«Άνδρα μοι έννεπε Μούσα… πολυύμνητον και πολύφημον, πολυτάλαντον και πολυγραφότατον κι ακόμη πολυβραβευμένον και πολυτίμητον, που αφού περιπλανήθηκε χρόνια πολλά στα μονοπάτια της έρευνας, της γνώσης, της διαρκούς μελέτης του λαϊκού μας πολιτισμού, κατέγραψε τα αποθησαυρίσματα του σε χιλιάδες σελίδες κι αμέτρητους τόμους βιβλίων. Κατέγραψε εκείνα που αλλοιώνει ο χρόνος και αφανίζει η πρόοδος· τον βίο του λαού μας σ’ όλες τις εκφάνσεις του. Τον πολιτισμό του, τα ήθη και έθιμα, τις αξίες και τα ιδανικά του· τελικά, όλα όσα περικλείει ο όρος λαογραφία.
Το όνομα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με δύο ιδιότητες: Δάσκαλος- λαογράφος Σταμάτης Αποστολάκης. Ο Χανιώτης που κατανόησε έγκαιρα την ανάγκη της αφομοίωσης των αξιών που διασώζει η παράδοση. Σαν διψασμένο ελάφι έσκαψε βαθιά στις πλούσιες πηγές τις προγονικές να ξεδιψάσει ο ίδιος και να αρδεύσει τους επερχόμενους που υπήρξε η μεγάλη του έγνοια. Ευλογημένος με το θείο χάρισμα και τη διάθεση για σκληρή δουλειά αποτελεί σήμερα σταθερό σημείο στον πολιτισμό μας.
Ο λόγος του δωρικός κι αρμονικός ρέει άσπιλος κι αμόλυντος σαν τα ρυάκια στις βουνοπλαγιές, τα ασβεστωμένα ξωκλήσια, τα μυρωμένα μονοπάτια, τις αυλές με τους βασιλικούς και τα γεράνια. Διαβάζοντας τον, αντιλαμβάνεσαι τον ρόλο που έπαιξε η φύση στο έργο του. Αντιλαμβάνεσαι ότι την Κρήτη του δεν την είδε σαν περιηγητής ή έστω σαν ένας ζωγράφος ιμπρεσιονιστής, μα με μάτια παιδιού που βρίσκεται κοντά στη μαγεία. Σ’ αυτή τη φύση μεγάλωσε, αυτή τον καθόρισε, αυτήν έκλεισε βαθιά μέσα του, όπως και τα έργα των ανθρώπων της. Εκείνων τα έργα θέλησε να περισώσει από τη σκόνη του χρόνου που σκεπάζει μικρά και μεγάλα.
Σκεφτόταν και σκέφτεται πάντα τη συνέχεια. Την αδιάρρηκτη συνέχεια του λαού μας χιλιάδες χρόνια τώρα. Για να είσαι ερευνητής λαογράφος του κύρους του Σταμάτη Αποστολάκη χρειάζονται πολλά- πάρα πολλά.
Μα εκείνο που δεν πρέπει να σου λείπει είναι η αγάπη για τον τόπο σου και για τα έργα των ανθρώπων του. Ο Σταμάτης πορεύεται με αγάπη και στόχους ευγενείς. Υπήρξε και συνεχίζει να είναι εξαιρετικά γόνιμος. Η ευγονία αυτή επικυρώνει τη σχεδόν ασκητική αφοσίωση του στην ενάσκηση του έργου του. Σε στιγμές που ψάχνουμε να βρούμε το αληθινό πρόσωπο της πατρίδας, το έργο του είναι αποκάλυψη.
Προσωπικά είχα την τύχη και τη χαρά, όταν υπηρετούσα στην Ε.Ρ.Τ. να συνεργαστούμε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εκεί γνώρισα τον άνθρωπο Σταμάτη. Έναν ατόφιο Κρητικό, καθάριο σαν τις Μαδάρες, γελαστό σαν τον ήλιο μας, ευγνώμονα για ό,τι του έδωσε η ζωή, προσπαθώντας να δώσει πίσω όσα περισσότερα μπορούσε και ως δάσκαλος και ως λαογράφος. Δεν θέλω να ξεχάσω να σημειώσω πόσο υπέροχος αφηγητής είναι, μ’ εκείνη τη χαριτωμένη νοσταλγία που ρέει αβίαστα, μοναδικά. Εν τέλει είναι ένας σπουδαίος – ο σπουδαιότερος – λαογράφος της Κρήτης και πέραν αυτής, όχι μόνο καταγράφοντας ιστορία και πολιτισμό, μα επιβάλλοντας τα στην καθημερινότητα του.
Αγαπητέ Σταμάτη, μια και η ζωή είναι δρόμος, εύχομαι ο δρόμος σου να είναι όσο γίνεται πιο μακρύς, γιατί είσαι πολύτιμος, αλλά και γιατί θέλω ν’ ακούω αυτόν τον μοναδικό χαιρετισμό όταν σε συναντώ, που μοιάζει ανοιξιάτικη μελωδία: “Καλώς τη Ροδαρά”
Καλά να ’σαι Σταμάτη».
Αυτά είχα γράψε τότε και είχαν δημοσιευθεί στην έγκριτη εφημερίδα “Χανιώτικα νέα” στις 10 Μαρτίου 2012. Δέκα χρόνια μετά… με θλίψη δεν μπορώ να πω: ήμουν κι εγώ εκεί στο στερνό αντίο σ’ ένα φίλο ακριβό, σ’ έναν συνεργάτη ανεκτίμητο, σ’ έναν Έλληνα φωτεινό που είχε την αγία δωρεά της αγάπης για όλα και όλους.
Όμως δεν ήμουν κι εγώ εκεί να σφίξω το χέρι της πανάξιας συντρόφου του ελευθερίας, των εξαίρετων παιδιών του. Μια ίωση με καθήλωσε στο σπίτι και δεν μου επέτρεψε να τιμήσω εκείνον που υπήρξε το μεγαλείο της ζωής.
Θέλει ήθος και μέτρο το μεγαλείο. Και κάπως έλεγε ο βαθυστόχαστος Σταμάτης… για τον χρόνο της ζωής μας δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Μπορούμε όμως να κάνουμε κάτι για το πλάτος και το βάθος της.
Και πλημμυρίδα αναμνήσεων κατέκλυσε την ψυχή μου που βρήκε διέξοδο στη βροχή των ματιών μου. Αξέχαστε φίλε, σε χαιρετώ με δυο στίχους του Σεφέρη.
«Είτε βραδιάζει είτε φέγγει
μένει λευκό το γιασεμί»