Ένας σημαντικός ερευνητής και συγγραφέας της κρητικής μουσικοχορευτικής παράδοσης ήταν ο Ηρακλειώτης δημολογιστής Γιώργος Χατζηδάκις. Ο Χατζηδάκις είναι ευρύτερα γνωστός στους μελετητές για το κλασικό του σύγγραμμα «Κρητική μουσική», το οποίο εξέδωσε το 1958 στην Αθήνα με πρόλογο του Μανώλη Καλομοίρη. Σε αυτό το βιβλίο υπάρχουν πολλά στοιχεία από την πολυετή του έρευνα για την κρητική μουσική, τα οποία κατά καιρούς δημοσίευε σε περιοδικά και εφημερίδες. Η πρώτη εμφάνισή του στον τοπικό Τύπο φαίνεται ότι έγινε στα Χανιά, καθώς η εφημερίδα «Πατρίς» δημοσίευσε τέσσερα πρωτοσέλιδα αφιερώματα στις 29/11/1901, 1/12/1901, 3/12/1901 και 6/12/1901, με τίτλο «ΚΡΗΤΙΚOI ΧΟΡΟΙ. Η εθνική μας μουσική». Αιτία για αυτές τις δημοσιεύσεις ήταν η πρόθεση του σύμβουλου Παιδείας της Κρητικής Πολιτείας Αντωνίου Βορεάδη να εισαγάγει τη διδασκαλία των κρητικών χορών στα σχολεία. Ο Χατζηδάκις συμφωνούσε με αυτή την ιδέα, γι΄ αυτό προσπάθησε να αναδείξει την ιστορία και τον πλούτο της κρητικής μουσικής, ξεκινώντας από την αρχαιότητα με τις επιρροές από την αρχαία Αίγυπτο και Βαβυλώνα, συνεχίζοντας με τον χορό των Κουρητών, τους μεσαιωνικούς τοξότες-χορευτές Κρήτες μέχρι την Τουρκοκρατία.
Ο αρθρογράφος στη συνέχεια αναλύει σε βάθος την μελωδία του καστρινού πηδηχτού, μουσική του τόπου καταγωγής του, η οποία αποτελεί τη βάση των μελωδιών του πηδηχτού χορού των ανατολικών επαρχιών της Κρήτης. Η αυθεντική αρχαία μουσική των Κρητών, σύμφωνα με τον Χατζηδάκι, «κρύβεται» στις όρτσες των Ανωγείων και του Λασιθίου, οι οποίες είναι δωρικά άσματα των Κουρητών. Ο συγγραφέας καταλήγει ότι ο πιο σημαντικός χορός είναι ο πηδηχτός των ανατολικών επαρχιών, η σούστα είναι «[…]ατυχής απομίμηση του πηδηχτού[…]», ο συρτός των δυτικών επαρχιών απομίμηση ελληνικών χορών, ενώ το πεντοζάλι, ο πρινιανός και ο αγκαλιαστός είναι δευτερεύοντες χοροί. Στο τελευταίο άρθρο ο Χατζηδάκις εμφανίζεται υπέρμαχος της κρητικής λύρας, την οποία θεωρεί ως το μόνο αυθεντικό κρητικό μουσικό όργανο, ενώ το βιολί και το μαντολίνο είναι ξενόφερτα και αλλοιώνουν τον παραδοσιακό ήχο. Βέβαια, ο Χατζηδάκις θα αναθεωρήσει αρκετές από αυτές τις απόψεις στο κλασικό του σύγγραμμα «Κρητική μουσική», φανερώνοντας τόσο την τελείως υποκειμενική όσο και την ερασιτεχνική του εκτίμηση, καθώς και τα λάθη του.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο Χατζηδάκις έκανε ανώτερες μουσικές σπουδές στην Αθήνα κοντά στον Βαυαρό αρχιμουσικό της Φιλαρμονικής Αθηνών (1885) και της Φιλαρμονικής Πειραιώς (1896), Ανδρέα Ζάϊλερ, καθώς στα 15 του χρόνια ήταν το πρώτο κλαρίνο στη Φιλαρμονική του Ηρακλείου έχοντας αρχιμουσικό τον Ιταλό Φορμίγκαν. Το 1898 εναρμόνισε τον πηδηχτό, τον οποίο εξέδωσε με τον τίτλο «Πυρρίχη», ενώ το 1908 διεύθυνε την μαντολινάτα του Μουσικού Συλλόγου «Απόλλων» συμμετέχοντας στη γιορτή των Παναθηναίων στην Αθήνα. Από το 1912 ως το 1914 ήταν ο αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Συλλόγου «Απόλλων». Το 1909 και το 1910 εξέδωσε δυο μονογραφίες, «Κρητική μουσική και όρχησις» και «Κρητικά τραγούδια» αντίστοιχα, στο έγκριτο καστρινό λογοτεχνικό περιοδικό «Κρητική Στοά» του Γιάννη Μουρέλλου.
Πηγές
Α. Αλιγιζάκης, «Η μουσική οδύσσεια του βιολιού στο Μεγάλο Κάστρο», Ηράκλειο 2011.
*Ο κ. Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης
είναι ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος