Πριν από έναν περίπου αιώνα και έπειτα από χρόνια αγώνων, οι Βρετανίδες αποκτούν για πρώτη φορά το δικαίωμα ψήφου. Υπεύθυνες για τη συγκεκριμένη κατάκτηση είναι οι “Σουφραζέτες”, ένα κίνημα γυναικών που ο ρόλος του ήταν καθοριστικός στην απόκτηση του δικαιώματος ψήφου των γυναικών, σε μια εποχή που οι όμοιες τους είχαν λίγα δικαιώματα και δεν έπαιζαν κανένα ρόλο στα πολιτικά δρώμενα.
Ο όρος Σουφραζέτες είχε επινοηθεί από την εφημερίδα Daily Mail ως ένας υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τα μέλη του κινήματος, το οποίο δραστηριοποιήθηκε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα κυρίως στην Αγγλία, εξαπλώθηκε όμως και στις ΗΠΑ αλλά και σε άλλες χώρες με ανάλογες αντιδράσεις. Ο όρος “σουφραζέτα” προέρχεται από τη λέξη “suffragist”, που δηλώνει τον υποστηρικτή του “suffrage”, δηλαδή του δικαιώματος ψήφου. Οι σουφραζέτες διεκδικούσαν τη συμμετοχή στα κοινά και ίση μεταχείριση με τους άντρες. Στη Βρετανία, ο όρος “suffragist” χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τα μέλη της Εθνικής Ένωσης των Εταιρειών για το Δικαίωμα Ψήφου των Γυναικών, η οποία ιδρύθηκε το 1897. Οι σουφραζέτες ήταν συνήθως γυναίκες από τη μεσαία τάξη, με επισφαλή κοινωνικοοικονομική κατάσταση, οι οποίες επιθυμούσαν να βελτιώσουν τις ζωές τους. Ο αγώνας για κοινωνική αλλαγή, σε συνδυασμό με το έργο υπέρμαχων των δικαιωμάτων των γυναικών, όπως ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, προετοίμασαν την εμφάνιση ενός κινήματος, στο οποίο συσπειρώθηκαν μαζικά γυναίκες που διεκδικούσαν το δικαίωμα ψήφου. Ο Μιλ εισήγαγε πρώτη φορά την ιδέα του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες σε σχετική προκήρυξη που παρουσίασε στο βρετανικό εκλογικό σώμα το 1865.
Ας σημειωθεί ότι οι γυναίκες διεκδικούσαν το δικαίωμα ψήφου για μισό αιώνα περίπου έως το 1900. Την Ενωση διηύθυνε η Μίλισεντ Φόσετ, που ηγήθηκε της σχετικής εκστρατείας με την έκδοση φυλλαδίων, την οργάνωση συναντήσεων και την παρουσίαση αιτημάτων. Ωστόσο, η εκστρατεία δεν απέδωσε καρπούς κι οι ειρηνικές διαμαρτυρίες δεν οδηγούσαν πουθενά.
Το 1903 η Εμελιν Πάνκχερστ ίδρυσε στο Μάντσεστερ μια νέα οργάνωση, την Κοινωνική και Πολιτική Ένωση Γυναικών.
Η Πάνκχερστ πίστευε πως η οργάνωση, για να δει αποτελέσματα, έπρεπε να γίνει πιο ριζοσπαστική και αγωνιστική, για να «ξυπνήσει το έθνος» μέσα «από πράξεις κι όχι λόγια». Η απόφαση που άλλαξε ριζικά τη μορφή του κινήματος ήταν η μεταφορά της έδρας της Ένωσης στο Λονδίνο το 1906. Η «Κυριακή των Γυναικών», η πρώτη μεγάλη συνάντηση των σουφραζέτων τον Ιούνιο του 1908, συγκέντρωσε γυναίκες από όλη τη χώρα για τις εφτά διαφορετικές πορείες στο κέντρο του Λονδίνου. Οι πορείες κατέληγαν όλες στο Hyde Park, όπου υπήρχαν 80 ομιλητές. Συνολικά εκείνη τη μέρα, το Hype Park είχε περίπου 300,000 διαδηλωτές.
Η ριζοσπαστικότητα των ενεργειών του κινήματος είχε συγκλονίσει τη Βρετανία που δεν ήταν συνηθισμένη σε αυτές τις μεθόδους. Το 1912 η Ένωση έστρεψε την προσοχή της στην αναστάτωση της δημόσιας ζωής στο Λονδίνο και την καταστροφή ιδιοκτησίας. Τον Μάιο του 1912, περίπου 150 σουφραζέτες κατέστρεψαν με λιθοβολισμό τα κεντρικά καταστήματα του Λονδίνου. Η επίθεση τους στην Εθνική Πινακοθήκη, ανάγκασε πολλά μουσεία και εκθέσεις να κλείσουν τις πόρτες τους για τις γυναίκες. Οι σουφραζέτες έσπαζαν βιτρίνες, αλυσοδένονταν σε κιγκλιδώματα, έβαζαν φωτιές και έκαναν δολιοφθορές στα δίκτυα ηλεκτροδότησης. Μάλιστα, η πιο θεαματική δράση τους είναι η βομβιστική επίθεση στην κατοικία του τότε πρωθυπουργού Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ (1913).
Οι σουφραζέτες ερχόντουσαν συνεχώς σε αμέτρητες συμπλοκές με την αστυνομία. Απαθανατισμένες από τον τύπο με χειροπέδες, να φωνάζουν, αλυσοδεμένες σε κτίρια, έγιναν αντικείμενο πρωτοφανούς σατιρισμού.
Εκατοντάδες ακτιβίστριες ρίχτηκαν στη φυλακή και άρχισαν απεργία πείνας σε μια προσπάθεια να ασκήσουν πίεση στην Κυβέρνηση, πριν τελικά λάβουν τροφή δια της βίας.
Πολλές ταΐστηκαν με το ζόρι, βάσει μιας πρακτικής που απαγορεύτηκε το 1913 με νόμο που ανάγκασε τις αρχές να απελευθερώσουν τις φυλακισμένες που ήταν υπερβολικά αδύνατες.
Στις αρχές του εικοστού αιώνα ως και τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, περίπου χίλιες σουφραζέτες ήταν φυλακισμένες στη Βρετανία Οι γυναίκες αυτές, ωστόσο, οδηγούνταν εκ νέου στη φυλακή όταν η κατάσταση της υγείας τους το επέτρεπε. Η Pankhurst μάλιστα είχε φυλακιστεί και αφεθεί ελεύθερη 11 φορές.
Αν και προέρχονταν από την αστική τάξη – όπως οι περισσότερες γυναίκες που ηγούντο των φεμινιστικών κινημάτων – η Emmeline Pankhurst ήξερε να κινητοποιεί δυνάμεις που προέρχονταν από την εργατική τάξη στα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας στο βόρειο τμήμα της χώρας ή στη συνοικία East End στο Λονδίνο.
Δεν είναι γνωστό πόσες σουφραζέτες είχαν επιστρατευτεί στον αγώνα αυτό, αλλά η οργάνωση αυτή δεν είχε σχεδόν καθόλου την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Οι σουφραζέτες συχνά επικρίνονταν και από γυναίκες που πίστευαν ότι οι ακτιβίστριες αυτές προδίδουν τον ρόλο της μητέρας και της συζύγου.
Τον Μάιο του 1912, οι σουφραζέτες βγήκαν και στους αμερικανικούς δρόμους σέρνοντας τα λευκά δαντελωτά τους φορέματα και τα καροτσάκια με τα μωρά τους, επισφραγίζοντας το Πρώτο Κύμα Φεμινισμού και δημοσιοποιώντας το σκοπό τους: οι γυναίκες δε θα πρέπει να περιορίζονται στο σπίτι. Η παρέλαση των σουφραζέτων ήταν μια νέα, τολμηρή τεχνική που υιοθετήθηκε τα αμέσως επόμενα χρόνια από τις φεμινίστριες σε Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, και επικεντρώθηκε στα κύρια σημεία του φεμινισμού που αφορούν στην ισότητα: από τον τομέα της εργασίας και των δικαιωμάτων ψήφου και ιδιοκτησίας, μέχρι το γάμο και την ανατροφή των παιδιών.
Στις αρχές του Α′ Παγκοσμίου Πολέμου η Pankhurst καλεί τις συναγωνίστριές της να αναστείλουν τη δράση τους για να μετάσχουν στον αγώνα του πολέμου. Ιστορικοί εκτιμούν ότι ο ρόλος γενικά των γυναικών κατά τη διάρκεια του πολέμου συνέβαλε πολύ περισσότερο στην υιοθέτηση του νόμου του 1918, παρά η δράση που ανέπτυσσαν οι σουφραζέτες. Στους αγρούς, στα εργοστάσια, στα γραφεία και στα καταστήματα, οι γυναίκες εργάστηκαν στις θέσεις των ανδρών, οι οποίοι είχαν επιστρατευτεί.
Στις 6 Φεβρουαρίου του 1918, το βρετανικό κοινοβούλιο υιοθετούσε το «Νόμο του 1918 για τη λαϊκή εκπροσώπηση»: 8 εκατομμύρια γυναίκες -ηλικίας άνω των 30 ετών- εγγράφηκαν στους εκλογικούς καταλόγους. Οι γυναίκες αποκτούν δικαίωμα ψήφου και δέκα χρόνια μετά, κι ενώ η Pankhurst είχε πεθάνει, έχουν ακριβώς ίδια δικαιώματα ψήφου με τους άνδρες. Χρειάστηκε να περάσουν ακόμη δέκα χρόνια για να μπορούν οι γυναίκες να ψηφίζουν από την ηλικία των 21 ετών, όπως οι άνδρες.
Η Νέα Ζηλανδία ήταν η πρώτη αυτοδιοικούμενη χώρα που εκχώρησε ψήφο στις γυναίκες, όταν το 1893 επιτράπηκε σε όλες τις γυναίκες άνω των 21 να ψηφίσουν στις κοινοβουλευτικές εκλογές. Ακολούθησαν η Αυστραλία (1902), η Φινλανδία (1906), η Νορβηγία (1913), η Σοβιετική Ένωση (1917), η Γερμανία (1918), οι ΗΠΑ (1920), η Βραζιλία, η Τουρκία και η Ταϊλάνδη (1934)… η Ελβετία (1971) και το δικαίωμα αυτό παραμένει ακόμη περιορισμένο στις χώρες του Κόλπου. Οι σουφραζέτες είχαν λοιπόν εμπνεύσει φεμινίστριες και σε άλλες χώρες, κυρίως στη Γαλλία, όπου οι Γαλλίδες ψήφισαν πρώτη φορά στις 29 Απριλίου του 1945. Τα Ηνωμένα Έθνη, μόλις το 1975, καθιέρωσαν την 8η Μαρτίου επίσημα ως Παγκόσμια Ημέρα για τα δικαιώματα της Γυναίκας και την παγκόσμια ειρήνη.
Ο αγώνας των γυναικών για ίσα δικαιώματα δεν ήταν εύκολος. Εκτός από φυλακίσεις και κοινωνική κατακραυγή, είχαν να αντιμετωπίσουν τις λοιδωρίες και κοροϊδίες των αντρών. Ο κόσμος φοβόταν ότι αν οι γυναίκες ψήφιζαν, θα έχαναν τη θηλυκότητά τους, θα παρατούσαν τις οικογένειές τους και θα διαφθείρονταν ηθικά. Πολλοί τις θεωρούσαν γραφικές «γυναικούλες» με φανταχτερά καπέλα και πορείες συνοδεία… τσαγιού, που απλώς σκότωναν τον ελεύθερο χρόνο τους μην έχοντας κάτι σημαντικότερο να κάνουν στη ζωή τους. Η αλήθεια ήταν φυσικά ακριβώς το αντίθετο. Ο ευκολότερος τρόπος να γελοιοποιήσουν τις σουφραζέτες ήταν να σχολιάσουν αρνητικά την εμφάνισή τους. Σουφραζέτα ισοδυναμούσε με άσχημη γεροντοκόρη που ήθελε να εκδικηθεί το αντρικό φύλο.
Ο κόσμος της εποχής όταν άκουγε γυναίκα ψηφοφόρος φανταζόταν ένα ζοφερό μέλλον. Οι γυναίκες θα αδιαφορούσαν για τα παιδιά τους, θα σύχναζαν σε μπαρ, θα κάπνιζαν, θα έπιναν αλκοόλ και θα χαρτόπαιζαν….
Οι γυναίκες παρουσιάζονται μερικές φορές υπερβολικά απελευθερωμένες. Οι πρώτες φεμινίστριες της εποχής, σύμφωνα με το στερεότυπο που επικρατούσε γι’ αυτές, απεικονίζονται ως ανδροπρεπείς γυναίκες που μισούν τους άνδρες και εγκαταλείπουν την οικογένειά τους. Το 1913, όταν το γυναικείο κίνημα εξαπλώθηκε από τη Βρετανία στις ΗΠΑ, η εταιρεία παραγωγής Edison παρουσίασε την ταινία «Πώς κέρδισαν την ψήφο» (How they got the vote), που είχε σκοπό να σατιρίσει τις Βρετανίδες σουφραζέτες, που προέβαιναν σε ιδιαίτερα μαχητικές διαδηλώσεις στη χώρα τους προσπαθώντας να τραβήξουν την προσοχή του Κοινοβουλίου.
Σχετικές γελοιογραφικές απεικονίσεις του εξωτερικού, κυρίως σε κάρτες ευρείας κυκλοφορίας, εις βάρος των γυναικών που αγωνίζονταν για τα δικαιώματά τους παρατίθενται παρακάτω, ανατρέχοντας στο αμφίβολο χιούμορ των αρχών του 20ού αιώνα.
Αυτή η εργασία δεν θα μπορούσε να τελειώσει χωρίς αναφορά στην πρόταση χειραφέτησης της γυναίκας στην Κρητική Βουλή το 1901, μόλις τρία χρόνια από την κήρυξη της Κρητικής Αυτονομίας. Ο Σφακιανός βουλευτής Γεώργιος Δασκαλογιάννης, υποβάλλει στην συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου 1901 της Κρητικής Βουλής, πρόταση χειραφέτηση της γυναίκας. Σύμφωνα λοιπόν με τα πρακτικά συνεδριάσεων της Βουλής των Κρητών, ο Γεώργιος Δασκαλογιάννης, βουλευτής, έγγαμος και πατέρας πολλών τέκνων, είχε πάρει τον λόγο κατά την συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου 1901 και είπε επί λέξει:
Εγώ θα υποβάλλω μίαν πρότασιν. ΄Ισως φανεί περίεργον από βουλευτήν ο οποίος εξελέγη από ψηφοφόρους, οι οποίοι διατηρούσιν ίσως τα αυστηρότερα ήθη και έθιμα του τόπου, να υποβληθεί τοιαύτη πρότασις, αλλ’ εγώ, πεποιθώς εις τας ιδίας μου σκέψεις, εις την ιδίαν μου πεποίθησιν ότι εκείνο το οποίον θα υποβάλλω είναι ορθόν και δίκαιον, συμφώνως με τας παρούσας περιστάσεις, θα την υποβάλω:
Προτείνω όπως απολαμβάνωσι πάντων των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, μετερχόμεναι και επαγγελλόμεναι πάντα των εις τους άνδρας επιτρεπόμενα υπό των εγγράφων και αγγράφων Νόμων της Κρητικής Πολιτείας επαγγέλματα και αξιώματα, και αι γυναίκες, επί τη βάσει των κατωτέρω άρθρων:
Άρθρον 1ον: Η ύπανδρος και έγγαμος γυνή, εγγράμματος ούσα και Κρήσσα την ιθαγένειαν, δύναται να εκλέγει και εκλέγηται συμφώνως προς τους διέποντας την Κρητικήν Πολιτείαν Νόμους.
Άρθρον 2ον: Τα δημόσια αξιώματα είναι προσιτά:
α) Εις τας εγγραμμάτους και υπάνδρους, εχούσας ηλικίαν άνω των 25 ετών.
β) Εις τας κεκτημένας πτυχίον αναγνωρισμένης σχολής τινός.
γ) Εις τας δημοσιογράφους, και
δ) Εις τας εγνωσμένης ικανότητος και χρηστότητος απολαμβανούσας γενικήν εκτίμησιν, εν τη πόλει ή κωμοπόλει της κατοικίας των. Η συζήτησις της παρούσης προτάσεως γενήσεται την ημέραν καθ’ ήν θα συζητηθεί ο εκλογικός νόμος της πατρίδος.
Εν Χανίοις τη 6η Ιουνίου 1901
Ο Βουλευτής: Γεώργιος Δασκαλογιάννης
Παρατεταμένα γέλια και καγχασμοί κάλυψαν τα λόγια του Δασκαλογιάννη που απάντησε απτόητος: Γελάτε εις την αρχήν είπε, αλλ’ όταν σκεφθείτε ότι εις όλα τα πεπολιτισμένα έθνη του κόσμου, έχουσιν αυτήν την αρχήν, δεν θα γελάτε βεβαίως. Είμαι πεπεισμένος ότι η Βουλή θα καταψηφίσει την πρότασίν μου, αλλά δεν είμαι ποσώς πεπεισμένος ότι δεν θα έλθει μία Βουλή που θα την ψηφίσει.
Μεγάλη αναστάτωση προκλήθηκε βέβαια από την πρόταση του Δασκαλογιάννη. Πικρόχολα σχόλια εξακοντίζονται από παντού, ενώ η Χανιώτικη εφημερίδα «Νέα Ερευνα» αφού παραθέτει την «Αμερικανωτάτη» όπως την αποκαλεί πρόταση, απευθύνεται στον βουλευτή: Εις τον φίλον βουλευτήν Σφακίων θα κάμωμεν την εξής ερώτησιν: Όταν θα γίνωνται εκλογαί και εν γένει καθ’ όλην την διάρκειαν της εκλογικής περιόδου, ποίος θα μαγειρεύει εις το σπίτι του, και τι θα γίνουν τα παιδιά του; Η πρότασίς του δεν προβλέπει περί τούτου και είναι νομίζομεν ανάγκη να την συμπληρώσει.
Ενδεικτικό της νοοτροπίας που επικρατούσε την εποχή αυτή είναι και το παρακάτω κείμενο που δημοσιεύτηκε στις 6 Ιουλίου 1901 με τον τίτλο «Μια γνώμη»: Το ζήτημα της χειραφετήσεως των γυναικών εξακολουθεί συζητούμενον υπό διαφόρους μορφάς. Καθ’ ημάς δεν υπάρχει ζήτημα. Η γυνή ουδαμώς κωλύεται να γίνει ιατρός, δικηγόρος, έμπορος, διδάσκαλος, ξενοδόχος, οινοπώλης και εί τι άλλο νομίσει ότι δύναται να επαγγελθεί επάγγελμα. Μόνον του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κωλύεται, ως υπάλληλος του ανδρός, ως συμβαίνει και εις τον άνδρα γινόμενον υπάλληλον της Πολιτείας. Αμα η γυνή παύσει ούσα υπάλληλος του ανδρός, παύει αυτοδικαίως και ο περιορισμός ούτος. Εις τας γυναίκας επομένως απόκειται να απαλλαχθώσιν από τον άνδρα και τότε ημπορούν να διεκδικήσουν πολιτικά δικαιώματα.
Καθώς φαίνεται, και μετά την αναταραχή, δεν δόθηκε συνέχεια στην πρόταση του Δασκαλογιάννη.
Οπως είναι γνωστό στην Ελλάδα το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες εκχωρήθηκε το 1952.
Μάθαμε και κατι καινούριο για τα παλαιά Χρόνια αλλα ειναι και χρήσιμο για την συνέχεια της ζωής