Πρώτη φορά οι επιστήμονες, μετά από διετείς παρατηρήσεις, κατέληξαν στη διαπίστωση ότι η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού έχει χρώμα γαλαζοπράσινο (τιρκουάζ). Το φως του Ήλιου που παίρνει γαλαζωπή απόχρωση, όταν αντανακλάται από τη Γη και πέφτει πάνω στον δορυφόρο της, μετατρέπεται σε τιρκουάζ, όταν, με τη σειρά του, αντανακλάται από τη Σελήνη και επιστρέφει στη Γη.
Οι ερευνητές από διάφορες χώρες, με επικεφαλής τον Peter Thejll του Δανικού Μετεωρολογικού Ινστιτούτου της Κοπεγχάγης, που θα κάνουν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστρονομίας και αστροφυσικής “Astronomy and Astrophysics”, σύμφωνα με τη βρετανική «Γκάρντιαν», χρησιμοποίησαν το τηλεσκόπιο Μάουνα Λόα της Χαβάης, το οποίο ανήκει στην Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) των ΗΠΑ.
Η λεγόμενη «σκοτεινή» πλευρά του φεγγαριού δεν δέχεται άμεσα το φως του Ήλιου, αλλά φωτίζεται από το φως που αντανακλάται από τη Γη. Είναι πολύ πιο αχνή και γίνεται καλύτερα ορατή κατά τις περιόδους της «Νέας Σελήνης».
Οι εικόνες της Γης που έχουν ληφθεί από το διάστημα, δείχνουν ξεκάθαρα πως ο πλανήτης φαίνεται γαλάζιος. Όταν όμως αυτό το γαλαζωπό φως (το οποίο δεν είναι παρά το ηλιακό φως που έχει «χρωματιστεί» από την ατμόσφαιρα της Γης) πέσει πάνω στο φεγγάρι, τότε αντανακλάται πίσω και γίνεται αντιληπτό ως τιρκουάζ από τους παρατηρητές στη Γη.
Για να μετρήσουν το χρώμα της σκοτεινής πλευράς της Σελήνης, οι επιστήμονες έπρεπε πρώτα να απομονώσουν το φως της φωτεινής πλευράς του φεγγαριού, χρησιμοποιώντας ειδικά φίλτρα πάνω στο τηλεσκόπιο.
Αυτή ήταν η πρώτη ακριβής μέτρηση του χρώματος της σκοτεινής πλευράς του φεγγαριού. Η τελευταία προσπάθεια είχε γίνει το 1965 από ένα τηλεσκόπιο στη Νότια Αφρική.
Η νέα ανακάλυψη θα βοηθήσει τους επιστήμονες να παρακολουθούν καλύτερα το χρώμα της ίδιας της Γης, πράγμα που, με τη σειρά του, θα είναι χρήσιμο στην ανάπτυξη καλύτερων κλιματολογικών μοντέλων, μερικά από τα οποία περιλαμβάνουν τις αλλαγές στη νεφοκάλυψη, συνεπώς και στο χρώμα του πλανήτη. Όπως είπε ο Thejll, «στην πραγματικότητα το χρώμα της Γης αλλάζει κάθε ώρα».
Link: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία (με συνδρομή) στη διεύθυνση:
http://arxiv.org/abs/1401.1994