Ο μουσικός πολιτισμός της Ελλάδας τις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται από τη μετάβαση από την Επτανησιακή μουσική σχολή στη Νεοελληνική Εθνική Σχολή, η οποία αναπτύσσεται στα πρότυπα των εθνικών μουσικών σχολών της Ευρώπης. Στο περιοδικό Παναθήναια τον Νοέμβριο του 1901 εμφανίζεται το «μανιφέστο Λαμπελέτ», ένα άρθρο με τίτλο «Η εθνική μουσική. Η λαϊκή», το οποίο αναφέρεται στη δημιουργία εθνικής μουσικής με τη χρησιμοποίηση κλασικών προτύπων πάνω σε ελληνικά μοτίβα: «[…]το εθνικότερον, δημιουργικότερον, αληθινότερον έργον το οποίον θα κάμουν οι Έλληνες μουσουργοί είναι η καλλιέργεια της ελληνικής μελωδίας με την εφαρμογήν της πολυφωνίας και η τεχνική ανάπτυξής της, επί τη βάσει της αντιστίξεως και της fuga», καθώς «[…]ο λαός και η μούσα του παρέχουν εις τους καλλιτέχνας την πρώτην ύλην προς κατεργασίαν[…]».Ο Γεώργιος Λαμπελέτ (1875-1945), καταξιωμένος μουσουργός στην Ελλάδα και την Ευρώπη, ανήκει στην Επτανησιακή μουσική σχολή, η οποία έχει ιταλικές επιρροές, καθώς συνθέτει όπερες, σερενάτες και καντάδες. Η πρόταση Λαμπελέτ έχει δυο συνιστώσες: μια πολιτική και μια πολιτισμική.
Η πολιτική συνιστώσα είναι αποτέλεσμα των πολιτικών εξελίξεων της εποχής και στοχεύει στην τόνωση της εθνικής ταυτότητας και υπερηφάνειας, καθώς η Ελλάδα στα τέλη του 19ου αιώνα έχει υποστεί δυο σοβαρά πλήγματα: οικονομική πτώχευση το 1893 και ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Εκτός από την εθνική ταπείνωση, η χώρα έχει σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και γι’ αυτούς τους λόγους οδηγείται στο κίνημα στο Γουδί το 1909, ενώ ταυτόχρονα επαναπροσδιορίζει τους εθνικούς της στόχους. Όλα αυτά γίνονται μέσα στο πνεύμα του Μεγαλοΐδεατισμού, το οποίο ενισχύει την προσπάθεια σφυρηλάτησης της εθνικής ταυτότητας και της υπεροχής έναντι του παραδοσιακού εχθρού από την Ανατολή.
Η πολιτισμική συνιστώσα της «εθνικής μουσικής» ανήκει στο αισθητικό ρεύμα του Ρομαντισμού, το οποίο στρέφεται στο λαϊκό πολιτισμό και αυτή τη χρονική περίοδο ανθεί σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη. Υποστηρικτής του Λαμπελέτ είναι ο επίσης Επτανήσιος μουσουργός Διονύσιος Λαυράγκας (1860-1941), ο οποίος συνθέτει την πρώτη Ελληνική σουΐτα (1903), το πρώτο συμφωνικό έργο της Ελληνικής Εθνικής Σχολής.
Συνεχίζεται
*Ο κ. Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος