ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΜΑΣ…
Καπέλο εξερευνητού, μπλούζα τιγρέ και σορτσάκι εκδρομικό, έτοιμοι λες για μακρινό ταξίδι! Και να ’μαστε, ένα τέταρτο μόλις οδήγηση απ’ τη πόλη, στην όμορφη παραλία! Με μια θάλασσα λάδι, το χλιαρό νερό να μας υποδέχεται στοργικά, με τον ήχο του πινγκ -πονγκ του νεαρού ζεύγους που παίζει στην ακτή, με τις φωνούλες των μικρών που χτίζουν παλατάκια και φρούρια στην άμμο, με το φτερούγισμα του γλάρου να πετά ξυστά από πάνω μας, με το επιβλητικό κρουαζιερόπλοιο αραγμένο καταμεσής του πελάγους να ενώνει γη και ουρανό… Με τα μαγευτικά Χανιά μας στο βάθος, να χάνονται στο φως του πρωινού ήλιου. Αρχίσαμε τα μπάνια βλέπεις! Στον παράδεισό μας, τον δικό μας…
ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΗΛΙΚΙΑΣ…
Δύο βήματα απ’ την ακτή, κάτω απ’ το πιο κοντινό στο κύμα αλμυρίκι, έστησε ο ηλικιωμένος τη πτυσσόμενη καρέκλα του, κάθεται τώρα αναπαυτικά, κοιτά γύρω-γύρω κι απολαμβάνει. Που και που ωστόσο, το βλέμμα του σκοτεινιάζει. Τι να σκέφτεται άραγε ο γέροντας και στεναχωριέται μια τέτοια φωτεινή μέρα; Τον απασχολεί μήπως, το γνωστό θέμα της διάλυσης βλαβερών ουσιών στα νερά μας; Ή φουρτουνιάζει τη ψυχή του το συστηματικό ξεπούλημα των ακτών μας, κι εκείνη η πολυσυζητημένη, επικείμενη νομοθεσία, που θα επιτρέπει το χτίσιμο και μες τη θάλασσα ακόμα, που θα του στερήσει διά παντός ετούτη εδώ την ανέξοδη κι απλή ευχαρίστηση;
ΣΤΟ ΛΟΦΑΚΙ!
Κι εκεί κοντά στον γέροντα, στο λοφάκι πάνω, φάνηκαν ξαφνικά τα ποδήλατα! Μερικά νέα παιδιά -το μέλλον μας- κατηφορίζουν όλο χαρά, εξασκώντας τις ικανότητές τους στα στριφτά μονοπατάκια της κατηφόρας, τα χαμένα στη ξεραΐλα. Τι θέλουν να μας πουν οι νέοι; Μήπως πως τούτο εδώ το κομμάτι του ακρωτηριού θα μπορούσε να φυτευτεί αλμυρίκια, να πάρει παγκάκια και να γίνει ένας πρώτης τάξεως χώρος άθλησης, ανάπαυσης και ψυχαγωγίας για τον καθένα μας;
ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ…
Γνωστή απ’ τα παλιά. Εδώ τη βρήκαμε όταν φτάσαμε πρωινοί κι ευδιάθετοι, έτοιμοι για τη καθιερωμένη βουτιά μας. Έπλεε ώρα στα βαθιά, κι όλο απομακρυνόταν απ’ την ακτή, δίχως βιασύνες και χωρίς διάθεση να επιστρέψει. Έχει εξάλλου, όλο το χρόνο δικό της… Κάποτε βγήκε, πέρασε από δίπλα με σκυμμένο κεφάλι, στέγνωσε λίγο, αργά – αργά έβαλε το μπουρνούζι και πήρε τον δρόμο για τους σανιδένιους διαδρόμους. Ένα-ένα -φαινομενικά χωρίς άγχος- τα περνά τα σανιδάκια τους, κι όλο κοιτά ολόγυρα σαν κάτι να’ χει χάσει…Κι έχει! Ένα παλικάρι σε τροχαίο, κι έναν αγνώμονα σύντροφο που την εγκατέλειψε λίγο μετά! Την αγαπούμε και πάντα τη σκεφτόμαστε, κι ας μην έχει το κουράγιο να μας μιλά πια…
ΜΕ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΤΑ ΧΕΙΛΗ…
Σου χαμογελά από μακριά και καθώς πλησιάζει το χαμόγελό της πλαταίνει. Όλο χαρά παίρνει τις παραγγελίες, σερβίρει το νερό στα ποτήρια, κοιτά μ’ εμπιστοσύνη τους πάντες και αποχωρεί ακόμα χαμογελώντας. Είναι το επαγγελματικό στυλ ή το φυσικό της. Παίζει το ρόλο της καλά για να κρατήσει τη δουλειά; Είναι πραγματικό το φως που εκπέμπει η λαμπερή της όψη; Ό,τι και να’ ναι, καλό μας κάνει το άδολο, το όμορφο χαμόγελο της νεαρής γκαρσόνας, που εισπράττουμε όλοι κι αυτόματα ανταποδίδουμε. Πάντα έτσι κοπελιά! Να γελάς! Γιατί το γέλιο είναι μεταδοτικό…
ΑΟΡΑΤΟΙ ΚΑΔΟΙ…
Στην καμπίνα μέσα μετά από ένα δροσερό μπανάκι καλογραμμένη πινακίδα τραβά τη προσοχή μας. «Παρακαλούμε να εναποθέτετε τα είδη υγιεινής στον κάδο!» Πολιτισμένοι κι ευαισθητοποιημένοι άνθρωποι είμαστε! Ούτε χαρτοπετσέτα δεν δεχόμαστε να πάρει ο αγέρας και να περιφέρει στην ακτή! Και βεβαίως δεν θ’ αφήσουμε τα σκουπίδια μας, εκεί που σε λίγο θ’ ακουμπούν τα πράγματά τους και θ’ αλλάζουν άλλοι άνθρωποι! Ο κάδος των απορριμμάτων όμως, που είναι;
ΜΚΡΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ!
Νάτους και αυτούς που έκαναν ξαφνικά την εμφάνισή τους και διεκδικούν μια θέση στον ήλιο! Φιντανάκια όλο χάρη και δροσιά που έσκασαν μύτη ξαφνικά ένα πρωί σε…δυο γλάστρες της βεράντας μας! Τα κοιτάμε -τόσο διαφορετικά απ’ τα δικά μας που είναι- μελετούμε το σχήμα και το μέγεθος του φύλλου τους, κάνουμε συγκρίσεις, βασανίζουμε τον εαυτό μας με λογής-λογής υποθέσεις και συμπεράσματα, προσπαθώντας να καταλάβουμε τι σόι είναι κι από πού ξεφύτρωσαν! Σύντομα διαπιστώνουμε πως μας ήλθαν απ’ τον γειτονικό κήπο! Καλοδεχούμενοι οι μικροί μας μετανάστες, που τους έφερε ο αγέρας κι η βροχή κι ήλθαν και ρίζωσαν για τα καλά στο χώμα μας!!
ΘΡΕΦΟΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΡΙΟ ΣΤΟΝ ΚΟΡΦΟ ΜΑΣ…
Το θεριό! Που δεν είναι μόνο εκείνο του φίλου που περιθάλψαμε, ενισχύσαμε, υπερασπιστήκαμε κι εξυψώσαμε κι ύστερα -αφού πήρε τα πάνω του- έκανε φτερά και μην τον είδατε! Αυτό το γνωστό μας το ξέρουμε όλοι, κι όσο να’ ναι παλεύεται! Εκείνο που δεν μπορεί κανείς ν’ αντιμετωπίσει, είναι το δικό μας θεριό της ζήλιας, της αγνωμοσύνης, της ματαιοδοξίας, της επιπολαιότητας -το μέγα τέρας έσωθεν- που θρέφουμε καιρό στοργικά στον κόρφο μας, μα όταν θεριέψει και γιγαντωθεί, ποιος το παλεύει αλήθεια;