«Θάνατος ή φευγιό;» Τρομακτικό ακούγεται! Όμως δυστυχώς, η μεγάλη ανάγκη επιβίωσης ενός λαού, τον αναγκάζει να ξεπεράσει τα όριά του και να επιλέξει ακόμα και τον θάνατο για να γλυτώσει απ’ τα δεινά του! Κι οι Αφρικανοί ψαράδες μαζικά μας ανακοίνωσαν -στο συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ που είδαμε τις προάλλες- πως αν δεν φτιάξει η κατάσταση, θα το τολμήσουν το επικίνδυνο ταξίδι στη…γη της επαγγελίας! Στη δική μας ήδη… παρηκμασμένη Ευρώπη “των εμπόρων ονείρων” και της απάνθρωπης δουλεμπορίας. Τους ακούσαμε να μας μιλούν μπρος σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα, και να μας καταθέτουν τις αγωνίες τους για τη γη που αφανίζεται λόγω της κλιματικής αλλαγής, για το νερό που μολύνεται, για τη ψαριά που λιγοστεύει, για την ανημποριά τους να συντηρήσουν την οικογένεια και τους γέρους γονείς… Χωρίς δεύτερη σκέψη, επιμένουν, θα το κάνουν το ταξίδι του θανάτου μέσα στη σάπια πιρόγα! Θα δώσουν τα πάντα για λίγα ευρώ, θα διακινδυνεύσουν να συλληφθούν και ν’ απελαθούν, ενίοτε να υποστούν την ταπείνωση του ρατσισμού, τον εμπαιγμό, τον εγκλεισμό σε στρατόπεδα μεταναστών… «Θάνατος ή φευγιό;» Τι κρίμα αλήθεια! Και τι ντροπή για όλους μας…
Ο ΜΠΑΜΠΟΥΛΑΣ…
Κάποτε ήταν ο αθώος καλοκαιρινός… «μεσημεράς», που γυρνούσε σε πόλεις και χωριά κι έπαιρνε όσα παιδάκια δεν κοιμότανε το μεσημέρι! Κι άλλα πλάσματα του ονείρου και της φαντασίας καιροφυλαχτούσαν να σου πάρουν τη μιλιά, να σε απαγάγουν, να σου κάνουν καψώνια, να σε εξαφανίσουν κυριολεκτικά, αν… αλήτευες τα βράδια στις εξοχές! Ήταν και κάτι φαντάσματα που οι φήμες τα ήθελαν να καραδοκούν ντυμένα στ’ άσπρα στα φορτωμένα μ’ ώριμους καρπούς περιβόλια! Υπήρχαν και πιο επικίνδυνα όντα, οι κάθε λογής καταχανάδες -οι εκδικητές άλιωτοι κι αλύτρωτοι πεθαμένοι- που γεννούσε το σκοτάδι των σοκακιών, κι ήταν πάντα εκεί για να κατατρομάζουν προκαταβολικά μικρούς και μεγάλους… Από κοντά κι ο αγροφύλακας, ο αυστηρός δάσκαλος, ο χωροφύλακας του κοντινού Σταθμού κι άλλοι πολλοί υπεύθυνοι της μικρής απείθαρχης, ελληνικής κοινωνίας του τότε. Παλιοί και καινούργιοι -υπαρκτοί ή μη- που επιτελούσαν το έργο τους στο ακέραιο. Σήμερα ο μέγας ρυθμιστής είναι ένας και μοναδικός! Η λεγόμενη… τρόικα που κάνει την εμφάνισή της κάθε λίγο και λιγάκι, με τα γνωστά πλέον πρόσωπα των εκπροσώπων της να φιγουράρουν γκρο-πλαν στα κανάλια και στο τύπο. Ο σύγχρονος μπαμπούλας του λαού μας, που τώρα έχει γίνει το πιο αποτελεσματικό… εργαλείο κάποιων δικών μας εκπροσώπων, που τη χρησιμοποιούν και πιστά υπηρετούν!
Ο… ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ!
Δεν ξέρω, μα μόλις δω λέξη σύνθετη που αρχίζει από «ανά», «κατά», «παρά», «μετά», «πολύ», «υπό», «προ», «επί», «συν» με πιάνει τρέμουλο! Ιδού μικρό δείγμα: «Ανατιμήσεις», «αναδομήσεις», «μεταρρυθμίσεις», «μετατάξεις», «υποδείξεις», «υποβαθμίσεις», «υπολειτουργίες», «προαγγελίες», «πολυνομοσχέδιο»… Τι πλούτος αλήθεια αυτή η… γλώσσα μας! Και πόσο ευφυές το τρομακτικό «μνημόνιο», του οποίου τελειωμό δεν έχουν οι «αναθεωρήσεις», οι «αναπροσαρμογές», τα «προαποφασισμένα», τα «προαπαιτούμενα», σκέτοι εκβιασμοί που μας δίδονται σταδιακά, σαν τα δηλητήρια κάποιων ισχυρών ηγεμόνων του παρελθόντος, που τα ’παιρναν σε μικρές δόσεις για ν’ αποκτήσουν ανοσία! Κι εδώ βέβαια, υπάρχει και η κατάλληλη λέξη, η γνωστή μας «σαλαμοποίηση», κι ιδού τι ακριβώς σημαίνει σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη: «Η σταδιακή κατάτμηση, ο κατακερματισμός… Η διαδικασία σταδιακής επίτευξης ενός σκοπού, μέσω επιμέρους στόχων…»! Μέσα σ’ ένα θολό τοπίο κεκαλυμμένων εννοιών, λοιπόν, φέτες – φέτες, σαν και αυτές ενός σκορδάτου σαλαμιού -που δεν τρώγεται μονοκοπανιά- μας τα δίνουν μέρα τη μέρα, τ’ άδικα μέτρα, κι άδικο έχουμε να φοβόμαστε κι εμείς εκείνα τα… «ανά», τα… «κατά» ή τα… «επί»;
ΚΙ ΑΛΛΟΙ… ΑΠΡΟΣΚΛΗΤΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ…
Είναι νύχτα ακόμα, μα στο μυαλό σου κάτι κουδουνίζει, δε σ’ αφήνει σ’ ησυχία, σε αφυπνίζει, καταφέρνει να σε βγάλει απ’ το κρεβάτι αξημέρωτα κι η πόρτα σου χτυπά… αυτομάτως. Πρωινός, ανυπόμονος επισκέπτης… Κεφάτος! Σου φέρνει πολλά νέα και τον καλοδέχτηκες! Σε απασχόλησε αρκετά, καιρός όμως, ν’ ασχοληθείς και μ’ άλλα πράγματα. Δεν έχεις τελειώσει ακόμα την πρωινή σου τουαλέτα κι η πόρτα σου χτυπά ξανά. Ποιος να ’ναι πάλι; Ανοίγεις και βλέπεις κι άλλο μουσαφίρη! Τον μπάζεις μέσα στα γρήγορα, τα λέτε, μα μόλις φύγει… να ’σου κι ένας τρίτος. Μα για σκέψου! Ακόμα δεν ξημέρωσε κι ούτε πρόλαβες να πιεις το πρωινό σου καφεδάκι. Ποιος όμως μπορεί ν’ αρνηθεί μια τόσο φιλική παρέα; Κι έπειτα, πώς να τον διώξεις που είναι ο πιο τακτικός, ο πιο πιστός σου επισκέπτης! Πιάνεις λοιπόν, ψιλή κουβέντα που κράτησε άλλη μια ωρίτσα… Αλλά να! Τώρα έρχεται σφήνα κάποιος τέταρτος, που ’χει κι αυτός πολλά να πει…Και συνεχίζεις… Συνεχίζεις μέχρι να πάει μεσημέρι… Πώς να τους διώξεις έτσι εύκολα που χωρίς αυτούς δεν κάνεις! Ούτε να φας, ούτε να πιεις, ούτε να δουλέψεις, ούτε να ξεκουραστείς, ούτε να… ζήσεις, δεν σ’ αφήνουν πια, οι πάμπολλοι… «εικονικοί» σου επισκέπτες! Σκέψου όμως, να ήταν… αληθινοί! Να σου χτυπούσαν συνεχώς την πόρτα απρόσκλητοι μουσαφίρηδες, άνθρωποι με σάρκα και οστά -κι όχι χρωματιστές σκιές πάνω σε μια οθόνη!- και να σου επέβαλαν την παρουσία τους κάθε λεπτό! Δεν θα προσποιόσουν, πως δεν είσαι μέσα;