Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της οικονομικής ζωής της πόλης των Χανίων κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα έγινε από τον βουλευτή Κωνσταντίνο Φούμη σε μια σειρά από πρωτοσέλιδα άρθρα στην εφημερίδα «Παρατηρητής» κατά το χρονικό διάστημα Ιουλίου –Αυγούστου 1934.
Το λάδι, το κυριότερο εξαγωγικό προϊόν του νησιού, διαχειρίζονταν ξένοι εμπορικοί οίκοι, όπως οι Καποράλ, Πρεβέ, Βίτελ και ο ναυτιλιακός πράκτορας της αυστροουγγρικής ατμοπλοϊκής εταιρείας Λόϋντ στα Χανιά Βαλέριος Καλούτσι. Το ψωμί ζυμωνόταν στο σπίτι των Χανιωτών και το εμπόριο γινόταν από αρτοποιεία, τα οποία διαχειρίζονταν αποκλειστικά Ηπειρώτες που κατασκεύαζαν «[…]μαύρον άρτον, την γνωστήν τότε ανούσιον γκιράγιαν αποτελούμενην από άλευρον εκ μείγματος σίτου και διαφόρων οσπρίων, πολλάκις ημισαπημένον[…]».
Το 1870 ο Λουκιανός Ικάρ, πατέρας της γνωστής ζωόφιλης Γερμανίδας Κρούγκερ, κατασκεύασε ένα αλευρόμυλο με αρτοποιείο στη συνοικία Τσιζαέρ Κολού (οδό Μίνωος), όπου ζύμωνε ψωμί ανώτερης ποιότητας που ονομάστηκε το «ψωμί της φάμπρικας» («Παρατηρητής», «Η πόλις των Χανίων και το οικονομικό μέλλον αυτής», 14/8/1934).
Κατά τις δεκαετίες 1870 και 1880 το εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο της πόλης φυτοζωούσε, με αποτέλεσμα η προμήθεια των ειδών πρώτης ανάγκης να γίνεται από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και τη Σύρο, μέσω των αντιπροσώπων των εμπορικών οίκων που είχαν έδρα τα Χανιά.
Το πρόβλημα ήταν οι υπέρογκες τιμές των προϊόντων που είχαν τόκο 20%-30%, ενώ δεν υπήρχε και τράπεζα για δανεισμό. Εκείνα τα χρόνια ανθούσε και το εμπόριο του σαπουνιού, καθώς υπήρχαν στην πόλη σαράντα περίπου σαπωνοποιΐα («Παρατηρητής», «Η πόλις των Χανίων και το οικονομικό μέλλον αυτής», 14/8/1934).
Στην πόλη υπήρχαν συντεχνίες για όλα τα επαγγέλματα, όπως οι υφασματέμποροι, οι κτίστες, οι μαραγκοί, οι μαχαιροποιοί, οι παπλωματάδες, οι παπουτσήδες, οι ναυπηγοί, κ.ά. Ενδιαφέρον είναι ότι κτίστες, μαραγκοί και ναυπηγοί ήταν χριστιανοί, ενώ μαχαιροποιοί, σαρατσίδες (σαγματοποιοί) και αλιμπάντες (δαμαστές ίππων) ήταν κυρίως μουσουλμάνοι. Το 1887 άρχισε να αλλάζει η εμπορική κίνηση στα Χανιά, καθώς εγκαταστάθηκε ο Γερμανός επιχειρηματίας Ριχάρδος Κρούγκερ, ο οποίος συνεταιρίσθηκε με τον Πολωνό Ιωσήφ Μπερίντα και τον Μαριδάκη. Αυτοί εξέλιξαν τον παλαιό εμπορικό οίκο του Μαρινάκη εισάγοντας τον σιδερένιο ελαιοπιεστήρα αντί του πρωτόγονου ξύλινου, καθώς και υδραντλίες, ατμομηχανές, λέβητες για μύλους υδραντλίες, δηλαδή σύγχρονα μηχανήματα για τη γεωργία. Επίσης, ίδρυσαν εργοστάσιο παραγωγής τσιμεντένιων πλακών και εργοστάσιο παραγωγής αφρώδων ποτών (γκαζόζες και μοσχάτο οίνο).
Αυτός ο συνεταιρισμός έδωσε μεγάλη ώθηση στην εκβιομηχανοποίηση της παραγωγής εισάγοντας κι άλλα σύγχρονα μηχανήματα, ενώ ταυτόχρονα πραγματοποιούσε εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, όπως σταφίδα, λάδι, αμύγδαλα, κρασί, χαρούπια, μέλι και αρωματικά βότανα της κρητικής γης στη Γερμανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, κ.λπ. («Παρατηρητής», «Η πόλις των Χανίων και το οικονομικό μέλλον αυτής», 15/8/1934).
*Ο κ. Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι
ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος