ΤΟ… ΣΧΑΣΙΑΡΧΕΙΟ!
Αχ κι αυτός ο χρόνος ο «ατέρμονος» που άλλοτε τον θέλουμε να κυλά αργά κι άλλοτε να τρέχει! Που πάντα κάνει τα δικά του και μας ξεγελά. Και δεν θα γινόταν βέβαια διαφορετικά όταν βρίσκεσαι μ’… «αδελφές ψυχές», τις παλιές τις συμμαθήτριες ας πούμε! Να κάθεσαι σαν το κοριτσόπουλο συνωμοτικά σιμά-σιμά στο τραπεζάκι, να σιγοπίνεις μαλοτύρα, και ν’ απολαμβάνεις τη καλή τους τη παρέα με ύφος κάπως… ένοχο σαν να έχεις κάνει…σκασιαρχείο! Αποφεύγοντας συστηματικά να κοιτάξεις το ρολόι, μην σου πει την πικρή αλήθεια. Κι η ώρα να περνά, το Καφέ ν’ αδειάζει, τα γκαρσόνια ν’ αδημονούν κι εσύ να μην το κουνάς ρούπι! Εξηνταπεντάχρονη πλέον, γιαγιά εδώ και χρόνια, να τρέχεις σαν τρελή να γυρίσεις σπίτι -ώρα 11.30 μ.μ. παρακαλώ!- να σπάζεις σ’ όλη τη διαδρομή το κεφάλι, και καμιά καλή δικαιολογία γιατί… άργησες, να μην βρίσκεις!!
«ΒΑΦΤΙΖΕΤΑΙ Η ΔΟΥΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ…»
Παλιά, επαναλαμβανόμενη και πάντα επίκαιρη η ιστορία. Περί…ονόματος ο λόγος. Καλοί φίλοι οι δυο άνδρες αποφάσισαν να γίνουνε κουμπάροι! Δεν τα εύρισκαν στην ονομασία, δεν έφθασαν όμως και στο σημείο ν’ ακυρώσουν το μυστήριο, αφού ο καθένας είχε τα δικά του μυστικά σκεπτικά. Ο πατέρας ήταν αποφασισμένος να βγάλει τ’ όνομα της μάνας του, ο νονός ήθελε διακαώς να τιμήσει τη δική του. Ετσι έφθασαν μέχρι την κολυμβήθρα, κι όταν ήλθε η στιγμή να ερωτηθεί τ’ όνομα που θα δινόταν στο κορίτσι εξελίχτηκε το… δράμα! Οι άνδρες απάντησαν κι οι δυο μαζί. Ο πατέρας είπε «Μαρία», ο νονός βροντοφώνησε «Χρυσούλα», κι ο παπάς επανέλαβε καθώς βύθιζε το παιδί στο νερό… «Μαρία-Χρυσούλα»! Σύνθετο όνομα που ωστόσο στα κατοπινά χρόνια έβαλε τη κοπελιά σε μεγάλους μπελάδες, καθώς αλλού την έγραφαν «Μαρία», αλλού «Χρυσούλα» κι όλο μπλεγμένη με χαρτιά κι υπηρεσίες βρισκόταν. Πάντα σε κακό μας βγαίνουν τελικά κάτι τέτοιες… ασυμφωνίες, κι ας έχουμε τον νου μας!!
ΞΕΣΤΟΛΙΖΟΝΤΑΣ…
Παρελθόν έγιναν κι ετούτες οι γιορτές, καλά περάσαμε, λογικό τον γενικό ενθουσιασμό των ημερών ν’ ακολουθεί πάντα μια ελαφρά μελαγχολία, ειδικά όταν έρχεται η ώρα ν’ αποκαθηλωθούν τα λαμπερά στολίδια και να φυλαχτούν στο πατάρι. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που το ξεστόλισμα γίνεται άκρως οδυνηρό! Πικρές στιγμές ζει κανείς αυτές τις μέρες σ’ ένα σημείο του Κοιμητηρίου, στη πιο πονεμένη περιοχή του, στη «γειτονιά των Αγγελων» όπου αναπαύονται πολλά νέα παιδιά. Εκεί όπου η χαροκαμένη μάνα με βουρκωμένα μάτια βγάζει ένα-ένα τα πολύχρωμα μπαλάκια απ’ το κιόσκι, ξεσκονίζει τα γιορτινά φαναράκια, ταχτοποιεί τ’ αγγελάκια, καθαρίζει και ξανακαθαρίσει το καφασωτό που περιβάλλει το κρύο μάρμαρο.
Από κοντά κι ο μαυροφορεμένος πατέρας, σιωπηλός παρακολουθεί, αγωνιά για όλους κι όλα, κι εσύ… αδύνατον να συγκρατήσεις τα δάκρυά σου…