δίπλα σου οι πάντες; Και μετά θυμήθηκα τα παιδιά μας. Οπου κι αν τα δεις, μα στον δρόμο, μα στο σπίτι, μα στην ξεκούραση ζουν με ένα κινητό στο χέρι. Δεν βλέπουν τον άνθρωπο που είναι δίπλα τους. Δεν κουβεντιάζουν μαζί του. Δεν επικοινωνούν. Δεν ξέρουν πώς να τα κάνουν όλα αυτά. Δεν ξέρουν πώς να συνδιαλλαγούν με αυτόν που κάθεται απέναντι τους και χτυπά κι αυτός τα πλήκτρα για να μιλήσει σε κάποιον άλλον που δεν τον βλέπει που δεν τον ξέρει. Οπότε το ζώο είναι ο φίλος που μας λείπει. Και είναι ένας φίλος πιστός και ειλικρινής γιατί έχει περισσέψει στις μέρες μας και η καχυποψία.
– Μπα μου είπε μια φίλη, όταν της εξομολογήθηκα τους προβληματισμούς μου. Δεν είναι αυτό. Προτιμούν τα ζώα από τους ανθρώπους γιατί μ’ αυτά μπορούν να έχουν τον έλεγχο. Σ’ αυτήν τη σχέση δεν υπάρχει αμφιβολία για το ποιος είναι ο αρχηγός.
Με ξάφνιασε η κουβέντα αυτή. Μα τόσο κυνικά έχουν γίνει τα παιδιά μας; Το μόνο που τα νοιάζει είναι ποιος θα έχει το πάνω χέρι; Δεν έχουν τα κότσια να έρθουν σε επαφή με άλλους ανθρώπους, να μιλήσουν, να διαφωνήσουν, να επικοινωνήσουν εν τέλει και προτιμούν μια πιο σιωπηλή σχέση;
Και μετά θυμήθηκα και την κουβέντα μιας ταξιδιωτικής φιλενάδας.
– Δεν τους αντέχω άλλο τους ανθρώπους. Δεν θέλω πια να τους κάνω παρέα. Τα ζώα είναι πολύ καλύτερα από αυτούς. Πολύ πιο φιλικά και πιστά. Αληθινά στα αισθήματά τους! Και ποτέ δεν θα σου την φέρουν πισώπλατα.
Πώς τον έχουμε καταντήσει έτσι τον κόσμο μας! Πώς τα καταφέραμε έτσι στις μεταξύ μας σχέσεις! Ζούμε σ’ έναν τόπο εξαιρετικής ωραιότητας, μα δεν μας φτάνει. Γιατί, δεν μπορούμε να τα βρούμε με τους γύρω μας. Δεν ξέρουμε να τα βρούμε με τους γύρω μας. Και το σπουδαιότερο. Δεν ξέρουμε να τα βρούμε με τον εαυτό μας.
Μπεμπλιδάκη Αγγελική

Mία από τις δεκάδες ιστορίες ανθρώπων της Αθήνας, μία ιστορία φτώχειας και αξιοπρέπειας,
μία ιστορία ενός ανθρώπου που αγωνίζεται για την επιβίωση και δεν λυγίζει…
Νικήτας Κανάκης
Είχα να τον δώ κάμποσο καιρό. Κατά καιρούς περνούσε από τη δουλειά να μου πει μια καλημέρα. Πάνε τώρα δυό χρόνια που είχαμε γνωριστεί στο υπνωτήριο των αστέγων. Βρήκε καταφύγιο κάποια κρύα βράδια για λίγο. Προτιμούσε όπως έλεγε την ησυχία και τη μοναξιά. Τον είχα βοηθήσει να βρει μια παλιά υπόγεια αποθήκη. Του αρκούσε. Μάθαινα πως περνούσε από το πολυϊατρείο κατά καιρούς για φάρμακα. Ποτέ του δεν ζήτησε τίποτα παραπάνω. Ούτε τον άκουσα να γκρινιάξει για τίποτα
Ηξερα πως πουλούσε μικροπράγματα στο δρόμο. Ούτε μια μέρα δεν είχε μείνει που να μην βγει με την πραμάτεια του. Γύρω στα εξήντα αν και έδειχνε μεγαλύτερος. Ζόρικο πράγμα ο δρόμος.
Κουβεντιάζαμε κάμποσο καπνίζοντας παρέα. Είχε μια φυσική παλαιομοδίτικη ευγένεια και ένα χιούμορ με αυτοσαρκασμό. Δεν έδειχνε να έχει καμιά σχέση με τον κόσμο του δρόμου και ας είχε μείνει καιρό έξω.
Είχα καταφέρει να μάθω πολύ λίγα πράγματα για τη ζωή του. Ηταν φανερό πως απέφευγε να μιλήσει για τα περασμένα. Ποιος ξέρει; Καμιά φορά οι αναμνήσεις είναι σαν τα πολύτιμα κοσμήματα που θες να τα κρατάς από τα αδιάκριτο μάτια του κόσμου. Δεν είχα ρωτήσει ποτέ περισσότερα. Τι σημασία είχε άλλωστε; Και ποιος είμαι εγώ που θα κρίνω; Ούτε παπάς ούτε δικαστής. Αν κάποιος παραπέφτει, απλά απλώνεις το χέρι.
Τον συνάντησα τυχαία σήμερα χαμηλά στο κέντρο της Αθήνας προς το Μοναστηράκι. Τον αναγνώρισα πριν με δει. Κοντοστάθηκα λίγο πριν του μιλήσω. Με αναγνώρισε αμέσως και έδειξε να χαίρεται πολύ. Εριξα μια κρυφή ματιά στο εμπόρευμα. Στημένο πάνω σε ένα χαρτόκουτο, λίγα στυλό, μολύβια, αναπτήρες, πλαστικές θήκες για διπλώματα. Λίγα πράγματα. Πολύ λίγα. Πολύ πιο λίγα από την άλλη φορά που τον είχα δει. Θα τραβάει ζόρια σκέφτηκα. Κατάλαβε το βλέμμα μου αστραπιαία. Χαμογελώντας πικρά μου είπε «δύσκολη εποχή για τις επιχειρήσεις. Ελλειψη ρευστότητας, τα capital control…» Γέλασα και έφυγε η αμηχανία.
«Να κεράσω καφέ. Πρώτη φορά και στο μαγαζί. Εδώ δίπλα θα πεταχτώ δυό λεπτά θα κάνω…». Δεν είπα όχι αν και ήξερα ότι θα τον δυσκόλευε. Οι άνθρωποι στον δρόμο έχουν την δική τους, έστω και πληγωμένη, αξιοπρέπεια. Και το να σε κεράσουν είναι η δική τους μικρή νίκη. Αν θέλεις να σε σέβονται πρέπει να τους σέβεσαι.
«Μόνο αν δεν πειράζει, μπορείς να κάτσεις λίγο με τα πράγματα μέχρι να έρθω». Ξεπέρασα την αμηχανία και την ντροπή του κάνοντας πλάκα. «Εγινε, ό,τι πουλήσω όμως μισά-μισά».
Πάντα πίστευα πως για να καταλάβεις κάτι πρέπει να το ζήσεις. Στρώθηκα στο πεζούλι πίσω από το χαρτόκουτο.
Τα δέκα λεπτά που έκανε μου φάνηκαν αιώνας. Τρόμαξα, δεν το κρύβω. Οι περαστικοί από εκεί χαμηλά στο ύψος των ποδιών τους δείχνουν ένας κόσμος εχθρικός άγριος αφιλόξενος. Κατάλαβα τι σημαίνει αόρατος άνθρωπος. Να περνάν να σε κοιτάν και να μην σε βλέπουν. Σαν να μην υπάρχεις.
Σαν τρέιλερ πέρασαν από το μυαλό σκηνές από ένα φανταστικό προσεχώς. Αν τα πράγματα στράβωναν και μένα στη ζωή πώς θα επιβίωνα. Τι κάνεις όταν οι δρόμοι αδειάζουν και εσύ μένεις πίσω μόνος σου; Πώς άραγε περνάει η νύχτα αν δεν έχεις κάπου να κρυφτείς; Και τι μπορεί να ελπίζεις;
Χάρηκα που γύρισε. Με είδε συννεφιασμένο. Προσπάθησε αμήχανα να δικαιολογηθεί που άργησε. Φοβήθηκε μάλλον πως τσαντίστηκα που με άφησε μόνο του. Πού να ήξερε…
Εστριψε τσιγάρο και μού δώσε. Εκανα λίγο πιο κει και καθίσαμε μαζί στο πεζούλι πίσω από το χαρτόκουτο.
Τα Σάββατα που κατεβαίνω μόνος μου για βιβλία ελάχιστα με απασχολεί πώς δείχνω. Ετσι και αλλιώς εμείς οι χοντροί, το καλοκαίρι έχουμε τα μαύρα μας τα χάλια. Τώρα που το σκέφτομαι ταίριαζα στον ρόλο μια χαρά. Ιδρωμένος αξούριστος κακοσουλούπωτος και απεριποίητος με ένα παλιοτζίν αθλητικά, μπλουζάκι ξεχειλωμένο και μια παλιόσακα στο ώμο. Ντεμέκ. «Παπαδόπουλος και υιός. Εισαγωγαί…» του είπα και βάλαμε τα γέλια. Χαλάρωσα.
Oπως καθόμασταν πέρασε ένας κυριούλης που έσερνε ένα πιτσιρικά, εμφανώς βαριεστημένο. Μας έριξε μια περιφρονητική ματιά και είπε στον μικρό.
«Τα βλέπεις που στα λέω. Αυτά γίνονται αν δεν ακούς τον πατέρα σου και δε διαβάζεις. Έτσι θα καταντήσεις…»
Ο φίλος μου γύρισε πολύ σοβαρά και με κοίταξε. « Για σένα το είπε…». Ξεκαρδιστήκαμε και οι δύο. Eνα γέλιο λυτρωτικό.
Σηκώθηκα να φύγω. «Ρε συ, ξέμεινα από αναπτήρες στο σπίτι. Πού να τρέχω στα περίπτερα. Θα αγοράσω από σένα. Και κοίτα μην με φορτώσεις ψιλά. Εχει τρυπήσει και η τσέπη…». Δούλευε στον δρόμο δεν ήταν ζητιάνος. Ηταν η σειρά μου να ανταποδώσω. Κατάλαβε και δε διαμαρτυρήθηκα. Μου έβαλε τους αναπτήρες σε ένα νάιλον σακουλάκι. «Α, και ένα μολύβι. Προσφορά της επιχείρησης στην εκλεκτή πελατεία της…». Σφίξαμε τα χέρια πριν απομακρυνθώ.
Τώρα που τα ξανασκέφτομαι στην ησυχία -και την ασφάλεια- του κήπου μου και τα μοιράζομαι μαζί σας θυμήθηκα έτσι χωρίς λόγο ένα στίχο του Αργύρη Χιόνη:
«…Πατάτε με σεβασμό την άσφαλτο. Από κάτω της υπάρχουν πέτρες που ονειρεύονται κήπους…»

IDEAS UNLIMITED
Φωτογραφία, ζωγραφική, κολλάζ, μικτές τεχνικές, πηλός, μουσική, χορός, ποίηση συναντώνται στην πύλη Sabbionara σε μια έκθεση που θα είναι ανοικτή για το κοινό από τις 10π.μ. – 9μ.μ. Καλλιτέχνες από διάφορες χώρες Ελλάδα, Σερβία, Αγγλία, Αυστραλία και Φινλανδία παρουσιάζουν δημιουργίες τους σε μια απόπειρα να εμπνεύσουν, να επικοινωνήσουν και να εκφραστούν, θέλοντας να υπενθυμίσουν ότι υπάρχουν απεριόριστες επιλογές στην τέχνη, στην έκφραση, στις σχέσεις, και στην υγεία μας γενικότερα. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης, σε παράλληλα events θα διεξαχθεί ποιητική βραδιά, μουσική, χορός, ομιλίες κ.ά. καθώς και φωτογραφικός διαγωνισμός “share your experience”.
Η είσοδος θα είναι ελεύθερη για το κοινό και όποιος θέλει μπορεί να προσφέρει τρόφιμα για την Κοινωνική Κουζίνα, φάρμακα για τους Γιατρούς του Κόσμου και βοήθεια στην Κιβωτό του Κόσμου.

Νέες θέσεις εργασίας στους Γιατρούς του Κόσμου!
– ΒΟΗΘΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
– ΛΟΓΙΣΤΗΣ
ΔΕΙΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Τα στατιστικά ιατρείου
από 4 έως 8 Ιουλίου είναι
ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ     ΣΥΝΟΛΟ
ΕΛΛΑΔΑ        22
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ        15
ΑΛΒΑΝΙΑ        5
ΡΟΥΜΑΝΙΑ        4
ΜΠΑΓΚΛΑΝΤΕΣ    3
ΜΑΡΟΚΟ        3
ΓΕΩΡΓΙΑ        2
ΣΥΡΙΑ            2
ΠΟΛΩΝΙΑ        1
ΣΕΡΒΙΑ        1
ΠΑΚΙΣΤΑΝ        1
ΑΛΓΕΡΙΑ        1
ΣΥΝΟΛΟ        60


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα