ΜΙΑ ΝΕΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ…
Ήταν άνθρωπος καλός, δοτικός, χαιρόσουν να τη κάνεις παρέα και να µοιράζεσαι µαζί της τις περιπέτειες της µακράς ζωής της. Συνταξιούχος δασκάλα µιας κάποιας ηλικίας πλέον, συχνά-πυκνά µιλούσε για τα παλιά χρόνια, τότε που δίδασκε κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Κοπιαστικές οι µετακινήσεις από τόπο σε τόπο, ανύπαρκτη η επικοινωνία, δύσκολες οι συνθήκες διαβίωσης στα ορεινά χωριά όπου έτυχε να υπηρετήσει, ακόµα πιο δύσκολος ο αποχωρισµός απ’ τους δικούς της ανθρώπους. Υπήρχαν περιπτώσεις που δεν έβρισκε σπίτι, χρειάστηκε µάλιστα σε κάποια µετάθεση να κοιµάται σε ντιβάνι, σε µια αποθήκη του σχολείου! Χωρίς νερό, ηλεκτρικό και θέρµανση φυσικά! Ευτυχώς όµως, που όσοι γονείς µπορούσαν έστελναν που και που ένα…κούτσουρο για να γεµίζει η αχόρταγη σόµπα του µονοθέσιου σχολείου της και να µπορεί το µάθηµα να γίνεται σ’ ένα πιο ζεστό και φιλόξενο περιβάλλον. Κάτι που το είχαν ανάγκη όλοι τους, µια που τα περισσότερα παιδιά ερχόταν από αποµακρυσµένα χωριά. Καθηµερινά βάδιζαν ώρες µέσα από λόγγους κι απόκρηµνα µονοπάτια -µ’ ένα ταγάρι στον ωµό κι ένα κοµµάτι ψωµί στη τσέπη- για να φτάσουν στο σχολείο! Ανησυχούσε πάντα για την επιστροφή τους! Μ’ αγάπη κι έγνοια τα ξεπροβόδιζε κι έδινε οδηγίες να προσέχουν στο δρόµο. Όλα για την εκπαίδευση και για µια καλύτερη ζωή! Θυσίες και πάλι θυσίες για να βγάλει ο τόπος χρήσιµους κι άξιους ανθρώπους! Οι εκπαιδευτικοί µας ξεκίνησαν και φέτος, αποφασισµένοι για µια ακόµα φορά να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους! Να ευχηθούµε στους δασκάλους µας κάθε βαθµίδας που πήραν τον δρόµο για κάποιο τόπο µακρινό -και σ’ όλους τους υπολοίπους που είναι πλέον µόνιµοι- φώτιση και δύναµη! Στους µαθητές καλό κουράγιο και καλή Σχολική Χρονιά!
Η ∆ΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΑΣ…
Φοβάστε ή µάλλον δεν εγκρίνετε το διαφορετικό στις όψεις των ανθρώπων, στον τρόπο ζωής τους, στις ιδέες και τα πιστεύω τους; Μα γιατί; Για ρίξτε µια πιο προσεκτική µατιά ολόγυρα! Παρατηρήστε προσεκτικά τον περίγυρό σας στο σπίτι, αλλά και οτιδήποτε άλλο σας περιβάλλει. Υπάρχει πόλη ή χωριό, βουνό ή έστω ένα απλό βότσαλο που να µοιάζει απόλυτα µε το διπλανό του; Εκτός εάν τα ρίχναµε κάτω όλα και τα ξαναστήναµε όπως µας αρέσει! Εάν, ας πούµε, βρίσκαµε τρόπο να τροχίσουµε τα βότσαλα για να βγουν όλα στο ίδιο σχήµα, µέγεθος και βάρος. Θα µπορούσαµε επίσης να κόβουµε κορµούς δένδρων και κλαδιά κάθε τόσο, ν’ αφαιρούσαµε κάθε περιττό παρακλάδι, για να έχουµε δένδρα απολύτως όµοια το ένα µε το άλλο. Μα κι εκεί δεν θα τα καταφέρναµε, καθώς οι καρποί τους δεν θα είχαν το ίδιο µέγεθος και δεν θα φύτρωναν στα ίδια σηµεία! Κι όσο για τον ουράνιο θόλο µε τα ροµαντικά δειλινά ή τα συννεφιασµένα πρωινά του, µε τους απείρους γαλαξίες και τ’ αστέρια του, πως θα µπορούσαµε τάχα µου να τον βάλουµε σε µια τάξη; Πως να τα κάνουµε όλα πανοµοιότυπα, που είναι άπιαστα, διαρκώς σε κίνηση, κι αλλάζουν συνεχώς µορφή και υπόσταση. Σαν κι εµάς δηλαδή που ο καταλύτης χρόνος δεν θα µας επιτρέψει να ξαναγίνουµε όπως ήµασταν στα νιάτα µας, όσο κι αν προσπαθούµε να τον ξεγελάσουµε! Προς τι λοιπόν, να επιδιώκουµε την απόλυτη στοίχιση και οµοιοµορφία ατόµων και πραγµάτων, µαταιοπονώντας στην ουσία; Εξάλλου αν ποτέ το καταφέρναµε, η πλάση όλη θα µετατρεπόταν σε µια επαναλαµβανόµενη, βαρετή εικόνα. Καλή λοιπόν και χρήσιµη η διαφορετικότητα που πλουτίζει τη ζωή, απελευθερώνει, πλαταίνει νου και αντιλήψεις! Σεβαστοί όλοι οι λαοί µε τη ξεχωριστή γλώσσα, τη πίστη, τα ήθη κι έθιµά τους. Τυχεροί όλοι µας κι ευγνώµονες που έτυχε να µοιραζόµαστε τον όµορφο, γαλάζιο πλανήτη µας, που κι αυτός είναι διαφορετικός από κάθε άλλο αστέρι στο στερέωµα γύρω µας…
ΜΝΗΜΕΣ ΑΓΚΥΣΤΡΩΜΕΝΕΣ ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΟΥ ΝΟΥ…
Μνήµες δυνατές, που έρχονται και µας βρίσκουν τακτικά, ειδικά όταν τα χρόνια περάσουν κι ο άνθρωπος συχνά-πυκνά επιστρέφει στα περασµένα. Αξέχαστες στιγµές απ’ τα πρώτα χρόνια µας, τότε που ο καινούργιος κόσµος που ανακαλύπταµε καθηµερινά, µας έφερνε αντιµέτωπους µε νέες προκλήσεις, µας χάριζε όµορφες στιγµές, ενίοτε µας έδειχνε και το σκληρό του πρόσωπο. Κλείνω τα µάτια ο χρόνος πισωγυρίζει και σαν να βλέπω τον εαυτό µου: Είµαι τεσσάρων χρονών και στέκω αδύναµη στην αυλή του σπιτιού µας. Γύρω µου κόσµος πολύς. Η οικογένεια, συγγενείς κι η γειτονιά όλη… Οι γονείς µας αγχωµένοι και µ’ ανήσυχο βλέµµα…Κανείς µας όµως, δεν µπορούσε να σώσει την όµορφη και αγαπηµένη σκυλίτσα µας, τη Ντόλλη -µια µαύρη σκυλίτσα µε µακριά, σγουρά αυτιά- που πεσµένη δίπλα στο αυλάκι της αυλής ψοφούσε σιγά-σιγά, δηλητηριασµένη από φόλα! Κάθε τόσο σήκωνε το κεφάλι και µας κοίταζε λυπηµένα. Στεκόµουνα εκεί κοντά και δεν έπαιρνα τα µάτια µου από πάνω της. Ένοιωθα ανίσχυρη! ∆ιαπίστωνα, για πρώτη φορά, πόσο δύσκολο είναι να χάνεται µέσα απ’ τα χέρια σου κάτι που αγαπάς κι εσύ να µην µπορείς να κάνεις τίποτα! Αυτή η εικόνα της Ντόλλη δεν έχει φύγει ποτέ απ’ το µυαλό µου. Την θυµάµαι σαν να ‘ναι τώρα, κι ας έχουν περάσει µπόλικες δεκαετίες! ∆εν ξεχνώ ποτέ αυτή τη πρώτη µου, µεγάλη στεναχώρια! Το πρώτο, δυσάρεστο συναίσθηµα που δεν διαφέρει σε τίποτα απ’ αυτό που νιώθω ακόµα και σήµερα σε παρόµοιες δύσκολες στιγµές! Είναι κάτι που δεν ξεπερνιέται! Κι αυτό το ξέρουν όλοι, όσοι κατά καιρούς είχαν σκυλιά που τους ψόφησαν, χωρίς αυτοί να µπορούν να βοηθήσουν…