Χρόνους πολλούς μετά την αμαρτία
που την είπανε αρετή…
βλέπω την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων.
Οδ. Ελύτης (Αξιον εστί – προφητικόν)
Ο άντρας της 5 – 6 χρόνια πεθαμένος, παλιός κομμουνιστής από τα νιάτα του μέχρι τον θάνατό του, Μακρονησιώτης, κυνηγημένος αλλά αμετανόητος. Μία ζωή στην «ορθόδοξη» αριστερά. Και αυτή πάντα τον ακολούθησε όπως συνήθως γίνεται στην παραδοσιακή κοινωνία του χωριού. Ελα μου όμως που τώρα η γριά θέλει να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ. Μαθαίνοντάς το ένας γείτονας και φίλος μου πήγε λοιπόν και έπιασε κουβέντα με τη γερόντισσα. Για πες μου θεία Κώσταινα πώς το σκέφτεσαι της λέει, αφού περνώντας την κουβέντα απ’ τα νέα του χωριού, την εστίασε στα πολιτικά. Ακου παιδί μου. Εδώ κάθε βράδυ, στη μέσα αυλή μαζεύονται 15 νοματαίοι. Δεξιοί, πασόκοι και διάφοροι άλλοι. Ολοι βρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Κουβέντα δε λένε για το ΚΚΕ ή για άλλο αριστερό κόμμα. Αμέσως κατάλαβα τι πρέπει να κάνω. Ολη τη βδομάδα μέχρι τις εκλογές θα πηγαίνω να θυμιάζω τον τάφο του γέρου μου και την Κυριακή θα πάω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ. Ολοι αυτοί (και έκανε με το χέρι της μια περιφρονητική κίνηση) μου έδειξαν το δρόμο… Και το θύμιασμα τι το θέλεις; Τη ρωτά ο φίλος. Α του απαντά χαμογελώντας. Θα θυμιάζω, γιατί μπορεί να ρθει στον ύπνο μου να με μαλώσει. Όπως μια φορά που μαγείρεψα κοτόπουλο με μπάμιες, ένα φαΐ που μου άρεσε πολύ, αλλά επειδή δεν το έτρωγε εκείνος, δεν το είχα μαγειρέψει ποτέ και το βράδυ τον είδα στον ύπνο μου να μου λέει αυστηρά. Κοτόπουλο μαγείρεψες; Ξύπνησα, πήρα την κατσαρόλα, την άδειασα και την άλλη μέρα την έδωσα στα πουλιά και έτσι μόνο πήγα και κοιμήθηκα! Λοιπόν θα πηγαίνω να θυμιάζω… Αυτή την ιστορία μου μετέφερε ο φίλος μαζί με τα τελευταία της λόγια που του είπε όταν της πρόσθεσε. Ε, δεν είναι και μαύρο – άσπρο τα πράγματα γερόντισσα, υπάρχουν ιδεολογικές διαφορές στην αριστερά. Ξέρεις τι έλεγε ο συγχωρεμένος που είχαν δει πολλά τα μάτια του; Ολους τους ανθρώπους τους πνίγει το δίκιο τους, τους αριστερούς η άποψη τους. Θα ψηφίσω λοιπόν Τσίπρα παιδί μου για να διώξω το κακό που μας βρήκε και ακούω και το λένε μνημόνιο. Ολα τα άλλα είναι αερολογίες. Αυτή είναι η αφήγηση και εγώ κάθομαι και σκέπτομαι. Πώς χτίζει και πώς στερεώνει το σύμπαν του ο απλός λαϊκός άνθρωπος. Πώς φιλοσοφεί χωρίς φιλοσοφία , πώς σκέφτεται και πώς φτάνει στην διαύγαση. Μέσα από ποια μονοπάτια; Πώς οργανώνει το μύθο εκτείνοντας την αλήθεια, πώς ανακαλύπτει το «κρυμμένο αμύγδαλο του κόσμου». Πώς χωρίς ρητορική ανακαλύπτει την ουσία, μέσα από έναν ιδιαίτερο δρόμο όπως κάθε άνθρωπος της φύσης και της αυθεντικής ζωής. Πώς η γερόντισσα πιασμένη απ τα ουράνια κερκέλια της παράδοσης μπορεί να ερμηνεύει τα σημερινά σύνθετα προβλήματα, πώς προσεγγίζει τη μεγάλη ποίηση του Σεφέρη που μας λέει “ο Κόσμος είναι απλός”.